Το χθεσινό βράδυ της Δευτέρας (13/05) βρέθηκα στην επίσημη πρεμιέρα της νέας ταινίας του Αλέξανδρου Βούλγαρη (The Boy) με τίτλο “Πολύδροσο”, με πρωταγωνίστριες την Βίκυ Καγιά και την Σοφία Κόκκαλη. Η 6 φορές υποψήφια στα Βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου ταινία θα κυκλοφορήσει στις αίθουσες από τις 16 Μαΐου.
Όσο για χθες, το ραντεβού δόθηκε στο ολοκαίνουργιο Cine Paris, που “ανέστησε” η ομάδα του Cinobo. Με κρασί και κουβέρτες παρακολουθήσαμε την έβδομη μεγάλου μήκους ταινία του σκηνοθέτη, παρέα με τους συντελεστές, πλάι στον βράχο της Ακρόπολης. Κάποιοι ίσως την είχαν δει στην πρώτη της πρεμιέρα στο περασμένο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης ή ενδεχομένως στη Γιορτή της Μητέρας που η ταινία προβλήθηκε πριν την επίσημη κυκλοφορία της προκειμένου να την παρακολουθήσουν παιδιά με τις μαμάδες τους, με 1+1 εισιτήριο. Ωστόσο, για εμένα ήταν η πρώτη φορά που την έβλεπα και θα προσπαθήσω να σας μεταφέρω όσα ένιωσα και σκέφτηκα…
Η Σοφία, η κόρη, επιστρέφει στο Πολύδροσο για να φροντίσει τη Σοφία, τη μητέρα της. Στη γειτονιά που μεγάλωσε την περιμένουν όλοι οι λόγοι που την έκαναν κάποτε να θέλει να φύγει. Το Πολύδροσο είναι ένα απομονωμένο προάστιο και οι Σοφίες περνάνε τις μέρες τους σκοντάφτοντας σε πρώτα φιλιά, μυστικά και φαντάσματα του παρελθόντος.
Ως παιδί που δεν μεγάλωσε στην Αθήνα και που συχνά-πυκνά επιστρέφει στο πατρικό του και πίσω στην παιδική και εφηβική του ηλικία, συντονίστηκα σε σημεία με την μικρή Σοφία της ταινίας. Επιστρέφει στο πατρικό της στο Πολύδροσο και μαζί επιστρέφουν και όλες οι αναμνήσεις μιας άλλης εποχής, πιο ξέγνοιαστης. “Στο Πολύδροσο είμαι πάντα κοριτσάκι” λέει κι αντιλαμβάνομαι τι εννοεί. Μεγαλώνουμε, γινόμαστε ενήλικες, απομακρυνόμαστε από την παιδική αθωότητα και την εφηβική ξεγνοιασιά. Όμως, όσα νιώσαμε δεν έχουν χαθεί, απλώς κρύβονται…
Στο “Πολύδροσο” το συναίσθημα κυριαρχεί. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει ένα και μοναδικό συναίσθημα που θα βγάλει σε κάθε θεατή. Αλλά σίγουρα το συναίσθημα είναι ο πυρήνας της ταινίας. Η αισθητική του φιλμ που δίνει αυτή την ρετρό, μελαγχολική ατμόσφαιρα, το αστικό τοπίο που μπλέκεται με την φύση, τα προσεγμένα κάδρα και η υπέροχη μουσική από την Δεσποινίς Τρίχρωμη, πυροδοτούν συναισθήματα στον θεατή. Είτε ταυτιστεί κανείς με όσα βλέπει, είτε όχι.
Και η σχέση μητέρας-κόρης, μια τρυφερή σχέση με γλυκόπικρες στιγμές και αναμνήσεις. Κι αυτή μπορεί να αγγίξει τα συναισθήματα του θεατή. Αλλά και αυτή η υπαρξιακή αγωνία, αυτός ο φόβος θανάτου -του άλλου, θα πω εγώ- και το μαύρο χιούμορ που ενώνει όσα ο φόβος χωρίζει.
Ως προς το συναίσθημα, για μένα, η ταινία σίγουρα πέτυχε!
Σκέψεις…Και το ερώτημα “η Καγιά έπαιζε καλά;” πλανάται στον αέρα. Προφανώς και υπήρχε αυτή η περιέργεια. Και λύθηκε. Είχε φυσικότητα και δεν ένιωσα, ας πούμε, να… προσπαθεί. Το παίξιμό της έδεσε αρμονικά με την αισθητική του The Boy και η χημεία με την Κόκκαλη ήταν εμφανής στην μεγάλη οθόνη. Είδαμε σίγουρα μια άλλη πλευρά της Βίκυς Καγιά αλλά ταυτόχρονα -κι αυτό είναι υποκειμενικό τελείως- δεν μπορούσα να ξεχάσω ότι βλέπω την Καγιά. Ίσως φταίει το αποτύπωμά της στην pop κουλτούρα, που δεν με άφηνε να βυθιστώ στην ερμηνεία και να ξεχάσω την ίδια.
Αλλά υπηρέτησε τόσο τις σκηνές με χιούμορ, όσο και τις πιο φορτισμένες συναισθηματικά. Παρόλα αυτά, η δική μου ένσταση είναι στους διαλόγους. Δεν ξέρω τι συμβαίνει αλλά ορισμένες φορές με “πετάνε εκτός”, νιώθω ότι είναι γραμμένοι. Αυτό είναι το βασικό μου πρόβλημα. Σαν να βλέπω το χαρτί, το σενάριο. Και μετά μου περνάει και απολαμβάνω άλλους διαλόγους, μέχρι να ξαναγίνει το ίδιο. Αλλά και πάλι, ίσως είμαι μόνη σε αυτό!
Τρυφερή και μελαγχολική. Αυτές οι δύο λέξεις τριγυρνούν στο μυαλό μου. Όντως, ήταν αυτό που μας είπε ο σκηνοθέτης πριν ξεκινήσει η προβολή, ότι είναι μια ταινία για τα μικρά πράγματα. Δεν έχει σημαντικά, βαρύγδουπα γεγονότα. Έχει μικρές στιγμές, καθημερινές. Κι αυτές φορτίζονται με τις αναμνήσεις του παρελθόντος αλλά και με σκέψεις και φόβους για το μέλλον. “Όταν πεθάνω τι ωραία που θα ‘ναι να γίνω φάντασμα. Να στοιχειώσω το Πολύδροσο.” Τα φαντάσματα, τα άδεια σπίτια που οι ιδιοκτήτες τους δεν ζουν πια, οι ιστορίες που θέλουμε να προλάβουμε να πούμε πριν φύγουμε κι εμείς. Όλα αυτά υφαίνονται μέσα από το πρίσμα αυτής της σχέσης μητέρας-κόρης. Με άλλα λόγια, έχει πολλά στοιχεία μέσα για να σε αγγίξουν αλλά εξαρτάται από το πόσο ανοιχτός θα είσαι εσύ σε όλο αυτό.