Η συμβολή των πολιτιστικών οργανισμών στη δημόσια συζήτηση για τις φυλετικές και έμφυλες διακρίσεις ήταν καθοριστική τα τελευταία χρόνια, ισχυροποιώντας τον κινηματικό λόγο και την υπεράσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Παρόλα αυτά, ποτέ μέχρι σήμερα δεν είχε γίνει αναφορά στην ηλικιακή διάκριση.
Κι όμως, πρόκειται για ένα μείζον ζήτημα, αφού σύμφωνα με ένα πρόσφατο report (2021) του ΟΗΕ και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) αφορά το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού: Υπολογίζεται πως ένας στους δύο ανθρώπους συμπεριφέρεται ρατσιστικά με κριτήριο την ηλικία, οδηγώντας στην κοινωνική απομόνωση τα άτομα της τρίτης ηλικίας. Σε αυτό το πεδίο αναφέρθηκε και η τελευταία του φετινού κύκλου συζητήσεων, όπως τις διοργανώνει το Εθνικό Θέατρο. Φυσικά, στη «μαύρη τρύπα» των ηλικιακών διακρίσεων, κυρίως όσον αφορά την εργασία, πέφτουν και οι νεότερες γενιές· ανοίγοντας το εύρος των ομάδων που πλήττονται.
Η απομόνωση των μεγαλύτερωνΗ επέλαση της τεχνολογίας στην καθημερινή ζωή και τα χαμηλά ποσοστά ψηφιακού εγγραμματισμού στις μεγαλύτερες ηλικίες (η Ελλάδα είναι στην 26η ανάμεσα στις 28 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε πρόοδο στην ψηφιακή γνώση) φαίνεται πως είναι ένας από τους κυρίαρχους παράγοντες αποκλεισμού ή απομόνωσης, όπως επιβεβαιώνει και η Πρόεδρος της Action Aid Hellas και Διευθύνουσα Σύμβουλος της εταιρίας κοινωνικής και εμπορικής έρευνας Qed, Χριστίνα Καράμπελα: «Υποκύπτουμε στη γοητεία της νεανικότητας κι αυτό αφήνει στη σκιά τους ηλικιωμένους. Αφήνουμε, δηλαδή, μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού αθέατη ενώ βρισκόμαστε σε μια φάση που η Ελλάδα γηράσκει. Αγνοούμε, έτσι, ένα μεγάλο τμήμα του ελληνικού πληθυσμού» σημειώνει, κάτι το οποίο μεταφράζεται και στον εργασιακό τομέα, ειδικά όταν το κοντέρ γράψει 50+. «Αλήθεια, ποιος υπερασπίζεται τα δικαιώματα των εργαζομένων μετά τα 50; Εκεί παρατηρούμε υψηλά ποσοστά ανεργίας τα οποία αυξάνονται περισσότερο όταν μιλάμε για τις γυναίκες. Οι γυναίκες δουλεύουν άτυπα, σε μη πληρωμένες δουλειές, είναι ας πούμε φροντίστριες των γονιών τους, αλλά θεσμικά είναι εκτός της αγοράς εργασίας», προσθέτει η κοινωνιολόγος – γεροντολόγος και μέλος ΔΣ «50+ Hellas», Ελίζαμπεθ Μεσθεναίου.
Κι όλα αυτά, ενώ το προσδόκιμο ζωής έχει αυξηθεί σημαντικά (και αναμένεται να αυξηθεί κατά μια πενταετία μέχρι το 2050 παγκοσμίως) την ώρα που επενδύονται δισεκατομμύρια ευρώ στη βιομηχανία διατήρησης της νεότητας και της ποιοτικότερης ζωής. Αυτή τη μεγάλη αντίφαση υπογραμμίζει και η καθηγήτρια Οικονομικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Κλαίρη Οικονομίδου αφού «φτάνουμε στα 70 και το άτομο απαξιώνεται με ηλικιακό κριτήριο». Στην πραγματικότητα, όπως τονίζει κ. Οικονομίδου, πρόκειται για μια μεγάλη παρεξήγηση καθώς ο πληθυσμός της μέσης και της τρίτης ηλικίας είναι εκείνοι που βρίσκονται στα κέντρα των αποφάσεων. «Αυτοί οι πληθυσμοί έχουν τη μεγαλύτερη δύναμη. Αποτελούν την πελατειακή βάση των περισσότερων εταιρειών και είναι οι άνθρωποι που καταναλώνουν περισσότερο. Στα άτομα μέσης ηλικίας και πάνω, ανήκουν ακόμα και εκείνοι που κρατάνε τον πλούτο στα χέρια τους. Στην Αμερική τα άτομα 75+ θεωρούνται η πιο δυναμικά ανερχόμενη ηλικιακή κατηγορία» συνεχίζει, παρότι στη συλλογική συνείδηση αυτό δεν επαληθεύεται.
Δίνονται λάθος μηνύματαΑπό τη μια, η λαγνεία προς τη νέα γενιά και γενικότερα προς καθετί καινούργιο – μια στάση ζωής την οποία έχει τονώσει η διαρκής επαφή με τα τεχνολογικά επιτεύγματα και η έννοια της αναλωσιμότητας – και από την άλλη, η δημόσια εικόνα των μεγαλύτερων ηλικιών, όπως καταγράφεται συνήθως. Το παράδειγμα που έφερε η καθηγήτρια Οικονομικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς ήταν ενδεικτικό: Το 40% των αμερικανικών ταινιών που συμπεριλαμβάνουν ήρωες άνω των 60 ετών, τους απεικονίζουν ως άτομα μη ενεργά, με προβλήματα υγείας και γενικότερα με αρνητικό πρόσημο.
Αλλά ας μην πάμε μακριά. Η ελληνική θεατρική σκηνή των 1200 παραστάσεων το χρόνο σπανίως θέτει έναν ηλικιωμένο ήρωα ως πρωταγωνιστή, καθιστώντας μειονοτική την εκπροσώπηση των θεμάτων της τρίτης ηλικίας, όπως και την παρουσία ατόμων άνω των 65 ετών επί σκηνής. Είναι χαρακτηριστικό πως φέτος, οι παραστάσεις με πρωταγωνιστές της τρίτης ή της τέταρτης ηλικίας καταπιάστηκαν με το ζήτημα της άνοιας, χωρίς να αναδεικνύονται άλλες πτυχές της ζωής στο γήρας.
Η σκηνοθέτρια και καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεάτρου Τέχνης, Μαριάννα Κάλμπαρη επισημαίνει πως οι ωραίοι ρόλοι είναι περιορισμένοι σε μεγαλύτερες ηλικίες και πως ο ηλικιακός ρατσισμός, ειδικά απέναντι στις γυναίκες του θεάτρου εκτός του αναπαραγωγικού της κύκλου, είναι έντονος. «Πρέπει να σταματήσουμε να θεωρούμε ντροπή να μεγαλώνουμε. Απεναντίας, είναι μια νίκη. Κάτι ανεκτίμητο κερδίζεται μέσα μέσα από την ωρίμανση. Ωστόσο, στην αγορά εξακολουθεί να υπάρχει μια πίεση πως ακόμα και ο μεγάλος άνθρωπος πρέπει να δείχνει νεανικός», σημειώνει.
Πώς συμπεριφέρεται το θέατρο στους ηλικιωμένους;Ο ηθοποιός Θέμης Πάνου εξηγεί πως «η πλήρης υποκριτική ωριμότητα έρχεται στην τρίτη ηλικία. Όσοι φυσικά κατορθώσουν να φτάσουν εκεί και να βρίσκονται συνάμα ενεργοί στο επάγγελμα σημαίνει πως έχουν διανύσει όλη την επικράτεια της αποτυχίας και των συμβιβασμών από όνειρα και επιθυμίες. Με λίγα λόγια, συμβαίνει το εξής παράδοξο στο επάγγελμα του ηθοποιού: Σου ζητούν να έχεις αθλητική ψυχή και μαζί ωριμότητα. Κι όλα αυτά όχι για κάποια μεγάλη δόξα, αλλά για να βγάλεις το μεροκάματο. Γιατί για να είμαστε ειλικρινείς, στο θέατρο οι μεγαλύτερες ηλικίες δεν προσλαμβάνονται λόγω της εμπειρίας τους, αλλά απλώς γιατί ανταποκρίνονται στην ηλικία των ρόλων που τους ανατίθενται».
Στο θέατρο και γενικότερα στην Τέχνη είναι φυσικά και οι νέοι που δυσκολεύονται να βρουν εργασιακά τη θέση τους αφού τα ηλικιακά άκρα δέχονται τη μεγαλύτερη πίεση και τις περισσότερες διακρίσεις, πόσο μάλλον σε εποχές οικονομικής δυσχέρειας. Αυτό επιβεβαιώνει και ο νέος σκηνοθέτης Ορέστης Σταυρόπουλος λέγοντας πως «είναι δύσκολο στην Ελλάδα ένας νέος σκηνοθέτης να γίνει αποδεκτός από ένα σχήμα έμπειρων ηθοποιών, όσο κι αν οι καλλιτέχνες είναι πιο γενναιόδωροι προς τους νέους». Η έμπειρη ηθοποιός Αλίκη Αλεξανδράκη εκπροσωπεί την εξαίρεση στον κανόνα, αφού όπως λέει, δεν έπαψε να έχει δουλειά στο θέατρο σε καμία φάση της ζωής της. «Πέστε το τύχη, πέστε πως κατάλαβαν στο θέατρο την ωφελιμότητα της εμπειρίας· εγώ στο θέατρο δεν ένιωσα ποτέ τη διαφορά ηλικίας. Είχα προτάσεις με τον ίδιο ρυθμό ακόμα κι όταν μπήκα στα δεύτερα ‘ήντα’ της ζωής μου και πάντα περνάω καλά με τους νέους συναδέλφους μου, όπως κι εκείνοι μαζί μου».
Πάντως, έκπληξη είναι πως, σύμφωνα με στοιχεία που αναφέρει η κ. Καράμπελα ως πιο επώδυνος εργασιακός αποκλεισμός καταγράφεται εκείνος όχι της τρίτης ηλικίας, αλλά των πολύ νέων. «Συναντούν ένα δύσκολο κόσμο στην πλοήγηση του και την ίδια ώρα δεν ευθύνονται εκείνοι γι’ αυτό. Επομένως, πρέπει να φροντίσουμε για την ισορροπημένη ανακατανομή ισχύος, κάτι που στην Ελλάδα δεν κάνουμε καλά». Στις δε προηγμένες χώρες της Ευρώπης, η γενιά με αξιοσημείωτη εκπροσώπηση στην απασχόληση έρχεται από τους 55+. Στη Σουηδία, λόγου χάρη, το 77% αυτών των ηλικιών εργάζεται. Στην Ελλάδα πάλι, μόνο το 52%.
Η συνύπαρξη που είναι το κλειδί για τη μείωση και (ιδανικά) την εξάλειψη των στερεοτύπων κάθε ρατσιστικής έκφρασης οφείλει να εφαρμόζεται και στους μεγάλους εργασιακούς χώρους, επαληθεύει η γενική διευθύντρια στο Τμήμα Ανθρώπων και Κουλτούρας της «Παπαστράτος», Μαρία Πατακιούτη. «Είμαστε σε μια φάση στην παραγωγή όπου πρέπει να αξιοποιήσουμε όλα τα ταλέντα, σε όλες τις ηλικίες – ειδικά εφόσον το εργασιακό μέλλον προδιαγράφεται δύσκολο. Η νέα τάση στις εταιρείες είναι να κινούνται ηλικιακά προς τα πάνω εφόσον οι νέοι εργαζόμενοι πρέπει από κάπου να μάθουν τη δουλειά, από κάπου πρέπει να πάρουν βιώματα. Εξάλλου, η αίσθηση της δημιουργίας από μια ετερόκλητη ηλιακά ομάδα φέρνει τις γενιές και τις διαφορετικές αντιλήψεις κοντά».
Τα εργαλεία κατάρτισης των μεγαλύτερων γενεών είναι βοηθητικά για να επιμηκύνουν την παραμονή τους στην εργασία, ειδικά όταν αυτά αφορούν τη μέση ηλικία, η οποία όπως αναφέρει η κ. Πατακιούτη έχει υποστεί μεγάλη προκατάληψη. Η συνύπαρξη θα μπορούσε να αποβεί και θεραπευτική στην εξισορρόπηση του δίπολου «εργασία – ζωή», του όρου work – life balance στο οποίο οι νεότεροι εμφανίζονται πιο διεκδικητικοί ενώ οι εργαζόμενοι της μέσης ηλικίας έχουν ήδη κάνει πολλές παραχωρήσεις και έχουν λειτουργήσει ως κακά πρότυπα. «Μακάρι να το διεκδικήσουν οι νεότερες γενιές για να ζήσουμε κι εμείς καλύτερα», καταλήγει η κ. Πατακιούτη.
Η συζήτηση φιλοξενήθηκε στην κεντρική αίθουσα του κτηρίου Τσίλερ με τον συντονισμό της οικονομολόγου, εκδότριας και CEO της αθηΝΕΑς, Μαριάννας Σκυλακάκη.