Ο κακός ηθοποιός
«Ο Κακός Ηθοποιός» αφηγείται θαρραλέα μια ιστορία-κινηματογραφική θηλιά στο λαιμό.
Η Σάντρα και ο Ντάνιελ, που συνδέονται με στενή φιλία πίσω από τις κάμερες, πρωταγωνιστούν ως παράνομοι εραστές σε ένα κινηματογραφικό θρίλερ. Κατά τη διάρκεια μιας ερωτικής σκηνής, όμως, η σχέση αυτή συντρίβεται, όταν ο Ντάνιελ προδίδει την εμπιστοσύνη της Σάντρα, αφήνοντάς τη σοκαρισμένη και μουδιασμένη. Μόνο αργότερα η Σάντα θα καταφέρει να μιλήσει για αυτό που συνέβη, αλλά ο Ντάνιελ θα αρνηθεί κατηγορηματικά τα όσα του προσάπτει.
Όσο η Σάντρα προσπαθεί να μαζέψει τα κομμάτια της και ο Ντάνιελ να θωρακίσει την υπεράσπισή του ενόψει της καταγγελίας της σεξουαλικής κακοποίησης, η παραγωγή προσπαθεί να αποτρέψει το σκάνδαλο. Όμως μια αναπάντεχη αντίδραση από το περιβάλλον της ταινίας θα δυναμιτίσει ακόμη περισσότερο την ατμόσφαιρα και θα κάνει τα πράγματα να πάρουν επικίνδυνη τροπή…
Λίγα λόγια για την ταινίαΗ ταινία είναι εμπνευσμένη από τη, διαβόητη πια, συνέντευξη της Μαρία Σνάιντερ για την οδυνηρή εμπειρία της στη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας «Το Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι». Η Σνάιντερ είχε αποκαλύψει ότι δε γνώριζε ποια ήταν τα πλάνα των Μπερνάντο Μπερτολούτσι και Μάρλον Μπράντο για την περίφημη ερωτική σκηνή της ταινίας και κατά συνέπεια αισθάνθηκε «ότι κατά κάποιον τρόπο βιάστηκε» όταν ο Μπράντο υπερέβη τα όρια. Ο Μπερτολούτσι, από την άλλη, είχε εντελώς ανάλγητα παραδεχθεί την αλήθεια των λεγομένων της, καθώς, όπως είπε ο ίδιος, ο στόχος του ήταν «να αντιδράσει η Σνάιντερ σαν ένα ντροπιασμένο κορίτσι, όχι σαν ηθοποιός» – κι άρα σκηνοθέτησε τη σκηνή χωρίς να ζητήσει τη συναίνεσή της.
Στον «Κακό Ηθοποιό», ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Χόρχε Κούτσι εμπνεύστηκε μια ιστορία που ξεκινάει κάπως αντίστοιχα, αλλά εξετάζει στη συνέχεια πώς θα εκτυλισσόταν σήμερα μια τέτοια υπόθεση για δράστη, θύμα και κοινή γνώμη. «Αυτή η συνέντευξη δε θα συνέβαινε σήμερα», λέει ο Κούτσι. «Ο Μπερτολούτσι θα τιμωρούνταν για κάτι τέτοιο. Οι άνδρες φοβούνται τις γυναίκες με διαφορετικό τρόπο. Συνειδητοποιούμε ότι δε μπορούμε να φερόμαστε όπως παλιά».
Η ταινία κινείται σε δύο διαφορετικούς, παράλληλους αφηγηματικούς άξονες, οι οποίοι συλλαμβάνουν ιδανικά τους μηχανισμούς κακοποίησης, θυματοποίησης και επαναθυματοποίησης, ψεμάτων, συγκαλύψεων και αυξανόμενης οργής: από τη μια, η έρευνα γύρω από την κατηγορία της σεξουαλικής κακοποίησης της Σάντρα κι από την άλλη, η ραγδαία κλιμάκωση των αντιδράσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η ψυχολογία του όχλου που αυτή δημιουργεί.
Το αποτέλεσμα είναι ένα πολυδιάστατο, αιχμηρό και συναρπαστικό δράμα που διαδραματίζεται στη μετά #MeToo εποχή και μιλά για τη συναίνεση, την αναζήτηση της αλήθειας και τη δικαιοσύνη, όταν οι ίδιες οι έννοιες αυτές μοιάζουν να αλλάζουν διαρκώς.