Χρειάστηκαν 20 χρόνια αποχής για να επανέλθει ο Θεόδωρος Τερζόπουλος στην Επίδαυρο. Αλλά σήμερα στο «Σχολείον» του Εθνικού Θεάτρου, στην πολύβουη Πειραιώς, τίποτα δεν μιλάει για απουσία παρά για δυνατή παρουσία. Δεν είναι μόνο πως ο διεθνής σκηνοθέτης καθοδηγεί έναν 32μελή θίασο του από έδρας και μικροφώνου – καμιά φορά, επισκιάζοντας και το θόρυβο των διερχόμενων φορτηγών.
Είναι που όλη η παράδοση του Άττις, η ακάματη έρευνα στο αρχαίο δράμα, το σύστημα Τερζόπουλου, οι φορείς και πρώτοι μαθητές του (Σάββας Στρούμπος, Αγλαΐα Παππά, Σοφία Χιλλ, Τάσος Δήμας) αλλά και η επόμενη γενιά των νεαρών επίλεκτων μεταγγίζεται στην «Ορέστεια» του Αισχύλου.
Γεύση από πρόβαΕίναι η δεύτερη μέρα που η πληθωρική ομάδα της «Ορέστειας» βγαίνει για πρόβα στον ανοιχτό χώρο, στο θέατρο του Σχολείου Ειρήνης Παππά. Είναι ο χώρος για τον οποίο ο σκηνοθέτης Θεόδωρος Τερζόπουλος, καθισμένος σε ένα τραπέζι στις κερκίδες των θεατών, τους ζητεί να «έχουν διαρκώς την αίσθηση του». Το μικρόφωνο από το οποίο τους απευθύνεται – σε μια διανομή 32 ατόμων, συμπεριλαμβανομένου του 22μελούς Χορού – μεγεθύνει την ήσυχη φωνή του. Κι όσο χαμηλότονα μιλά, τόσο απαιτεί από τους ηθοποιούς του να οργιάσουν. «Δέος, φόβο, οδύνη για το ανείπωτο κακό. Όλα να εκφράζονται στο πρόσωπο σας», λέει απευθυνόμενος στα μέλη του Χορού που δοκιμάζουν, χωρίς ν’ ακολουθούν τη γραμμική αφήγηση, σκηνές από τον «Αγαμέμνονα».
Η Κλυταιμνήστρα της Σοφίας Χιλλ, τυλιγμένη σε ένα γκρίζο βασιλικό πέπλο, ανεβασμένη σε βάθρο στο βάθος της σκηνής, γιορτάζει το φόνο του Αγαμέμνονα με τις «μαύρες ψυχάλες αιμάτινης δροσιάς». Κοντά της, ο Αίγισθος του Δαυίδ Μαλτέζε χαίρεται το «χαρμόσυνο φως, τη χαρμόσυνη μέρα» ενώ ο Τερζόπουλος τους καλεί ξανά: Για να επιδοθούν σε ένα ξέφρενο «τρελό γέλιο» απηχώντας την ατμόσφαιρα ενός νοσηρού καμπαρέ. Εκεί τοποθετεί αισθητικά την άρχουσα τάξη, λίγο πριν το βόμβο της πτώσης της. Αντίθετα, η Έβελυν Ασουάντ έρπει μοιρολογώντας στην σκηνή για την τύχη της ως Κασσάνδρα ενώ ο Χορός την κυκλώνει μέχρι να την ξεβράσει στις κερκίδες. Κρατώντας σφιχτά στα χέρια κόκκινα πανιά, το αίμα που μολύνει τον οίκο των Ατρειδών, αποσυντονίζονται καθώς ο δυνατός βοριάς παρασύρει τα υφάσματα. Η φωνή του σκηνοθέτη, αυτή τη φορά, τους καθησυχάζει: «Ό,τι θέλει ο καιρός, ο άνεμος, η φύση το σεβόμαστε», ακούγεται να λέει, αφού εξάλλου στη φύση του Αρχαίου Θεάτρου της Επιδαύρου θα παραδοθούν σε δύο εβδομάδες. Κάνοντας πρεμιέρα για λογαριασμό του Εθνικού Θεάτρου.
Το έργοΑγαμέμνων. Χοηφόροι. Ευμενίδες. Η τριλογία που έρχεται από τον 5ο αιώνα π.Χ. υπό τον τίτλο της «Ορέστειας», ως το τελευταίο σωζόμενο έργο (και λογικά το κύκνειο άσμα) του Αισχύλου βρίσκεται εδώ και 30 χρόνια στα σκηνοθετικά ενδιαφέροντα του Θεόδωρου Τερζόπουλου. Ο διεθνής δημιουργός που έχει αναπτύξει μια πολυετή και βαθιά ερευνητική σχέση με το αρχαίο δράμα σχεδίαζε από την δεκαετία του ’90 ν’ ανεβάσει την «Ορέστεια» κάπου πολύ μακριά, αλλά με την ανάλογη βαρύτητα του ‘ιερού’ στοιχείου της Επιδαύρου: Στο οροπέδιο του Θιβέτ. Τα, τότε, πλάνα προέβλεπαν μια φιλόδοξη συνεργασία του Άττις με την Κεντρική Ακαδημία Θεάτρου του Πεκίνου, έχοντας ως αφορμή τις πυκνές αναλογίες του μύθου της «Ορέστειας» με ένα τραγικό θιβετιανό μύθο. Στόχος δε, ήταν να αξιοποιηθούν Θιβετιανοί μοναχοί ως μέλη του Χορού.
Και μπορεί τότε το όραμα του Τερζόπουλου να μην υλοποιήθηκε, αλλά η ανάγκη να μελετήσει σε βάθος το μύθο της «Ορέστειας», νιώθοντας ακατανίκητη έλξη για «το απρόβλεπτο και το παράδοξο που το διέπει», δεν έπαψε. Φαίνεται, ωστόσο, πως έκτοτε μετακινήθηκε το πρίσμα της ανάγνωσης, εφόσον μιλάμε για ένα σκηνοθέτη που αφουγκράζεται με συνέπεια τις κοινωνικο-πολιτικές δονήσεις της εποχής του. Λαμβάνει, εξάλλου, υπόψη πως είναι ένα κείμενο που αντανακλά ακριβώς αυτό: Μια ταραγμένη περίοδο εντός κι εκτός του κράτους της Αθήνας.
Ο Αισχύλος σχολιάζει τα τεκταινόμενα με δραματουργική πρόφαση το μύθο των Ατρειδών. Μετά από τον 10ετή Τρωϊκό πόλεμο, ο βασιλιάς Αγαμέμνων, επιστρέφει θριαμβευτής στο Παλάτι των Μυκηνών με τρόπαιο την πριγκίπισσα Κασσάνδρα. Η άφιξή του ταυτίζεται με το φόνο του από το χέρι της γυναίκας του Κλυταιμνήστρας, με την υποστήριξη του εραστή της Αιγίσθου. Διψώντας για εκδίκηση, η κόρη τους Ηλέκτρα, θα βρει λύτρωση στην επιστροφή του αδερφού της Ορέστη που σπιλώνει το αίμα με αίμα, διαπράττοντας μητροκτονία. Ικέτης του Απόλλωνα τώρα ζητώντας προστασία, ο Ορέστης καταδιώκεται από τις Ερινύες μέχρι τη δίκη του στην Αθήνα και στον Άρειο Πάγο (με αρωγό του τη θεά Αθηνά) – η λειτουργία του οποίου (σε πραγματικό ιστορικό χρόνο) έχει υποστεί μεταρρυθμίσεις που έχουν προξενήσει σοβαρές κοινωνικές αντιδράσεις.
Θεόδωρος Τερζόπουλος: Η Δημοκρατία χρησιμοποιείται ως άλλοθι κι αυτό έχει ρίζες σε προπατορικά αμαρτήματα. Ήταν το σύστημα που βόλευε την άρχουσα τάξη και εξελίχθηκε στη μεγαλύτερη απάτη στην ιστορία της Ανθρωπότητας και στη διάρθρωση των κοινωνιών
«Όλος ο σύγχρονος πολιτισμός έχει στηριχθεί σε αυτό το έργο και έχει δώσει άλλοθι σε κάθε δημοκρατική εξουσία, μέχρι τις μέρες μας. Είναι ένα έργο καθαρά πολιτικό, καθοριστικό για το δημόσιο λόγο και τους κανόνες της ρητορικής. Και συνάμα καταγράφει την εξέλιξη του μεγαλύτερου κομματιού της ανθρώπινης ιστορίας: Από τη Μητριαρχία, στην Πατριαρχία μέχρι την επιβολή του υποτιθέμενου δημοκρατικού πολιτεύματος. Εδώ βλέπουμε όλα τα στάδια μετάβασης στη δομή της κοινωνίας», παρατηρεί η Αγλαΐα Παππά που αναλαμβάνει εδώ – από το ρόλο της θεάς Αθηνάς – να παγιδεύσει, μια για πάντα, τους πολίτες με λογικοφανή επιχειρήματα.
Δεν είναι τυχαίο που η ανάγνωση του Θεόδωρου Τερζόπουλου προκρίνει τις «Ευμενίδες», το τρίτο μέρος της τριλογίας, και ο ίδιος εξηγεί το γιατί: «Παρακολουθώντας διάφορες εκδοχές της Ορέστειας στην Ελλάδα και στο εξωτερικό δεν καταλάβαινα το βαθύ πολιτικό πυρήνα των Ευμενίδων, δεν μπορούσα να κατανοήσω την πειθώ της Αθηνάς, σε μια εποχή που επανασυστήνεται ο ΄Αρειος Πάγος – παρά μόνο για να εξυπηρετήσει συμφέροντα της άρχουσας τάξης· κατά τον ίδιο τρόπο που λειτουργεί και σήμερα η Δικαιοσύνη. Η Αθηνά εξαπατά τις Ερινύες, την κάτω τάξη των πραγμάτων δηλαδή, ζητώντας τους να προσφέρουν τους καρπούς της εργασίας τους στην αστική τάξη. Εκεί δομείται η γραμμή της αστικής δημοκρατίας. Η Δημοκρατία χρησιμοποιείται ως άλλοθι κι αυτό έχει ρίζες σε προπατορικά αμαρτήματα. Ήταν το σύστημα που βόλευε την άρχουσα τάξη και εξελίχθηκε στη μεγαλύτερη απάτη στην ιστορία της Ανθρωπότητας και στη διάρθρωση των κοινωνιών», υπογραμμίζει ο σκηνοθέτης της παράστασης, κρίνοντας αναπόφευκτη τη σύνδεση των ζητημάτων που θέτει ο Αισχύλος με τη σύγχρονη εμπειρία της ολιγαρχικής παγκόσμιας κατάστασης.
Αγλαΐα Παππά: Ο όρος πολίτης είναι συγγενικός της λέξης οπλίτης. Αυτό σημαίνει πως ως πολίτες ήμασταν και δεν παύουμε να είμαστε μάχιμα κοινωνικά υποκείμενα
Παρότι ένθερμος υποστηρικτής της σκέψης πως «εκεί που σταματάει η αυτοβιογραφία αρχίζει η Τέχνη», αυτή τη φορά αναζητά συναισθηματικά φορτία ώστε η ανάγνωση της σκοτεινής «Ορέστειας» να φέρει νύξεις προσωπικών του βιωμάτων και γεγονότων της πρόσφατης ιστορικής εμπειρίας. «Έπρεπε να σκεφτώ την αφετηρία αυτής της αρχαίας προδοσίας. Και συζητώντας με τον αδερφό μου που είναι διεθνολόγος φτάσαμε να εξετάζουμε πως εξαπάτησαν οι Άγγλοι τους αντάρτες, καταλήγοντας στο Σύμφωνο της Βάρκιζας. Αναζήτησα τις μνήμες μου, τις εξορίες, τα ξερονήσια που γέμιζαν από ηττημένους, από εκείνους που υπέγραψαν για τα φρονήματα τους, από την άνοδο της αστικής τάξης, το δόγμα Τρούμαν. Αναζήτησα τη σημερινή αντιστοιχία του δόγματος Τρούμαν και αναγνώρισα εμάς ως τους σύγχρονους ηττημένους· κι ας είναι κι απροσδιόριστες οι τάξεις που ανήκουμε, αφού ένας φτωχός μπορεί να ταξιδέψει στον κυβερνοχώρο και να πιστεύει πως είναι πλούσιος. Αναζήτησα, επίσης, από που έρχεται η Κασσάνδρα: Από τα γκρεμισμένα εδάφη της Γάζας, γι’ αυτό και τραγουδάει μοιρολόγια παλαιστινιακά προσδιορίζοντας κι εκείνη το στίγμα του εδώ και τώρα».
Ο Σάββας Στρούμπος, στενός συνεργάτης του Τερζόπουλου στη σκηνοθεσία και ερμηνευτής του Αγαμέμνονα, βρίσκει ιδιοφυή την ιδέα της ανάγνωσης να επικεντρωθεί στα γεγονότα του Άρειου Πάγου «όχι σαν μια διαδικασία εγκαθίδρυσης της Δημοκρατίας, αλλά ως μια επιβολή Νέας Τάξης πραγμάτων που θα οδηγήσει στη δίνη νέων αδιεξόδων. Εκτιμώ πως είναι μια πολύ σημαντική στιγμή γιατί το κοίταγμα μας αυτό δεν διαχωρίζει το τραγικό πάθος από την κριτική στάση στα πράγματα. Φωτίζει, αντίθετα, τις τραγικές πτυχές του σύγχρονου βίου, υπενθυμίζοντας την οικουμενική διάσταση του κειμένου».
Όπως, εξάλλου, συμπληρώνει η Αγλαΐα Παππά, ανακαλώντας την προσέγγιση ενός Έλληνα ακαδημαϊκού, «ο όρος πολίτης είναι συγγενικός της λέξης οπλίτης. Αυτό σημαίνει πως ως πολίτες ήμασταν και δεν παύουμε να είμαστε μάχιμα κοινωνικά υποκείμενα».
Η σκηνοθεσίαΜέσα στα χρόνια είχε πολλές ευκαιρίες να ανεβάσει την «Ορέστεια» για λογαριασμό διεθνών φεστιβάλ. Μέσα στα χρόνια, επίσης, αρνήθηκε την Επίδαυρο πολλάκις «ως χώρο πολλών αμαρτιών». Σήμερα, ο Θεόδωρος Τερζόπουλος αντιμετωπίζει την επιδαύρια ορχήστρα ως κήτη όπου μπορεί να χωρέσει το προσωπικό φορτίο ενός δημιουργού. «Και μέσα μου υπήρχε η ανάγκη για μια δέηση, μια προσευχή στον Αισχύλο, στον Μπέκετ, στον Μπρεχτ και στο Μίλερ· όλες τις μεγάλες αναφορές του σκηνοθετικού μου έργου».
Η σκηνοθεσία του στην «Ορέστεια» κάνει χρήση αλάνθαστων πληροφοριών και εργαλείων: Της ποιητικής του Μπρεχτ, της θεωρίας του Μίλερ «ως αρνητή όλων των βεβαιοτήτων» και του Μπέκετ, ιδρυτή της «γκρίζας οντολογικής ζώνης της ύπαρξης και της ματιάς του τίποτα». «Όπως καταλαβαίνετε χρειάστηκα τρόπους για να προσεγγίσω τη μετακινούμενη αισχύλεια άμμο, η οποία έχει και δίνες που μπορούν να σε ρουφήξουν ανά πάσα στιγμή· δεν είναι άμμος ηλιοθεραπείας», λέει σαρκαστικά ο σκηνοθέτης.
Θεόδωρος Τερζόπουλος: Το ανθρώπινο σώμα είναι το κέντρο μας. Ο άνθρωπος τόσο στο θέατρο όσο και στην κοινωνία είναι αθέατος – η κοινωνία είναι ασώματη. Οι ασώματοι θεατές παρατηρούν ασώματους ηθοποιούς κι αυτή είναι η επικύρωση της τραγωδίας της μετα-ανθρώπινης εποχής μας
Πώς μεταφράζονται όλα τα παραπάνω παραστατικά; Μα, σε ένα προσκύνημα στο ανθρώπινο σώμα, μια θεατρική τελετή, ταυτισμένη με τη μέθοδο Τερζόπουλου. «Το ανθρώπινο σώμα είναι το κέντρο μας. Ο άνθρωπος τόσο στο θέατρο όσο και στην κοινωνία είναι αθέατος – η κοινωνία είναι ασώματη. Οι ασώματοι θεατές παρατηρούν ασώματους ηθοποιούς κι αυτή είναι η επικύρωση της τραγωδίας της μετα-ανθρώπινης εποχής μας», τονίζει με την πρόθεση να προσφέρει επαυξημένο χώρο και χρόνο στη σωματική ενέργεια και στο φωνητικό κεφάλαιο καθώς, όπως σημειώνει, «θέλω να ξαναζωντανέψουν οι βασικές αισθήσεις: Η ακοή, η αφή, η όραση». Γι’ αυτό εξάλλου, η κατά Τερζόπουλο, «Ορέστεια» δεν θα κάνει καμία χρήση τεχνικών μέσων. Τα μικρόφωνα και οι οθόνες βγαίνουν εκτός συζήτησης και κυριαρχεί μόνο ο άνθρωπος.
Αξιοποιώντας δε, τη δυνατότητα που του δίνει το Εθνικό και επιτρέπει στο σχήμα του Χορού να αγγίξει τα όρια του, φέρνει ένα σώμα 22 νέων ηθοποιών που θα επικρατήσει της ορχήστρας, μη εγκαταλείποντας τη σκηνική δράση για τα 200 λεπτά που θα διαρκέσει η παράσταση. Ο Χορός θα ορίσει τη δομή της «Ορέστειας».
«Η αρχική σκέψη ήταν να δημιουργήσουμε ένα μεγάλο Χορό για να επιστρέψει εορταστικά στο γενέθλιο τόπο του αρχαίου δράματος, την αργολική ορχήστρα. Στην πορεία μου αποκαλύφθηκε μια απίστευτη ευκαιρία: Να γνωρίσω μια γενιά την οποία δεν ήξερα, τα παιδιά της κρίσης. Να διαπιστώσω το εξαιρετικό υλικό που υπάρχει, την όρεξη για μάθηση, τις τεράστιες αντοχές τους – πολύ μεγαλύτερες από αυτές που είχε η γενιά μου. Είναι μια γενιά, έτοιμη να κάνει σάλτο μορτάλε. Ακούω τα παιδιά αυτά, τα αφουγκράζομαι, ακόμα κι όταν είμαι αυστηρός μαζί τους. Άλλωστε, νιώθω πως ποτέ δεν αγάπησα τους ηθοποιούς μου τόσο πολύ, όσο τούτη τη στιγμή».
Οι ήρωες – Οι ηθοποιοίΣτη λευκοντυμένη σκηνή, ο Θεόδωρος Τερζόπουλος ζητεί από τους πρωταγωνιστές του να μπουν ο ένας στην περιοχή του άλλου: Να δημιουργήσουν ένα γλυπτό σωμάτων, αφού σε εκείνους έχει επενδύσει και για την εικαστική δυναμική της παράστασης. Ο Σάββας Στρούμπος, από τη θέση της εποπτείας του όλου – αφού διατηρεί και την ιδιότητα του συνεργάτη σκηνοθεσίας φωτίζοντας παράλληλα την «τερατωδία της εξουσίας του Αγαμέμνονα» – ξεκαθαρίζει πως «ο ανθρώπινος παράγοντας είναι η μηχανή της παράστασης. Σημασία έχει πώς αυτή η συλλογικότητα θα σταθεί και θα αναπνεύσει πάνω στη σκηνή. Η σωματική φυσική ενέργεια προτάσσεται σε τέτοιο βαθμό που θα καθορίσει το τοπίο της παράστασης».
Σοφία Χιλλ: Δεν υπάρχουν άφοβοι ηθοποιοί που εμφανίζονται στην Επίδαυρο. Αλλά ας θυμηθούμε και τις εποχές που οι ερμηνευτές έπαιζαν αρχαίο δράμα, χωρίς τεχνικά βοηθήματα
Μαζί με τον πολυπληθή Χορό, στο κοίλον βρίσκεται η Σοφία Χιλλ ως Κλυταιμνήστρα, ο Τάσος Δήμας ως Προπομπός, ο Δαυίδ Μαλτέζε στο ρόλο του Αιγίσθου και η Έβελυν Ασουάντ ως Κασσάνδρα. Ο φόνος του βασιλιά Αγαμέμνονα έχει συντελεστεί. Όσο οι ήρωες αγγίζουν τα όρια τους, το ίδιο πράττουν και οι ηθοποιοί. Εξάλλου, δεν θα έχουν την υποστήριξη τεχνικών μέσων, παρά θα κληθούν να επικρατήσουν με το σώμα και τη φωνή τους. «Δεν υπάρχουν άφοβοι ηθοποιοί που εμφανίζονται στην Επίδαυρο. Πόσο μάλλον χωρίς τη χρήση μικροφώνων. Αλλά ας θυμηθούμε και τις εποχές που οι ερμηνευτές έπαιζαν αρχαίο δράμα, χωρίς τεχνικά βοηθήματα», σημειώνει η Σοφία Χιλλ. Παλαιό μέλος της ομάδας του Άττις, μυημένη εντατικά στη μέθοδο Τερζόπουλου εξηγεί πως «αποτελεί τον πιο ενδεδειγμένο τρόπος ώστε ο ηθοποιός να ανακαλύψει το κανάλι που θα ακολουθήσει ερμηνευτικά και να κατακτήσει την ελευθερία να αποδώσει τον ήρωα του».
Ο Δαυίδ Μαλτέζε, ηθοποιός του Σάββα Στρούμπου για μια πενταετία, υπερθεματίζει από τη θέση του Αίγισθου, πάνω στο δίδαγμα του «τι σημαίνει να βρω τις δυνατότητες του σώματος μου και να τις αξιοποιήσω στο μέγιστο. Η μέθοδος που έχουμε διδαχθεί υπερασπίζεται το σώμα· το σώμα μας οδηγεί. Κι αυτό είναι ένα εργαλείο σε κάθε είδος θεάτρου που θα υπηρετήσει κανείς. Φυσικά εδώ, μιλάμε για έναν ελεγχόμενο βακχισμό. Η εμπειρία στο θέατρο του Τερζόπουλου είναι παρόμοια με την αίσθηση του να ίπτασαι. Αισθάνομαι πως δεν μπορείς να παίξεις απλώς, αλλά να είσαι το πρόσωπο του ήρωα, να πλησιάσεις το δυνατόν περισσότερο την αλήθεια του» λέει – δοκιμάζοντας δε, για τρίτη φορά στην πορεία του την τραγωδία της «Ορέστειας».
Δαυίδ Μαλτέζε: Μιλάμε για έναν ελεγχόμενο βακχισμό. Η εμπειρία στο θέατρο του Τερζόπουλου είναι παρόμοια με την αίσθηση του να ίπτασαι
Η Αγλαΐα Παππά, υποδυόμενη τη θεά Αθηνά έρχεται αντιμέτωπη με μιαν άλλη πρόκληση, πάντα μέσα στο σύστημα Τερζόπουλου: Την ακινησία. «Είναι μια συνθήκη που δημιουργεί έναν εσωτερικό ίλιγγο. Η Αθηνά θα σταθεί επί σκηνής σε μια στατική συνθήκη ως άγαλμα, αλλά όπως λέει ο σκηνοθέτης μας, η εσωτερική της κίνηση θα έχει την ταχύτητα περιστροφής της σβούρας. Η ακινησία μου προσφέρει μια δυνατότητα ακραίας ενέργειας και πυκνότητας, την οποία θεωρώ απαραίτητη για την ενεργοποίηση όσων συμβαίνουν στη σκηνή» τονίζει.
Από τα νεότερα μέλη της ομάδας του ‘Αττις, η Έβελυν Ασουάντ θα συναντήσει την Κασσάνδρα για δεύτερη φορά, μετά τη μνημειώδη σκηνοθεσία του Θεόδωρου Τερζόπουλου στις «Τρωάδες» – όπως παρουσιάστηκαν στο Αρχαίο Θέατρο των Δελφών. Και για εκείνη, η ενέργεια συνιστά μια λέξη κλειδί για την ερμηνεία ως ηθοποιού του Τερζόπουλου, καθώς «μας δίνεται η ευκαιρία να δοκιμάσουμε τα όρια μας. Ό,τι προσφέρεις, σου επιστρέφεται ως μια δύναμη ενέργειας, η οποία τελικά επιτρέπει να ‘κυλήσεις’ σε σημεία που δεν είχες φανταστεί πως μπορούσες». Μια αναγκαία υπέρβαση καθώς ο ρόλος της Κασσάνδρας συνιστά μια επικίνδυνη ακροβασία: «Είναι παιδί του Διονύσου και του Απόλλωνα, δεν είναι μόνο ένα παιδί του πολέμου, ο πόλεμος συμβαίνει κυριολεκτικά εντός της, είναι ένα κατ’ εξοχήν τραγικό πρόσωπο».
Η πρόβα συνεχίζεται σε συνθήκες υπέρβασης για όλες και όλους.
Ο ΧορόςΗ προθέρμανση του 22μελούς Χορού, φωνητική και σωματική, δονεί (χωρίς υπερβολή) το θέατρο του Σχολείου Ειρήνης Παππά. Η προετοιμασία του έχει υπάρξει πολύμηνη και εντατική· και πως αλλιώς όταν η σκηνοθεσία απαιτεί μια στιβαρή παρουσία επί 200 λεπτά, επιτελώντας διαρκώς σκηνικές δράσεις. Ηθοποιοί της νέας γενιάς, κάποιοι άρτι απόφοιτοι από δραματικές σχολές, άλλοι (και) σπουδαστές των καλοκαιρινών σεμιναρίων του ‘Αττις, μερικοί κάνοντας το ντεμπούτο τους στο θέατρο, κατέχοντας όλοι και όλες πως θα αποτελέσουν τον πνεύμονα της «Ορέστειας».
«Από την αρχή ξέραμε ότι θα είναι μια εξαιρετικά απαιτητική συνθήκη αλλά στην πορεία ήρθε η αποκάλυψη: Συνειδητοποιήσαμε ότι είναι μια ιδανική ευκαιρία για να βιώσουμε πως το σώμα δεν έχει όρια· με την έννοια πως εκεί που θα νιώσει κανείς κούραση, είναι σαν να σπάει ο τοίχος για να περάσει απέναντι. Μοιάζει με μια πνευματική διαχείριση της κατάστασης· η κόπωση ξεκινάει εκεί που τελειώνουν οι ανάγκες της παράστασης», σημειώνει ο Αλέξανδρος Τούντας, ο οποίος εκτός από μέλος του Χορού, υποδύεται και τον Οικέτη.
Αλέξανδρος Τούντας: Συνειδητοποιήσαμε ότι είναι μια ιδανική ευκαιρία για να βιώσουμε πως το σώμα δεν έχει όρια· με την έννοια πως εκεί που θα νιώσει κανείς κούραση, είναι σαν να σπάει ο τοίχος για να περάσει απέναντι
Η Έλλη Ιγγλίζ, έμπειρη στο σύστημα του Άττις ως ηθοποιός του Σάββα Στρούμπου, εξηγεί πως η ομάδα ακολουθεί πρόγραμμα καθημερινού training για να ανταποκριθεί στην πλήρη ενεργοποίηση σώματος και πνεύματος αλλά και «για να κατακτήσουμε ως ομάδα το στοίχημα της ομογενοποίησης, να ζυμωθούμε». «Μας δόθηκε χρόνος να αυτοσχεδιάσουμε, να ανοίξουμε ενεργειακά, να κάνουμε ένα άλμα στη φαντασία, στα ένστικτα και στις αισθήσεις μας», προσθέτει η Ναταλία Γεωργοσοπούλου.
Πολλά μέλη του Χορού επισημαίνουν τη δύναμη της συλλογικότητας ως αφυπνιστικό παράγοντα. Ο Θάνος Μαγκλάρας αναφέρει πως ο ένας για τον άλλο λειτουργούν ως «αγωγοί ενέργειας», η Βασιλίνα Κατερίνη σημειώνει πως κάθε μέλος του Χορού «μεταποιεί αυτό που δίνει ο άλλος και πως αυτό νοηματοδοτεί το σύνολο», ο Ντίνος Παπαγεωργίου δηλώνει πως «η συλλογική συγκέντρωση έρχεται σαν ξάφνιασμα στο σώμα. Σαν να φεύγουν τα ατομικά άγχη και οι ανασφάλειες, σαν να μας παρασύρει όλους μια εκρηκτική ενέργεια» και η Κατερίνα Χιλλ περιγράφει μια ομάδα που δυναμώνει κάθε μέρα «από το απόθεμα της καθεμιάς και του καθενός μας. Κι εκεί συνειδητοποιείς πόσο μικρό κομμάτι είμαστε μέσα σε ένα μεγάλο παζλ».
Για τους πρωτοεμφανιζόμενους – όπως ο Πύρρος Θεοφανόπουλος και η Μυρτώ Ροζάκη – και μάλιστα με επιδαύριο βάπτισμα, η εικόνα μεγεθύνεται. «Από την πρώτη εμφάνιση περιμένεις να αποκτήσεις την εμπειρία κάποιων πραγμάτων. Όμως, εδώ, έχει σημασία η διαδικασία που ακολουθείται: Η ηρεμία που αναπτύσσεται για να υπηρετήσουμε το χάος» λέει ο πρώτος. Η Λυγερή Μητροπούλου, παρότι δουλεύει επαγγελματικά εδώ και πέντε χρόνια, στέκεται «στην εμπιστοσύνη που έδειξε ο Θεόδωρος Τερζόπουλος σε μια γενιά φρέσκων ηθοποιών αναθέτοντας τους ρόλους ευθύνης, κάτι που εκτός από συγκινητικό μας δείχνει και την ουσία αυτής της δουλειάς».
Η μουσικήΠαρότι οι κώδικες συνεργασίας με το Θόδωρο Τερζόπουλο είναι ασκημένοι επί 30 χρόνια, ο μουσικός Παναγιώτης Βελιανίτης ξεκίνησε την έρευνα για τη μουσική σύνθεση της «Ορέστειας» από το καλοκαίρι του 2023. Το πολυσήμαντο είδος του αρχαίου δράματος απαιτούσε, σύμφωνα με τον ίδιο, μια ‘συμφωνία’ διαστάσεων τις οποίες οφείλει η μουσική να υπηρετήσει. «Η Ορέστεια λειτούργησε στα μάτια μας ως καρπός κι εμείς έπρεπε από αυτόν να εξορύξουμε το σπόρο και να τον φυτέψουμε σε χώμα σημερινό. Σκεπτόμενοι πως ερχόμαστε να διαταράξουμε την ησυχία μιας παλιάς γνώσης, αποφασίσαμε κάτω από κάθε δράση να υπάρχει μια χθόνια ηχώ, το υπόστρωμα μιας χθόνιας αντήχησης», λέει ο Παναγιώτης Βελιανίτης – όπως χθόνιες θεές είναι και οι Ερινύες.
Παναγιώτης Βελιανίτης: Σκεπτόμενοι πως ερχόμαστε να διαταράξουμε την ησυχία μιας παλιάς γνώσης, αποφασίσαμε κάτω από κάθε δράση να υπάρχει μια χθόνια ηχώ
Συνέθεσε, έτσι, μια σειρά από αφηρημένους, μινιμαλιστικούς ήχους που μοιάζουν να έρχονται από τα έγκατα της γης με στόχο «να συντονίζουν ασυνείδητα τους ηθοποιούς και να δημιουργούν το έδαφος για να βουτήξει ο καθένας και η καθεμιά από αυτούς στο συλλογικό ασυνείδητο». Την ίδια ώρα, ανάμεσα στις εντάσεις και τις υφέσεις της τραγωδίας έχουν σπαρθεί και ακούσματα οικουμενικά και αναγνωρίσιμα για να εγείρουν, όπως λέει ο συνθέτης, το συναίσθημα. Γι’ αυτό και πλάι στους ‘τεχνητούς’ ήχους θα ακουστούν και παραδοσιακά τραγούδια, όπως το πέρσικο τραγούδι της Κασσάνδρας «σαν ηπειρώτικο μοιρολόι πάνω από τα μνήματα».
Η “Ορέστεια” κάνει πρεμιέρα στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου για λογαριασμό του Εθνικού Θεάτρου στις 12 και 13 Ιουλίου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Επιδαύρου 2024
Μετάφραση: Ελένη Βαροπούλου
Σκηνοθεσία – Δραματουργική επεξεργασία: Θεόδωρος Τερζόπουλος
Συνεργάτης σκηνοθέτης: Σάββας Στρούμπος
Σκηνικά – Κοστούμια – Φωτισμοί: Θεόδωρος Τερζόπουλος
Πρωτότυπη μουσική σύνθεση: Παναγιώτης Βελιανίτης
Σύμβουλος δραματολόγος: Μαρία Σικιτάνο
Δραματολόγος παράστασης: Ειρήνη Μουντράκη
Βοηθός σκηνοθέτη: Θεοδώρα Πατητή
Συνεργάτης σκηνογράφου: Σωκράτης Παπαδόπουλος
Συνεργάτιδα ενδυματολόγου: Παναγιώτα Κοκκορού
Συνεργάτης φωτιστή: Κωνσταντίνος Μπεθάνης
Καλλιτεχνική συνεργάτιδα: Μαρία Βογιατζή
Παίζουν: Έβελυν Ασουάντ (Κασσάνδρα), Τάσος Δήμας (Φύλακας/Προπομπός), Κωνσταντίνος Ζωγράφος (Πυλάδης), Έλλη Ιγγλίζ (Τροφός), Κώστας Κοντογεωργόπουλος (Ορέστης), Δαυίδ Μαλτέζε (Αίγισθος), Άννα Μαρκά Μπονισέλ (Προφήτις), Νίκος Ντάσης (Απόλλων), Ντίνος Παπαγεωργίου (Κήρυκας), Αγλαΐα Παππά (Αθηνά), Σάββας Στρούμπος (Αγαμέμνων), Αλέξανδρος Τούντας (Οικέτης), Νιόβη Χαραλάμπους (Ηλέκτρα), Σοφία Χιλλ (Κλυταιμνήστρα/Το Είδωλον της Κλυταιμνήστρας)
Xορός: Μπάμπης Αλεφάντης, Ναταλία Γεωργοσοπούλου, Κατερίνα Δημάτη, Κωνσταντίνος Ζωγράφος, Πύρρος Θεοφανόπουλος, Έλλη Ιγγλίζ, Βασιλίνα Κατερίνη, Θάνος Μαγκλάρας, Ελπινίκη Μαραπίδη, Άννα Μαρκά Μπονισέλ, Λυγερή Μητροπούλου, Ρόζυ Μονάκη, Ασπασία Μπατατόλη, Νίκος Ντάσης, Βαγγέλης Παπαγιαννόπουλος, Σταύρος Παπαδόπουλος, Μυρτώ Ροζάκη, Γιάννης Σανιδάς, Αλέξανδρος Τούντας, Κατερίνα Χιλλ, Μιχάλης Ψαλίδας, Giulio Germano Cervi