Δύο μαρμάρινα αττικά επιτύμβια αγγεία, μια λήκυθος και μια λουτροφόρος του 4ου π.Χ., επέστρεψαν στην Αθήνα, μετά την αίσια έκβαση πολυετούς διεκδίκησής τους από το Ελληνικό Δημόσιο. Οι μαρμάρινες λήκυθοι και λουτροφόροι εμφανίζονται από τον ύστερο 5ο και σε όλη τη διάρκεια του 4ου αι. π.Χ. στα αρχαία αττικά νεκροταφεία, ως επιτύμβια σήματα, στημένα σε οικογενειακούς ταφικούς περιβόλους. Αποτελούν προϊόντα αποκλειστικώς των αττικών εργαστηρίων μαρμαρογλυπτικής. Αμφότερα τα αγγεία, που επέστρεψαν από τη Βασιλεία, χρονολογούνται στον 4ο αι. π.Χ..
Η Ιντερπόλ εντόπισε τα αγγεία που είχαν τεθεί προς πώλησηΤον Οκτώβριο του 2017 το ελληνικό γραφείο της Ιντερπόλ ειδοποίησε τη Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών ότι τα εν συγκεκριμένα επιτύμβια αγγεία είχαν τεθεί προς πώληση στην έκθεση Frieze Masters στο Λονδίνο από τον Ελβετό έμπορο τέχνης J-D. C., αποστέλλοντας και σχετικό φωτογραφικό υλικό που είχε περιέλθει σε γνώση της. Η Διεύθυνση διαπίστωσε ότι πρόκειται για τις ίδιες ελληνικές αρχαιότητες που είχαν κατασχεθεί το 2002 από τις ιταλικές και τις ελβετικές αρχές στη Βασιλεία της Ελβετίας, στις αποθήκες του Ιταλού εμπόρου τέχνης Becchina και της συζύγου του. Τα αγγεία, μετά την κατάσχεσή τους, είχαν ταυτιστεί από τους Έλληνες πραγματογνώμονες ως ελληνικής προέλευσης και είχαν ενημερωθεί σχετικά οι Ιταλικές Αρχές. Όταν εντοπίστηκαν να πωλούνται στο Λονδίνο, το ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού ζήτησε άμεσα ενημέρωση για το θέμα από το Υπουργείο Πολιτισμού της Ιταλίας. Από την απάντηση των ιταλικών αρχών προέκυψε ότι οι δύο αρχαιότητες είχαν επιστραφεί στον Ιταλό έμπορο τέχνης, στη Βασιλεία, τον Μάρτιο του 2014, μετά την έκδοση σχετικής Απόφασης του Δικαστηρίου της Ρώμης το 2011, καθώς διαπιστώθηκε ότι δεν ήταν ιταλικής προέλευσης.
Η Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών, ζήτησε τη συνδρομή της Ιντερπόλ και της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, ώστε να υποβληθεί αίτημα δικαστικής συνδρομής προς τις ελβετικές αρχές αναφορικά με την κατάσχεση και την επιστροφή των δύο αγγείων στην Ελλάδα ως προϊόντα εγκλήματος. Τον Νοέμβριο του 2017 οι δύο αρχαιότητες κατασχέθηκαν για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου από την Εισαγγελία του Καντονίου της Βασιλείας, όπου και παρέμειναν μέχρι την οριστική απόδοσή τους στο Ελληνικό Δημόσιο στις 27/06/2024.
Διαβάστε περισσότερα στο Skai.gr.