Χθες, Δευτέρα 02/07, η Μαρία Φαραντούρη έδωσε μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης στις Στιγμές με τον Μάνο Νιφλή. Η σπουδαία ερμηνεύτρια αφηγήθηκε μια ζωή γεμάτη εμπειρίες δίπλα στον Μίκη Θεοδωράκη, τον Μάνο Χατζιδάκι και διεθνείς προσωπικότητες, αλλά και άγνωστες ιστορίες από την εποχή της Χούντας και όχι μόνο.
Για τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Μάνο Χατζιδάκι είπε:«Ο Μίκης ήταν υπερβατικό πρόσωπο, ένας εκρηκτικός άνθρωπος. Πολύ τολμηρός, πολύ ελεύθερος, αλλά και υπερβατικός. Μας έδινε ένα απίστευτο νόημα στη ζωή μέσα από αυτά που πίστευε ο ίδιος, μέσα από την καθαρή του έμπνευση. Δεν ήταν η ιδεολογία που καπέλωσε την τέχνη του, αλλά η τέχνη του ήτνα αυτός ο τρόπος που εξέφρασε την αλήθεια του. Για μένα ήταν και πατέρας και μέντορας και φίλος. Ταυτόχρονα όμως, γνώρισα και τον Μάνο. Είχα την τιμή να τραγουδήσω έργα του. Ο Μάνος Χατζηδάκις δεν μου έδωσε τραγούδια, μου έδωσε έργα. Την “Εποχή της Μελισσάνθης”, για τη φωνή μου, μου έγραψε τη “σκοτεινή μητέρα”, τα “Παράλογα”… Έβαλε και τον Μίκη να τραγουδάει στα “παράλογα”. Πριν φύγει από τη ζωή δουλεύαμε πάνω στην Αμοργό, δεν πρόλαβε να το τελειώσει. Ήθελε εγώ να το τραγουδήσω».
«Πόσο δεμένοι ήταν και οι δύο… Μην ακούτε τι έλεγαν. Πάντα υπάρχει το σύστημα που πρέπει να έχει τις δύο αντίπαλες πλευρές. Ήταν και αγαπημένοι, πήγαιναν μαζί στο ωδείο, ο ένας βοηθούσε τον άλλον… Ωστόσο πρέπει να πούμε και για τους δύο ότι ήτανε άνθρωποι αντισυμβατικοί, ελεύθεροι, τολμηροί και έρχονταν ακόμα και κόντρα στην κοινή γνώμη», είπε μεταξύ άλλων.
«Έρχεται, λοιπόν, η δικτατορία, σταματάει η δημιουργία, διαμαρτυρία. Όλα μαζί ενωμένα! Η δημιουργία συναντούσε την ανάγκη του κόσμου να τραγουδήσει και να συναντηθεί με το όνειρο, με την ελπίδα. Δεν ήταν η καριέρα μου για να πουλήσω. Δεν υπήρχε αυτή η λογική τότε. Έρχεται η Χούντα, οπότε απαγορεύεται αμέσως η μουσική του Μίκη. Μου στέλνει ένα γράμμα, κρύβεται ο Μίκης πριν τον πιάσουν. Πάω σε ένα σπίτι, μου παραδίδουν ένα κουτάκι από τσίχλες και έλεγε να πάρω τους μουσικούς και να φύγουμε ένας ένας. Στο εξωτερικό δεν πρέπει να φοβάστε. Αμέσως το ένιωσα αυτό. Το συζήτησα με τους γονείς μου, οι οποίοι ήταν πολύ ανοιχτοί και μπήκα στο αεροπλάνο και πήγα στο Παρίσι. Δημιουργήσαμε αυτή την ωραία ορχήστρα. Μας φιλοξένησαν πολύ καλά οι Γάλλοι. Ήταν κάτι το απίστευτο αυτό που βιώσαμε. Γιατί υπήρχε η ανάγκη μέσα από το δυνατό αυτό τραγούδι να δείχνει ο κόσμος την αλληλεγγύη του στην Ελλάδα, στη χώρα που γέννησε την δημοκρατία. Ήταν το μέσον η μουσική μας, είχε τη δύναμη να κρατήσει τον κόσμο».