Στην ευρύτατη θεματική που έθεσε σε ανοιχτή συζήτηση το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου ο τίτλος ήταν «Τέχνη και Κοινωνία», αναζητώντας τους δεσμούς της καλλιτεχνικής δημιουργίας και των αποδεκτών της. Στην πραγματικότητα όσα επιχειρήθηκαν να τεθούν από την ομήγυρη των καλεσμένων καλλιτεχνών – (αλφαβητικά) Ελένη Δημοπούλου, Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, Αικατερίνη Παπαγεωργίου, Έλενα Τοπαλίδου, Ηλίας Χατζηγεωργίου, Χρήστος Χωμενίδης με συντονίστρια την καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ, Κατερίνα Ευαγγελάτου – ακουμπούσαν στις ίδιες έννοιες χωρίς το σύνδεσμο «και», αλλά ενδεχομένως με την πρόθεση «χωρίς»: Κοινωνία χωρίς τέχνη ή τέχνη χωρίς κοινωνία. Ειδικά, μετά την δύσκολη περίοδο της πανδημίας όπου η τέχνη συντέλεσε ως παράγοντας κοινωνικής συνοχής.
Στο πάνελ των ομιλητών, εξάλλου, συμμετείχαν τουλάχιστον τρεις δημιουργοί, διαφορετικών γενεών που εντρύφησαν σε ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες δια μέσου της τέχνης, βλέποντας το τοπίο να αλλάζει, έστω και σε μικρή κλίμακα.
Η Ελένη Δημοπούλου, ορμώμενη από την συγκυρία να είναι μητέρα ενός κοριτσιού με σύνδρομο Down, της Λωξάνδρας Λούκας, ούσα και η ίδια ηθοποιός, ίδρυσε πριν 16 χρόνια την ομάδα «Εν δυνάμει» προσπαθώντας να απαντήσει στο ερώτημα «πως θα ζήσουμε καλύτερα ως οικογένεια. Τότε δεν θέλαμε να αλλάξουμε την κοινωνία, αλλά τους εαυτούς μας. Συγκεντρωθήκαμε, λοιπόν, 16 άτομα με αναπηρία και μη για να πετύχουμε την ορατότητα των πρώτων. Και παρότι δεν ξεκινήσαμε με τη σκέψη να προσφέρουμε κοινωνικό έργο, το αποτύπωμα προέκυψε, θέλοντας και μη», εξηγεί.
Η κ. Δημοπούλου δεν θέτει ως στόχο της ομάδας και των σημαντικών παραστάσεων της τη συμπερίληψη· δεν της αρέσει καν ως έννοια. Ωστόσο, εργάζεται, όπως διευκρινίζει, «για το δικαίωμα της διαφορετικότητας στη συμμετοχικότητα. Και ο μόνος τρόπος για να μας κατανοήσει η υπόλοιπη κοινωνία και να γίνουμε αποδεκτοί είναι να έχουμε ένα υψηλό καλλιτεχνικό αποτέλεσμα».
Για τους ανθρώπους στο περιθώριοΤην εμπειρία της για το θέατρο ως πεδίο κοινωνικής μετατόπισης και, γιατί όχι, ως δυνατότητα κοινωνικής ένταξης κρατουμένων μετέφερε η σκηνοθέτρια Αικατερίνη Παπαγεωργίου, μετά από δύο χρόνια στο θεατρικό εργαστήρι του σωφρονιστικού καταστήματος Κορυδαλλού. «Οι άνθρωποι που γνώρισα στις φυλακές ξεκινούν τη ζωή τους μέσα στο περιθώριο και, είναι αλήθεια, πως έχουν ελάχιστες ευκαιρίες για να ζήσουν μια καλύτερη ζωή. Η φυλακή, λοιπόν, γι’ αυτούς δεν είναι παρά ένα ακόμα βίωμα τιμωρίας· συνεπώς βρέθηκαν στο θεατρικό εργαστήρι μήπως και καταφέρουν να σπάσουν αυτό το βίωμα, με μια τεράστια προσδοκία να ξεφύγουν. Πρέπει να πω, ότι στο διάστημα που δουλεύουμε μαζί, οι άνθρωποι αυτοί μετακινούνται συθέμελα. Στην ομάδα είναι πρώτα δημιουργοί και μετά κρατούμενοι. Ειδικά δουλεύοντας πάνω στο αρχαίο δράμα, που θέτει πολιτειακά ζητήματα, επαναπροσδιορίζουν ουσιαστικά τη σχέση τους με την κοινωνία. Και αισθάνομαι πως το θέατρο είναι το πρώτο εισιτήριο στο κομμάτι της επανένταξης τους», σημειώνει η 27χρονη δημιουργός, έχοντας υποδεχτεί αποφυλακισθέντες ‘μαθητές’ του εργαστηρίου στο πρόσφατο ντεμπούτο της στη Μικρή Επίδαυρο με την «Ιφιγένεια».
Αντίστοιχη εμπειρία έχει να μοιραστεί και ο χορευτής και χορογράφος Ηλίας Χατζηγεωργίου, ο οποίος εδώ και χρόνια μπαίνει στις φυλακές σε μια προσπάθεια να ενεργοποιήσει τα σώματα των κρατουμένων που είναι εξίσου «περιορισμένα όσο και η σκέψη τους». «Οι κρατούμενοι βίωναν το σώμα τους μόνο μέσα από επιθετικές συνθήκες μέσα στη φυλακή, μέσα από καβγάδες, συγκρούσεις, ξύλο. Μαζί αρχίσαμε να βάζουμε στη συζήτηση μια άλλη δυνατότητα του σώματος ως φορέα συνεννόησης, ως μια άλλη γλώσσα επικοινωνίας. Είδαν ότι μπορούν να παράγουν κάτι με το κορμί τους και ομολογώ ότι στη φυλακή θυμήθηκα γιατί ξεκίνησα να χορεύω: Αντί να συγκρούομαι με τα παιδιά της περιοχής μου διοργανώναμε αγώνες street dance και φτιάχναμε ρίμες».
Η διεισδυτικότητα της τηλεόρασης στο κοινόΟ κινηματογραφιστής Λευτέρης Χαρίτος, που έγινε γνωστός στο μεγάλο κοινό μέσα από τη σκηνοθεσία του στις τηλεοπτικές «Άγριες μέλισσες» και πιο πρόσφατα στη «Μάγισσα» του ΑΝΤ1, δεν δίστασε να χαρακτηρίσει διαβολικό μέσο την τηλεόραση, αναφορικά με τη διεισδυτικότητα του στην κοινωνία και το κοινό. «Επηρεάζει τους ανθρώπους θέλοντας και μη. Το Netflix είναι μια παγκόσμια δύναμη τηλεοπτικού προϊόντος που καθορίζει την αισθητική των θεατών χωρίς να το καταλαβαίνουν. Τελευταία δε, τα προϊόντα μοιάζουν μεταξύ τους, απ’ όποια τοπική αγορά κι αν προέρχονται».
Υπερασπίστηκε, παρόλα αυτά, την ίδια δυναμική για τη θετική της επίδραση όταν, λόγου χάρη, τηλεθεάτριες των «Μελισσών» – κακοποιημένες από τους συντρόφους τους – επικοινωνούσαν με την πρωταγωνίστρια της σειράς, Μαρία Κίτσου (η ηρωίδα της ήταν επίσης θύμα σεξουαλικής βίας) ομολογώντας πως βρήκαν το θάρρος να καταγγείλουν τον κακοποιητή τους. «Νομίζω πως στην εποχή μας, η τηλεόραση μπορεί να θέσει όλα τα ζητήματα. Κι αν είναι μια τηλεόραση με ποιοτικούς όρους μιλάει σε όλους, δεν χρειάζεται αποκωδικοποίηση».
Ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης προσέγγισε τη θεματική της συζήτησης με πιο προσωπικό πρόσημο, διερωτώμενος για το αν η τέχνη του – όπως και κάθε δημιουργού – έχει αντίκτυπο στο κοινωνικό σύνολο. «Η αίσθηση της αχρησίας μας κυβερνά και μας κατακυριεύει μονίμως. Το αποτέλεσμα της δουλειάς ενός καλλιτέχνη δεν μπορεί να είναι μετρήσιμο γι’ αυτό και πολύ συχνά – ακόμα και για πράγματα τα οποία ξέρω πως έφτιαξα καλά – βυθίζομαι στο ναδίρ της μελαγχολίας. Όλοι οι δημιουργοί επιθυμούμε να αφήσουμε ένα σημάδι κι αυτό μας βασανίζει μέσα από την αίσθηση της έλλειψης νοήματος. Ωστόσο, η τέχνη δεν μπορεί να επηρεάσει με άμεσο τρόπο – χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν έχουν υπάρξει παραδείγματα τέχνης που άλλαξαν την εποχή τους. Θυμηθείτε την ’Καλύβα του μπάρμπα Θωμά’, ένα βιβλίο που θεωρείται ότι συνέβαλλε στην κατάργηση της δουλείας των μαύρων στην Αμερική. Δεν ξέρουμε αν ήταν προάγγελος μιας εποχής που δεν είχε ακόμα έρθει ή η συγγραφέας του Χάριετ Μπίτσερ Στόου είχε ήδη τη ματιά μιας επόμενης στιγμής για τον κόσμο. Νομίζω, πάντως, πως η τέχνη επηρεάζει έναν προς έναν. Κι αυτός είναι ένας πολύ ουσιώδης τρόπος», σημείωνε ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης παραπέμποντας στο γνωμικό του Ουίλιαμ Σαίξπηρ πως «η τέχνη δεν είναι για τους πολλούς, ούτε είναι για τους λίγους· είναι για τον καθένα ξεχωριστά».
Την διάσταση της ανακουφιστικής επίδρασης της τέχνης έβαλε στη συζήτηση ο συγγραφέας Χρήστος Χωμενίδης ευγνώμων, όπως είπε, που «μπορώ να δίνω μορφή σε κάποιες ιστορίες κι αυτό με κάνει – και κάθε καλλιτέχνη – λιγότερο απαρηγόρητο. Μην ξεχνάτε πως οι καλλιτέχνες έχουμε μια καταπληκτική δύναμη: Μπορούμε να βάζουμε τέλος στις αφηγήσεις μας. Κι αυτό είναι που δεν συμβαίνει στη ζωή και στην καθημερινότητα. Η ζωή αφήνει τα πάντα ανολοκλήρωτα».
Η συζήτηση διοργανώθηκε σε συνεργασία με την Τράπεζα Πειραιώς, αποκλειστικό χορηγό της πρόσφατης μετάκλησης της Ανν Τερέζα Κεεερσμάκερ στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού, πάντα στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.