Οι Βάκχες του Ευριπίδη, τραγωδία γραμμένη στην τρίτη δεκαετία του Πελοποννησιακού Πολέμου, εξιστορούν την έλευση του Διονύσου στη Θήβα, την άρνηση της αποδοχής της νέας θρησκείας και την τραγική αντιστροφή διώκτη και διωκόμενου που θα οδηγήσει στον αφανισμό του Πενθέα από την ίδια του τη μητέρα. Ο σκηνοθέτης Θάνος Παπακωνσταντίνου στη δεύτερη κάθοδό του στο αργολικό θέατρο για το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, αναμετράται με ένα έργο αποκαλυπτικό για το ενδιαφέρον του ποιητή για την έκσταση και τον μυστικισμό.
Η παράσταση θα παρουσιαστεί με ελληνικούς και αγγλικούς υπέρτιτλους, την Παρασκευή 2 και Σάββατο 3 Αυγούστου στο Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου.
Ο Ευριπίδης γράφει τις Βάκχες στο τέλος του 5ου π.Χ. αι. και της ζωής του. Εκεί ξαναφέρνει στη σκηνή τον θεό Διόνυσο, τον ιδρυτή του είδους. Ο θεός του θεάτρου, της ετερότητας, του διαμελισμού και της συγχώνευσης, της ευδαιμονίας και της καταστροφής, στήνει ένα παιχνίδι που ο Ευριπίδης θέλησε να τελειώσει με ένα διαμελισμένο σώμα που δεν θα μαζέψει κανείς.
Αν αυτό που διαμελίζεται επί σκηνής είναι το άνοιγμα στην ετερότητα, αυτό σημαίνει άραγε ότι έχει πια χαθεί για μας η προοπτική, μέσα από μια μύηση, μια πράξη συλλογική, να ανοίξουμε στο Άλλο, το δικό μας και του κόσμου; Τα κομμάτια μας δεν θα συνδεθούν ποτέ ξανά; Είμαστε καταδικασμένοι, όπως ο Πενθέας, να ζούμε περίκλειστοι στην καλά οχυρωμένη ατομικότητά μας, αλλιώς θα διαμελισθούμε; Δεν υπάρχουν πια οι γέφυρες που θα μας ενώσουν τον ένα με τον άλλο, με το Άλλο, με την ετερότητα των αισθημάτων, των ιδεών, των μύχιων σκέψεών μας, με το παράλογο μέσα μας, με το παράλογο του κόσμου; Μόνο μέσα από το δέρμα μας υπάρχει ασφάλεια. Ό,τι βρίσκεται είτε εντελώς έξω από μας, είτε εντελώς μέσα μας, θα παραμείνει για πάντα ξένο, απαραβίαστο, ανομολόγητο, άγνωστο, και για τον λόγο αυτό θα αντιμετωπιστεί με τη βία. Η βία είναι η μόνη γλώσσα που μπορούμε να καταλάβουμε; Μια βία κλειστή, αδιαπέραστη και απόλυτη, μια βία που δεν επιδέχεται κανενός είδους μύηση για να την ξεκλειδώσουμε, για να την καταλάβουμε, για να την αντέξουμε. Ο καταιγισμός των εικόνων στο διαδίκτυο, οι φυσικές καταστροφές, οι βόμβες, τα ακρωτηριασμένα σώματα και τα νεκρά παιδιά στα media, οι άψυχες και νεκρές selfie, οι ανεξέλεγκτες ροές δεδομένων, ανθρώπων, προϊόντων – άραγε δεν αντέχουμε πια την πνευματικότητα, την υπερβατικότητα, την ανάταση, επειδή ο μόνος θεός που μπορούμε να καταλάβουμε είναι ο θεός της παλαιάς διαθήκης, ο θεός εκδικητής, ο θεός τιμωρός; Αυτός είναι που μας αξίζει;
Ή μήπως το διαμελισμένο σώμα είναι ταυτόχρονα ένα παζλ που μπορεί να συμπληρωθεί, είναι μια κατασκευή που μας δείχνει τα μέλη της, ένα θέαμα; Και εξαρτάται από εμάς, τους θεατές, αν και πώς θα το συναρμολογήσουμε;