Ορέστεια του Στρίντμπεργκ: Η νέα παράσταση της Λένας Κιτσοπούλου στο Θέατρο Άνεσις
Η Λένα Κιτσοπούλου καταπιάνεται τη νέα σεζόν με τρία έργα του Αυγουύστου Στρίντμπεργκ, «Ο Χορός του Θανάτου» – «Οι Δανειστές» – «Η Πιο Δυνατή» και μάς παρουσιάζει τη δική της «Ορέστεια», από τον Οκτώβριο, στη σκηνή του Θεάτρου Άνεσις.
«Μία ατελείωτη νύχτα μόνο με Στρίντμπεργκ, από το βράδυ μέχρι το ξημέρωμα και με ένα μόνο εισιτήριο, στο Θέατρο Άνεσις, πάνω στη Λεωφόρο Κηφισιάς, με δεκάδες επιλογές γύρω γύρω για αποσυμπίεση από την πολύωρη παράσταση η οποία θα σκάψει την ψυχή του Στρίντμπεργκ όσο καμία μέχρι σήμερα για να αναρωτηθεί αν τελικά ο έρωτας είναι αγάπη και αν η αγάπη έχει σχέση με την σχέση ως συμβίωση ή ως συγκατοίκηση ή ως γάμος.
Τέσσερεις ηθοποιοί με έναν μόνο μηνιάτικο μισθό θα ερμηνεύουν και θα κοπανιούνται όλη νύχτα μέσα σε τρία έργα εξίσου μεγάλα και τα τρία, εξίσου κουραστικά και τα τρία, εξίσου ανεπίκαιρα και τα τρία, ενώ οι θεατές θα έχουν την ευκαιρία να ανακαλύψουν την λεωφόρο Κηφισιάς, αφού σίγουρα θα μπαινοβγαίνουν, γιατί ποιος αντέχει να βλέπει τρία έργα το ένα μετά το άλλο; ποιος αντέχει να ξημερώνει, να χαράζει και να βλέπει θέατρο;
Προτείνω το ξενοδοχείο Πρέζιντεντ που απ’ ότι θυμάμαι έχει ένα πολύ ωραίο ρουφ Γκάρντεν πάνω πάνω.
Στο πρόγραμμα της παράστασης θα βρείτε και άλλες πολλές προτάσεις για απόδραση από την παράσταση στην λεωφόρο Κηφισιάς και στα από πίσω στενάκια της!»
Λένα Κιτσοπούλου
Γιατί να πάρεις ένα τέτοιο έργο του Στρίντμπεργκ σήμερα και να το παίξεις στο θέατρο; Έλα μου ντε. Δεν υπάρχει κανένας λόγος. Γιατί να μιλήσεις μέσω του Στρίντμπεργκ για τον γάμο ως μία μακάβρια και φρικτή μορφή επίγειας κόλασης; Ένας λοχαγός μέσα σε ένα έρημο παραθαλάσσιο τοπίο με έναν απειλητικό φάρο, με έναν απειλητικό φρουρό που φρουρεί κάποιο στρατόπεδο μέσα σε αυτό το μουντό σκανδιναβικό τοπίο, το σκοτεινό, το χωρίς καλοκαίρι, χωρίς έστω μία ωραία γκόμενα με μαγιό να πίνει κοκτέιλ και να ποστάρει σέλφι, τίποτα τέτοιο, μόνο μπίχλα και γάμος. Ένα πιάνο μέσα στο σπίτι και μία γυναίκα, η σύζυγος του λοχαγού, στη σήψη μέσα κι αυτή, πολυθρόνες γύρω γύρω, τηλέγραφος αντί για τηλέφωνο, τι θα φάμε σήμερα, κάτι υπηρέτριες στη σήψη μέσα κι αυτές, απλήρωτες, αράχνες ίσως, κάτι παιδιά που μεγαλώσανε και δεν μένουν πια με τους γονείς τους, μόνο οι φωτογραφίες τους μέσα σε κορνίζες δηλώνουν ότι το ζευγάρι ήταν κάποτε και γονείς, αλλά πάει κι αυτό, πέρασε. Φωτογραφίες λοιπόν, με κάτι κατάξανθα παιδάκια, που το ξανθό εκεί πάνω είναι το λευκό και άρα κάποιο από τα δύο χρώματα δεν ισχύει εκεί πάνω ως χρώμα, φωτογραφίες από διακοπές σκανδιναβικές διακοσμούν το βαρετό σπίτι, τους μπουφέδες και τα σκρίνια του, φωτογραφίες που είσαι με νορθ φεις άνορακ καλοκαιριάτικο και τραγουδάς ‘’ καλοκαιρινεεεες διακοπέεεεες για πάααανταααα’’, τόση θλίψη και τραγικότητα και ξαφνικά μέσα εκεί μπαίνει/ μπουκάρει/ εμφανίζεται ένας άνθρωπος από το παρελθόν, ένας Κούρτ, που εισχωρεί και προκαλεί κάτι σαν αφρισμένο κύμα παρελθόντος, αρχίζει αυτό το αφρόγαλο και αφρίζει εκεί μέσα, ένα φάγωμα των τριών γίνεται χωρίς λόγο, μαυρίλα και τελείωμα και τι είναι αγάπη και τι δεν είναι, και τι μου’ κάνες τι σου’ κάνα, τι ήμουνα για σένανε τι ήσουνα για μένανε, βρυκόλακααα, καιρός λοιπόν για να λογαριαστούμε. Γιατί να τα πεις όλα αυτά και να μαυρίσεις και εσύ και ο κόσμος που θα έρθει να σε δει; Έλα μου ντε. Κανένας λόγος απολύτως. Κατάθλα και κατάθλα και μόνο κατάθλα και κανένας λόγος να γίνει ένα τέτοιο έργο σήμερα. Σκέφτομαι όμως μήπως το γεγονός ότι δεν υπάρχει λόγος κανένας μήπως αυτός είναι ο πιο σοβαρός λόγος για να γίνει ένα τέτοιο έργο; Πώς αλλιώς θα μιλήσεις για τέτοιο τέλμα άμα δεν το νιώθεις ο ίδιος στο πετσί σου και μόνο διαβάζοντας αυτό το βαρετό, παλιό, ατάλαντο έργο; Γενικά μην παντρεύεστε, αυτό είναι σίγουρα σωστό αλλά σίγουρα δεν χρειαζόταν η γέννηση του Στρίντμπεργκ για να το καταλάβουμε.
Ο ζωγράφος με την τραγιάσκα του και το πινέλο στο χέρι μπογιατίζει βυζιά γυναικεία, ψάχνει το χρώμα του δέρματος της γυναίκας που ζωγραφίζει, της γυναίκας του, ενώ ο πρώην σύζυγος της γυναίκας του στέκεται δίπλα του, δεν του έχει πει ποιος είναι, όμως επιτούτου έχει πάει εκεί να τον βρει με σκοπό να τους ανακατέψει τη ζωή και τα άντερα, έχει κλείσει δωμάτιο στο ίδιο ξενοδοχείο και έχει πάει για ανακάτεμα, οπότε τώρα προσποιείται τον φίλο, κάνει, που λέμε, τον άσχετο και ανακατεύει ανακατεύει ανακατεύει, με ψυχολογικά τερτίπια και με δήθεν υποθέσεις οδηγεί τον συνομιλητή του σε εξομολογήσεις και ενδοσκοπήσεις τρελές, ο ζωγράφος ανοίγεται ανοίγεται ανοίγεται στον καινούργιο του φίλο, του εξομολογείται τη ζήλια του για τον πρώην σύζυγο της γυναίκας του, χωρίς να ξέρει ότι τον έχει απέναντι του, μεγάλη τρέλα, ύπουλη προσέγγιση του πρώην συζύγου, σωστός κυνηγός, το θήραμα αφήνεται, χαλαρώνει, τα αντανακλαστικά αδρανοποιούνται και τότε ο κυνηγός χτυπάει ανελέητα σε όλα τα ευαίσθητα σημεία του θηράματος μέχρι που το εξοντώνει, το σκοτώνει, το βγάζει από τη μέση – για αυτόν τον λόγο άλλωστε εμφανίστηκε εξ αρχής σε αυτό το ξενοδοχείο, για να γίνει αυτός και πάλι νυν και ο νυν να γίνει πρώην – και εκεί σε αυτό το σημείο εμφανίζεται η κυρία, η πρώην κυρία του πρώην και η νυν κυρία του νυν, μα τι κυρία, μιλάμε για κυρία με τα όλα της, αυτή κι αν τα έχει κάνει μουνί, μουνί που λέμε. Εδώ ταιριάζει αυτό του Ελύτη που λέει, εδώ στου δρόμου τα μισά, έφτασε η ώρα να το πω, άλλα είναι εκείνα που αγαπώ, για αλλού ξεκίνησα. Και να ήταν και στα μισά του δρόμου όλοι αυτοί, καλά θα ήτανε. Εδώ μιλάμε ότι ο δρόμος σχεδόν έχει τελειώσει και για τους τρεις. Εδώ μιλάμε ότι δεν πάει πια ούτε αμάξι, ούτε ποδήλατο, εδώ μιλάμε ότι στον δρόμο αυτόν, γονατίζεις στα τέσσερα και πας γατζωμένος πάνω στις πέτρες.
Μην μας τρελάνεις τώρα ότι εσύ είσαι η πιο δυνατή επειδή τον άλλον τον έχεις εσύ και όχι η άλλη που την γαμάει κρυφά; Είσαι εσύ η πιο δυνατή επειδή δεν πρόκειται να σε χωρίσει ποτέ και δεν είναι η άλλη που τον καβλώνει την ώρα που εσύ με το γυαλί πρεβειωπίας λύνεις σουντόκου δίπλα του ενώ αυτός κοιμάται με το καυλί του μουδιασμένο από το στόμα της και το στίγμα από το κραγιονάκι της μία κουκκιδίτσα μικρή κόκκινη πάνω στο σώβρακό του; Αφού το βλέπεις το κραγιονάτο σώβρακο, το έχεις δει από ώρα και κοντεύεις να πάθεις οξεία γαστρεντερίδα νυχτιάτικο, τίνι τρόπω είσαι εσύ η πιο δυνατή; Επειδή ξέρεις ότι συναντάει την άλλη στα ωραία απόμερα ξενοδοχεία και αυτή τον καβαλάει με το χυτό της μαλλί καβλωμένο, πάνω κάτω σαν το αραβικό άλογο κι εσύ λες άσ τον άς τον, εγώ είμαι η πιο δυνατή; Πώς είσαι εσύ μωρή μαλάκω η πιο δυνατή που μένει μαζί σου από υποχρέωση ή συμβατικότητα ή συμφέρον; Είσαι η πιο δυνατή επειδή τον ακολουθείς σε δείπνα και καλέσματα και λέει αυτός από δω η γυναίκα μου; Είναι δύναμη αυτό μωρή γίδα όρθια; Η μήπως δύναμη είναι να μην είσαι τίποτα; Να μην έχεις για τα μάτια του κόσμου καμία απολύτως δύναμη, αλλά να παίρνεις από το σώμα του τα πάντα και μετά ανύπαρκτη, μόνη, να κατεβάζεις σφηνάκια τεκίλα με μισοφέγγαρα πορτοκαλάκια και κλαίγοντας μέσα στο υποτιμημένο σου είναι, να έχεις ανά πάσα στιγμή την πιθανότητα να σου την πέσει ο οποιοσδήποτε και λόγω του ανικανοποίητου έρωτα με τον άλλον που σε φτήνει πατόκορφα να ζήσεις με τον οποιονδήποτε μια μαγική ξεφτίλικη νύχτα έρωτα; Μην μας τρελάνεις με την δύναμη σου επειδή ανέχεσαι να μην είσαι ποθητή και επειδή ο λογαριασμός της ΔΕΗ του σπιτιού που μένεις γράφει το όνομα του;
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
- Αθήνα