Υλικότητες και βλέμματα: Έκθεση των Πανδώρα Μουρίκη, Ελευθερία Προφητηλιώτη και Γιώργου Τσεριώνη στο Potential Project
Στην έκθεση «Υλικότητες και Βλέμματα» σε επιμέλεια Δημήτρη Τρίκα, οι τρείς καλλιτέχνες συνθέτουν εικόνες με πολλαπλές ερμηνείες που ανανοηματοδοτούνται από τον ίδιο τον θεατή.
Από τις 3 Οκτωβρίου μέχρι τις 25 Οκτωβρίου, η έκθεση Υλικότητες και Βλέμματα των Πανδώρα Μουρίκη, Ελευθερία Προφητηλιώτη, Γιώργου Τσεριώνη, σε επιμέλεια Δημήτρη Τρίκα, θα παρουσιαστεί στο Potential Project.
Λίγα λόγια για την έκθεσηΑν αφαιρέσουμε το ερωτηματικό που θέτει χάριν συζητήσεως ο ίδιος ο συγγραφέας του συναρπαστικού θεωρητικού κειμένου «Το Πεπρωμένο των Εικόνων», τότε η διατύπωση του Ζακ Ρανσιέρ γίνεται «υπάρχουν κάτω από το ίδιο το όνομα της εικόνας περισσότερες λειτουργίες των οποίων η προβληματική συναρμογή συνιστά ακριβώς την εργασία της τέχνης». Η τέχνη (ίσως με άλλα λόγια) συνθέτει και συγκροτεί σε σώμα τις πολλαπλές λειτουργίες που υπάρχουν κάτω από μια εικόνα. Συγκροτεί έννοιες και συνθέτει μορφές από τις υλικότητες που επεξεργάζεται, όπως συνθέτει ιδέες από εικόνες, εμπειρίες και βιώματα. Δηλαδή ερμηνεύει τον κόσμο και συγκροτεί νοήματα μέσα από την ύλη και το βλέμμα, από την υλικότητα του τόπου και το βλέμμα του υποκειμένου. Ωστόσο η οπτική αντίληψη προηγείται της λέξης. Το παιδί βλέπει και αναγνωρίζει πριν μιλήσει. Η δύναμη και η ένταση της εικόνας είναι κυρίαρχη αφού πρώτα βλέπεις και αναγνωρίζεις και μετά αντιλαμβάνεσαι και ερμηνεύεις. Η εικόνα μεταφράζει τις υλικότητες σε νοήματα μέσα από τα οποία αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο αλλά δεν εγγυάται την αληθή ή ψευδή ερμηνεία του κόσμου διότι η εικόνα παριστά ασχέτως αν αναπαριστά ή όχι και η παράσταση που προτείνει δίνει την δυνατότητα της ανοιχτής ερμηνείας μέσω της πολλαπλότητας των μορφών-νοημάτων που παράγονται και ταυτόχρονα συγκροτεί-είναι, η δική της υλικότητα. Η υλικότητα της εικόνας μέσα από την οποία συνομιλεί ή και επιβάλλεται στο βλέμμα του υποκειμένου.
H ΈκθεσηΣτην έκθεση «Υλικότητες και Βλέμματα» οι τρεις δημιουργοί χρησιμοποιούν διαφορετικά μέσα για να συνθέσουν εικόνες που μέσα από τις υλικότητες που χρησιμοποιούν ανα-διατάσσουν τα πολλαπλά νοήματα που προκύπτουν από τη θέαση τους και τις αντίστοιχες διαδρομές που υποδεικνύουν. Συμβολικές- νοητικές διαδρομές που αντλούν την ύπαρξη τους από τα επίπεδα ανάγνωσης και ερμηνείας που υποφώσκουν της επιφάνειας των εικόνων τους και κυριολεκτικές διαδρομές μέσα στο χώρο της έκθεσης, στο Potential Project, που ανάλογα με το πως θα τις βαδίσει ο/η επισκέπτης/τρια και ανάλογα με το φως που συναντά ή την/τον ακολουθεί αντιλαμβάνεται πρόσθετα και διαφορετικά σχήματα, δομές και νοήματα.
Η Πανδώρα Μουρίκη με σπουδές και ρίζες στην τέχνη της ταπισερί από τη δεκαετία του ΄80 και περνώντας γόνιμα από τις καλές τέχνες και τον κινηματογράφο τεκμηρίωσης και παρατήρησης έχει επιστρέψει αποκλειστικά πλέον σε τρισδιάστατα επιτοίχια έργα αλλά και ζωγραφικά έργα όπου υλοποιεί στην ουσία ό,τι ξεκίνησε να εγγράφει σε φίλμ με μια κάμερα στο χέρι τρέχοντας προς διάφορες κατευθύνσεις και καταλαμβάνοντας το χώρο της επιλογής της προσθέτοντας στο αυθόρμητο της κίνησης το τυχαίο του τόπου και των υλικοτήτων του. Η εικόνα που προέκυψε ήταν το έναυσμα για να αρχίσει την έρευνα στα υλικά που χρησιμοποίησε για την κατασκευή των ταπισερί, μια αισθητική που χρησιμοποίησε και στα ζωγραφικά της έργα προκαλώντας την εμβύθιση του βλέμματος στα αφηρημένα χρωματικά τοπία της. Η ίδια γράφει σχετικά: «Η εικόνα που ενσαρκώνεται σε ύλη με χρώματα πάνω στην επιφάνεια του χαρτιού , τα τρισδιάστατα έργα ταπισερί που δημιουργούνται υφαίνοντας με διαφορετικά υλικά και οι πειραγμένες λήψεις της βιντεοκάμερας εμφανίζουν μια κοινή ματιά. Η εικόνα δεν διαχωρίζεται από το υλικό αλλά μεταμορφώνεται , σαν ένας οργανισμός, και ξαναγίνεται “υλικό”. Η ύλη επεξεργασμένη γίνεται το έργο μου. Η υλικότητα της ματιέρας της ζωγραφικής , η σκληρή στην αφή ματιέρα των ταπισερί και το σώμα μου που τρέχει με την πειραγμένη κάμερα χωρίς να βλέπω στο βιζέρ , είναι η γραφή, η έκφραση που μου αποκαλύπτεται». Τα έργα που παρουσιάζονται στην έκθεση δημιουργήθηκαν σε διαφορετικές φάσεις της καλλιτεχνικής διαδρομής της. Τα δύο βίντεο το 1992 και 2002 , τα ζωγραφικά το 2014 -18 και οι ταπισερί από το 1982 έως σήμερα.
Ο Γιώργος Τσεριώνης δημιουργεί δύο πρωτότυπες εγκαταστάσεις, ωδή στο βλέμμα. Το βλέμμα που αναζητά επιθυμίες, που προσηλώνεται στον/ην άλλον/η, που θέλει να αποσπάσει γνώση… αλλά αδυνατεί. Αδυνατεί γιατί όπως εμφανίζεται σαν απόσπασμα προσώπου λειτουργεί ως μνημειακό στοιχείο και δεν μπορεί να επικεντρώσει σε τίποτα συγκεκριμένο. Γιατί ο άλλος/η προσπερνά και φεύγει χωρίς διάθεση για ανταλλαγή και συγκατοίκηση. Γιατί η γνώση ενοχλεί και τα βιβλία της ιστορίας στοιβάζονται για να καούν από την ωσεί παρούσα βαρβαρότητα. Η βαρβαρότητα που δημιουργεί μικρές ακέφαλες και ακίνητες μαθήτριες που αδυνατούν να μαντέψουν τη επερχόμενη καταστροφή. Ο λόφος με τα μαύρα δεμένα βιβλία της ιστορίας (ποιας ακριβώς άραγε?) θα καεί σαν άλλη Καρχηδόνα του σήμερα από την Αυτοκρατορία που περιέγραψαν οι Νέγκρι και Χάρντ ήδη από το 2000…Ο Τσεριώνης σημειώνει για τα έργα του: «Υπάρχει ένας ενδιάμεσος χρόνος και χώρος, ανάμεσα στο πεπερασμένο, το ήδη αναπόφευκτο γνωστό του παρελθόντος και το επερχόμενο, άγνωστο του επικείμενου μέλλοντος, μια αντίληψη του χρόνου και του χώρου που είναι εγγενής στην έννοια της προσωρινότητας, της μεταβατικότητας, στην απουσία η οποία με το να είναι συναισθηματικά αμφίθυμη, ταλαντεύεται ανάμεσα στην προσμονή, την προσδοκία και την εκπλήρωση, την παύση και την κίνηση, το κενό και το πλήρες. Ενσωματωμένο στο Καθαρτήριο, τον ού-Τόπο της μετάβασης μεταξύ Κόλασης και Παράδεισου, υλοποιείται στο R.E.M, τη μετάβαση της εγκεφαλικής λειτουργίας από την εγρήγορση στον χώρο των ονείρων. Πώς ορίζεται η έννοια του κενού, του χώρου μεταξύ των ορίων και του ενδιάμεσου τόπου; Είναι το τέλος του εφιάλτη, του οικείου που ξαναζεί σαν μια φρικτή πραγματικότητα ή είναι η κατασκευή νέων οικειοτήτων; Οι εκκρεμότητες παραμένουν και καλούν τον θεατή να συμμετάσχει και πιθανώς να εξερευνήσει το σύμπαν της εικόνας». Η περιπλάνηση μπορεί να οδηγήσει τον θεατή να ανακαλύψει τον δικό του τόπο γέννησης .«Το τέλος είναι στην αρχή και όμως συνεχίζεις», λέει ένας από τους χαρακτήρες του Μπέκετ. Ακόμη και στις πιο δυσοίωνες καταστάσεις, η ζωή ανταποκρίνεται στις προσδοκίες μας με ή χωρίς τη συγκατάθεσή μας. Από την αφετηρία μέχρι το τέλος το μόνο πράγμα που φαίνεται να χωρίζει τον άνθρωπο από τον θάνατο είναι ένα παραπέτασμα από ήχους και εικόνες, που επικυρώνουν τη ροή της ζωής».
Λίγα λόγια για την Ελευθερία ΠροφητηλιώτηΗ Ελευθερία Προφητηλιώτη με τα έργα της συνθέτει το βασίλειο της ψευδαίσθησης και χρησιμοποιεί το φως σε σχέση με τα υλικά που επιλέγει, με τρόπο που αυτό να ορίζει απόλυτα το φαίνεσθαι των έργων της στο βλέμμα του θεατή. Η σχέση ύλης και φωτός προκαλεί τις αισθήσεις του, την αντιληπτικότητα του και παίζει με τα όρια των σχημάτων που δημιουργεί στις επιφάνειες της και την αυστηρότητα των δομών αφού αυτά μεταβάλλονται και ρευστοποιούνται ανάλογα με τη θέση του θεατή και τη γωνία θέασης που ο ίδιος επιλέγει συνειδητά ή βρίσκεται τυχαία. Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό και ανατρεπτικό. Ανατρεπτικό των οπτικών βεβαιοτήτων μας και γι΄ αυτό εντυπωσιακό. Είναι ένα παιχνίδι με το νου που δοκιμάζει τις βεβαιότητες και τους τρόπους που έχει μάθει να αντιλαμβάνεται το περιβάλλον που ζει και κινείται. Είναι σαν να ανασυνθέτει το καρτεσιανό ερώτημα «πως ξέρω ότι αυτό που βλέπω είναι πραγματικότητα και δεν είναι όνειρο;». Ένα ερώτημα που έχει βέβαια απαντηθεί, ανατραπεί και κλείσει οριστικά ως τέτοιο, αλλά στην τέχνη ανακτά τη ζωή που η λογική και η επιστήμη του στέρησαν και αυτό καθόλου δεν μας ενοχλεί…Η Προφητηλιώτη, όπως η ίδια γράφει «ενδιαφέρεται και μελετάει την έκφανση του φωτός μέσω των υλικών που επηρεάζονται έντονα από αυτό, όπως το ιριδίζον υλικό που διαθλά το φως και αποκαλύπτει το χρωματικό φάσμα, το μαύρο βελούδο που το απορροφά, το χρωματιστό που απορροφά μόνο μερικά μήκη κύματος του φωτός και έτσι καταλήγουμε να αντιλαμβανόμαστε μόνο ένα χρώμα, ο καθρέφτης που το ανακλά και το vinyl που σε συνδυασμό με ένα ή και περισσότερα από τα παραπάνω, λόγω της γυαλιστερής του επιφάνειας, αλληλοεπιδρά με το φως και τα υπόλοιπα υλικά. Χρησιμοποιώ αυτά τα υλικά και τις ποίκιλες υφές τους με την ίδια λογικη που χρησιμοποιούνται στη ζωγραφική το κιαροσκούρο και οι χρωματικές αρμονίες. Σε όλα τα έργα με απασχολεί η σημασία της ορατότητας της δομής και ο ρυθμός της, γι’ αυτό και επιλέγω τον κάναβο, ο οποίος έχει την ιδιότητα της επανάληψης του τετραγώνου και δημιουργεί οπτικές ψευδαισθήσεις».