Δεν είναι λίγες οι φορές που μας έχει εκπλήξει η συγγραφική παράδοση της Ιρλανδίας και αυτή αναμένεται να είναι μια ακόμα. Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος υπογράφει την πρώτη του σκηνοθεσία για φέτος πάνω σε ένα καινούργιο έργο με την υπογραφή της βορειοιρλανδής Μέγκαν Τάϊλερ. Ένα έργο διαρκών υφολογικών και δραματουργικών ανατροπών: Από τη μαύρη κωμωδία στο δράμα, από το ταραντινικό plot στο σπλάτερ, από την τραγωδία της ενδοοικογενειακής βίας στο θρίαμβο της γυναικείας δύναμης και αλληλεγγύης.
Όλα αυτά αποκαλύπτονται πίσω από την είσοδο της κεντρικής σκηνής του θέατρου όπου η πρόβα για τον «Τρόμο του κροκόδειλου» έχει ξεκινήσει.
Ο θόρυβος από το στρατιωτικό ελικόπτερο που σχίζει τον αέρα και οι κεραυνοί που πέφτουν σχεδόν ταυτόχρονα προετοιμάζοντας για καταιγίδα δεν μοιάζουν να αποσπούν την Αλάνα (Σύρμω Κεκέ) από τα καθημερινά καθήκοντα της: Κρατώντας μια φθαρμένη οδοντόβουρτσα πασχίζει να καθαρίσει τα μάτια της παλιάς κουζίνας του σπιτιού.
Μέχρι τη στιγμή που η πόρτα στο φτωχικό αγροτόσπιτο θα χτυπήσει και θα εμφανιστεί η Φιάννα (Άννα Καλαϊτζίδου), η μικρή της αδερφή, μέλος του IRA και πρώην κρατούμενη για τον εμπρησμό του πατρικού τους σπιτιού που είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο της μητέρας τους. Η πρώτη, εμβρόντητη, ντυμένη σαν γνήσια γεροντοκόρη με συρτές παντόφλες και μια φανελένια παλιομοδίτικη φούστα, η δεύτερη, πασιονάρια, με τζιν και πάνινα μποτάκια, γνήσιο τέκνο των 80’s που τελειώνουν. Κι όμως εκτός από τη σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου, κάτι περισσότερο ενώνει αυτές τις δύο γυναίκες εκτός από την αδερφική συγγένεια: Το βίωμα του ενδοοικογενειακού τρόμου και τα κοφτερά δόντια της πατριαρχίας.
Είκοσι χρόνια μετά τον «Υπολοχαγό του Ίνισμορ» του Μάρτιν ΜακΝτόνα, ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος επιστρέφει στην αμφίσημη και πολυποίκιλη ιρλανδική συγγραφική παράδοση. Αυτή τη φορά με τη σύγχρονη γυναικεία υπογραφή της βραβευμένης Μέγκαν Τάϊλερ, με καταγωγή από τη Βόρεια Ιρλανδία, στρέφεται στο τέλος της αιματοβαμμένης περιόδου των «Ταραχών» μεταξύ Ιρλανδίας και Βρετανίας, λίγο πριν την υπογραφή της συνθήκης του Μπέλφαστ. Σε ένα κοινωνικό περιβάλλον έντονου διχασμού, φτώχειας και ιδεολογικών συγκρούσεων μα κυρίως βίας, οδομαχιών και βομβιστικών επιθέσεων, η Τάϊλερ επιλέγει να μιλήσει για το «μέσα»: Να μας εισάγει σε ένα σπίτι όπου ζει η Αλάνα, μια καταπιεσμένη νεαρή γυναίκα με άφθονους ψυχαναγκασμούς και καθήκον να φροντίζει τον ανάπηρο πατέρα της. Μέχρι που δέχεται την αναπάντεχη επίσκεψη της μικρότερης αδερφής της Φιάνα, μέλος του IRA από καιρό και πρώην κρατούμενη καταδικασμένη και εμπρησμό ο οποίος κόστισε τη ζωή της μητέρας τους! Στο σπίτι την φέρνει η πληροφορία πως ο πατέρας τους πέθανε – όχι για να αποτίνει φόρο τιμής αλλά για να γιορτάσει το θάνατο ενός τέρατος. «Η συγγραφέας χαρακτηρίζει το έργο ως γκροτέσκο. Εγώ πάλι, αναγνωρίζω εδώ περισσότερο σουρεαλισμό, θριλερική ατμόσφαιρα εκδίκησης και υλικά ενός δράματος. Αν και τελικά αυτό που μου μένει είναι πως ‘Ο τρόμος του κροκόδειλου’ είναι ένας ύμνος στους γυναικείους δεσμούς», εξηγεί ο σκηνοθέτης της Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, που παραδέχεται πως για την επιλογή του έπαιξε ρόλο η ύπαρξη κεντρικών γυναικείων ρόλων.
Σε σταθερή αναζήτηση νέας ξένης εργογραφίας εμπιστεύτηκε το ένστικτο της συζύγου και συνεργάτιδας του Κοραλίας Σωτηριάδου, επισημαίνοντας τον «υπαινικτικό, ποιητικό, υπόγειο και λεπτό τρόπο με τον οποίο η Τάιλερ μιλάει για την γυναικεία κακοποίηση και το πως φτάνει να αφηγηθεί ένα λουτρό αίματος. Δεν τα κάνει όλα φανερά».
Η Μέγκαν Τάιλερ έγραψε το κείμενο το 2019, την ίδια χρονιά διακρίθηκε σε διαγωνισμό συγγραφής αναμειγνύοντας έναν, κατ’ επίφαση, ρεαλισμό με το μαύρο χιούμορ, το τραγικό στοιχείο αντλώντας μια γερή δόση από τον κόσμο του φανταστικού και του μύθου.
Η Άννα Καλαϊτζίδου και η Σύρμω Κεκέ που θα υποδυθούν τις, τόσο διαφορετικές αλλά και τόσο όμοιες, αδερφές Ο’ Μπράϊαν νιώθουν ασφαλείς που συστήνουν αυτό το έργο για πρώτη φορά στο αθηναϊκό κοινό αφού «είναι ένα καλογραμμένο κείμενο με δυνατούς ρόλους», όπως λέει η δεύτερη. «Είναι μια πολύ ιδιαίτερη γραφή» προσθέτει η Άννα Καλαϊτζίδου. «Στην αρχή μπαίνει με μια ελαφράδα, στη συνέχεια βαθαίνει, γίνεται αποκαλυπτικό για τη σχέση των δύο αδερφών, για την κακοποίηση που έχουν υπομείνει και τελικά αρχίζει να γέρνει προς την αλληγορία και στην έννοια της τελετής. Αναρωτιέσαι αν όλη αυτή η βία στην οποία συμμετέχουν είναι πραγματικότητα ή συμβαίνει στη φαντασία τους».
Κι ενώ η κατάσταση στο αγροτόσπιτο των Ο’ Μπράιαν δεν απέχει πολύ από τον εφιάλτη, η Μέγκαν Τάϊλερ επιτρέπει και στην ιστορική συνθήκη, την Σύγκρουσης της Βόρειας Ιρλανδίας να παρεισφρήσει ως πληροφορία στο οικογενειακό δράμα. Όπως παρατηρεί και η Σύρμω Κεκέ: «Μας εξηγεί πως αυτό που συμβαίνει έξω, συμβαίνει σε άλλο επίπεδο και μέσα. Ωστόσο, είναι το ίδιο πρόσωπο της πατριαρχικής δομής της κοινωνίας που τα κινεί όλα. Τα κορίτσια αντιδρούν εκδικητικά στη βία του πατέρα τους, όπως και οι Ιρλανδοί αντιδρούν βίαια στην στρατιωτική βία της Βρετανίας».
Η ιδιαίτερη και ακατάτακτη φύση του «Τρόμου του Κροκόδειλου» ασκεί δημιουργική γοητεία στο Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο που επιδιώκει – όπως πάντα με λιτά μέσα – να δώσει έμφαση όχι μόνο στους αντιφατικούς κόσμους που συνυπάρχουν εντός του αλλά «στις χαραμάδες φωτός που διακρίνονται στο ενδιάμεσο». Περισσότερο απ’ όλα όμως, θέλει να επενδύσει στην χημεία μεταξύ των ηθοποιών του «ώστε να καταφέρουν να ακροβατήσουν ανάμεσα στο δραματικό και το σουρεαλιστικό στοιχείο. Τους έχω μεγάλη εμπιστοσύνη, δουλεύω παρακολουθώντας τις και γραπώνομαι από αυτά που φέρνουν την πρόβα».
Οι ήρωες – Οι ηθοποιοίΑλάνα και Φιάννα: Δύο κορίτσια, η ζωή των οποίων καταστράφηκε εξαιτίας του τυραννικού, κακοποιητικού πατέρα τους. Μια αλήθεια που κρατούσαν καλά θαμμένη, μια αλήθεια που ανακαλύπτουν χρόνια μετά και η οργή τις κατακλύζει. «Η ιστορία αυτής της οικογένειας θίγει ένα πολύ βαρύ θέμα: Τον βιασμό, την αιμομιξία, πράξεις που θα κορυφωθούν σε μια αποτρόπαια ανθρωποφαγική εκδίκηση. Πως όμως να μιλήσουμε για όλα αυτά χωρίς να κινδυνεύσουν να γίνουν επίπεδα, νατουραλιστικά; Εκεί ανοίγει για εμάς ο χώρος του σουρεαλισμού και του σκοτεινού χιούμορ και ερευνούμε την ισορροπία ανάμεσα σε αυτά για να τα τοποθετήσουμε τελικά κάπου αλλού», εξηγεί η Σύρμω Κεκέ καθώς υποδύεται την εμμονικά θρησκευόμενη και εμμονική με την καθαριότητα, Αλάνα. Είναι, όπως ισχυρίζεται, μια οδός εξιλέωσης για τα αμαρτήματα της.
Παραδέχονται πως η εκκίνηση τους στην ερμηνεία αυτών των δύο ακραίων χαρακτήρων που σχεδιάζουν να δολοφονήσουν τον πατέρα τους (και όχι μόνο) ήταν η τραγωδία. «Επιχειρήσαμε να δούμε το έργο αυστηρά σοβαρά αλλά όπως όταν πηγαίνεις σε κάποια κηδεία κάποιος/κάποιοι θα γελάσουν, έτσι το αντιμετωπίζει και η συγγραφέας, εκεί ακροβατούμε κι εμείς. Το τραγικό συμβαίνει μέχρι τη στιγμή που κάποιος σκουντουφλάει. Η ανατροπή καραδοκεί. Εξάλλου, καθώς υποδυόμαστε δύο αδερφές, δηλαδή δύο πρόσωπα μεγάλης οικειότητας είναι πιο εύκολο να συναντηθούν σε κάτι που τις ενώνει, ακόμα κι αν αυτό είναι απολύτως αντιφατικό με το προηγούμενο», συμφωνούν.
Η Μέγκαν Τάιλερ δίνει ένα πρωτογονικό άλλοθι στις ηρωίδες της να σκοτώσουν, επικαλούμενη τις πρακτικές της κανιβαλιστικής φυλής Άσματ της Νέας Γουϊνέας. «Βρίσκουν τη δύναμη να υπερβούν τον εαυτό τους μέσα τον κόσμο της τελετουργίας. Ακυρώνουν δηλαδή τον πολιτισμό, ξεφεύγουν από το όριο του κοινωνικού πλαισίου για να πάρουν εκδίκηση», σημειώνει η Άννα Καλαϊτζίδου. Παρά το ζοφερό πλαίσιο στο οποίο κινούνται οι δυο γυναίκες, για τις δύο πρωταγωνίστριες φέρνουν κι ένα φως: «Με την έννοια της αλληλεγγύης, του μαζί. Από εκεί που είναι μόνες, καταστραμμένες μοιράζονται το τραύμα της κακοποίησης. Ο φόνος του πατέρα – κροκόδειλου είναι ένας συμβολισμός για την συγγραφέα πάνω στο πως υπερβαίνεις τον τρόμο αν ακούσεις τη φύση σου και τη γυναικεία δύναμη μέσα σου».
Μπορεί να βρισκόμαστε στα τέλη των 80s και από το κασετόφωνο της Αλάνα και της Φιάννα να ακούγεται το «Αfrica» των Toto, ωστόσο η μουσική σύνθεση που έχει ετοιμάσει για την παράσταση ο Γιώργος Πούλιος «ακολουθεί τον ψυχισμό δύο αδερφών που συναντιούνται ξανά μετά από πολλά χρόνια και καλούνται να ανασύρουν το οδυνηρό παρελθόν τους» σχολιάζει. Στο μυαλό του Γιώργου Πούλιου οι δύο αδερφές μοιάζουν να στήνουν μια τελετή μαύρης μαγεία και «μέσα από όλη αυτή τη μεταφυσική διαδικασία προσπαθούν να αγγίξουν κάτι απολύτως πραγματικό και μαζί εφιαλτικό. Το χιούμορ που προτείνει το κείμενο αξιοποιείται από τη μουσική και από τη χρήση της παραπέμποντας σε σάουντρακ ταινιών τρόμου».
Η κινησιολογίαO έντονος ρυθμός του κειμένου και οι αντιφάσεις που – όπως παρατηρεί η κινησιολόγος Ξένια Θέμελη, περιγράφουν και την ιρλανδική ψυχή – οδηγούν την παρτιτούρα της κίνησης που έχει σχεδιάσει για τον «Τρόμο του κροκόδειλου». «Δεν επιδιώκω να χορογραφήσω τις πρωταγωνίστριες όσο να φτιάξω ένα κινησιολογικό γράφημα του χώρου μέσα από αυτές», εξηγεί. «Είναι μια σχεδόν αόρατη δουλειά, βασίζεται πολύ στη λεπτομέρεια, βασίζεται απόλυτα στο ρυθμό της παράστασης γιατί πάντα υπάρχει ο κίνδυνος της καρικατούρας αν ξεφύγουμε προς τη μία ή την άλλη πλευρά». Ο περιορισμός του σκηνικού – όπως έχει σχεδιάσει η Μαγδαληνή Αυγερινού την αγροτική κατοικία της οικογένειας Ο’ Μπράϊαν – συμβάλλει, κατά την Θέμελη, στην κινησιολογική δυναμική, πυκνώνοντας την.
” Ο τρόμος του Κροκόδειλου” κάνει πρεμιέρα στην Κεντρική Σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου στις 17 Οκτωβρίου.