Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος: Όταν οι Ναζί προχώρησαν στη μεγαλύτερη κλοπή έργων τέχνης στην ιστορία
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου πραγματοποιήθηκε από τους Ναζί η μεγαλύτερη κλοπή έργων τέχνης στην ιστορία, με περισσότερα από ένα εκατομμύριο πολύτιμα αντικείμενα να υφαρπάζονται μέσα από μουσεία και ιδιωτικές συλλογές εβραϊκών οικογενειών.
Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ο όγκος των έργων τέχνης που κλάπηκαν από τους Ναζί, τόσο μέσα από μουσεία και εκκλησίες όσο και μέσα από τις ιδιωτικές συλλογές εβραϊκών οικογενειών, στην Ευρώπη, είναι τεράστιος. Υπολογίζεται ότι οι ναζιστικές δυνάμεις άρπαξαν ή επέβαλαν την πώληση περίπου του ένα πέμπτου της συνολικής ποσότητας έργων τέχνης που υπήρχαν στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Περισσότερους από 650 χιλιάδες πίνακες ζωγραφικής, γλυπτά, σκίτσα, βιβλία και άλλα πολύτιμα αντικείμενα, των οποίων η αξία, με τα σημερινά δεδομένα, εκτιμάται στα 20.5 δισεκατομμύρια δολάρια, με πάνω από 100 χιλιάδες να μην έχουν εντοπιστεί έως σήμερα και πολλά άλλα να έχουν καταστραφεί.
Η υφαρπαγή των ιδιωτικών συλλογών τέχνης των ΕβραίωνΙδιαίτερα οι εβραϊκές οικογένειες είτε αναγκάστηκαν να πουλήσουν μέρος από τις συλλογές τέχνης που κατείχαν, σε αρκετά χαμηλή τιμή, ώστε να συγκεντρώσουν τα απαραίτητα κεφάλαια για να δραπετεύσουν από την λαίλαπα του ναζισμού που εξαπλωνόταν στην Ευρώπη, είτε αργότερα έβλεπαν τις περιουσίες τους να υφαρπάζονται καθώς οι ίδιοι στέλνονταν στα ναζιστικά στρατόπεδα εξόντωσης και γίνονταν θύματα του μεγαλύτερου εγκλήματος στην ιστορία της ανθρωπότητας. Όπως και να έχει η περιουσία τους κατέληγε στα χέρια εκείνων που θεωρούσαν ότι δεν είχαν κανένα δικαίωμα ιδιοκτησίας αλλά και κανένα δικαίωμα στη ζωή.
Σε αυτές τις ιδιωτικές συλλογές που λεηλατήθηκαν από τους Ναζί περιλαμβάνονταν έργα τέχνης από σπουδαίους καλλιτέχνες, όπως ο Πιερ Μπονάρ, o Μαρκ Σαγκάλ, o Πολ Σεζάν, o Γκυστάβ Κουρμπέ, o Πάουλ Κλέε, o Φραντς Μαρκ, o Ανρί Ματίς, o Πάμπλο Πικάσο και o Καμίλ Πισαρό. Περιλαμβάνονταν, επίσης, θησαυροί του Εβραϊκού Πολιτισμού, σπάνια, εβραϊκά, τελετουργικά αντικείμενα από κατεστραμμένες συναγωγές. Φωτογραφίες και αρχεία.
Όλα αυτά τα πολύτιμα αντικείμενα, «μάρτυρες» της βίας και των φρικαλεοτήτων των Ναζί και ταυτόχρονα φορείς της ατομικής ελευθερίας της έκφρασης, της γνώσης και της δημιουργικότητας, ακολούθησαν ένα μακρύ μονοπάτι μέσα από εθνικά σύνορα, στρατιωτικές τοποθεσίες, ένα πολύπλοκο δίκτυο εμπόρων τέχνης, πλιατσικολόγων και ιδεολόγων. Πολλά κατέληξαν, μετά από περιπέτειες, στα χέρια συλλεκτών και μουσείων σε Ευρώπη και Αμερική.
Δύο πίνακες του Ανρί Ματίς, «Οι Μαργαρίτες» (1939) και το «Girl in Yellow and Blue with Guitar» (1939), που ανήκαν στη συλλογή του Πολ Ρόζενμπεργκ, ενός διακεκριμένου Εβραίου εμπόρου τέχνης που συνδιαλεγόταν με τους πιο σημαντικούς καλλιτέχνες του 20ου αιώνα, κατασχέθηκαν από τους Ναζί, όταν μπήκαν στο θησαυροφυλάκιο τράπεζας στο Μπορντώ. Εκεί ο Ρόζενμπεργκ φύλαξε τα πιο πολύτιμα αποκτήματα του πριν καταφέρει να δραπετεύσει στην Αμερική.
Οι δύο πίνακες μεταφέρθηκαν από τους Ναζί πρώτα στο Λούβρο και στη συνέχεια στην γκαλερί Jeu de Paume, ενώ από τον Νοέμβριο του 1942 έως το τέλος του πολέμου βρίσκονταν στην εκτεταμένη συλλογή του Χέρμαν Γκέρινγκ, του δεύτερου ισχυρότερου προσώπου στη Γερμανία μετά τον Χίτλερ. Ύστερα, ανακτήθηκαν από τις Συμμαχικές Δυνάμεις και επιστράφηκαν στον Πολ Ρόζενμπεργκ, καταλήγοντας το καθένα αργότερα σε διάφορες ιδιωτικές συλλογές. Ενώ το 2007 επανενώθηκαν στη συλλογή του Ινστιτούτου Τέχνης του Σικάγο.
Πολύτιμοι εβραϊκοί θησαυροίΠαράλληλα, το Εβραϊκό Μουσείο της Νέας Υόρκης έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ταυτοποίηση και επανάκτηση τελετουργικών αντικειμένων που κλάπηκαν από σπίτια και ευρωπαϊκές συναγωγές, συνεργαζόμενο με τον οργανισμό Jewish Cultural Reconstruction, Inc. Χάρη στον συγκεκριμένο οργανισμό περισσότερα από 350.000 βιβλία και 10.000 τελετουργικά αντικείμενα βρήκαν καταφύγιο στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ισραήλ και τον υπόλοιπο πλανήτη, ενώ διακόσια από αυτά μπήκαν στη μόνιμη συλλογή του μουσείου.
Αντιμετωπίζοντας όλο και βιαιότερες διώξεις, τα μέλη της εβραϊκής κοινότητας του Danzig της Πολωνίας, σε συνεργασία με το American Jewish Joint Distribution Committee, κατάφεραν να στείλουν δέκα κιβώτια με αντικείμενα σε μια εβραϊκή ιερατική σχολή, στη Νέα Υόρκη, τα οποία κατέληξαν στο Εβραϊκό Μουσείο της πόλης, το 1954.
Η εγκληματική πολιτική του Γ’ Ράιχ όσον αφορά την τέχνηΗ συστηματική κλοπή αντικειμένων τέχνης έπαιρνε αρκετές διαφορετικές μορφές. Είτε επρόκειτο για την επίσημη πολιτική του Τρίτου Ράιχ, ένα «νομιμοποιημένο» πλιάτσικο όπου η τέχνη αντιμετωπιζόταν ως βασικό εργαλείο προπαγάνδας και «έμπαινε» στις υπηρεσίες του Ναζιστικού Κόμματος, είτε χρησιμοποιούταν από Ναζί αξιωματούχους στην επιδίωξη προσωπικού πλουτισμού και αύξησης του κύρους τους.
Ο ίδιος ο Χίτλερ επιθυμούσε να μετατρέψει τη γενέτειρα του, το Linz, ως τη νέα πολιτιστική πρωτεύουσα του Ράιχ, δημιουργώντας, μάλιστα ένα υπερ-μουσείο που θα φιλοξενούσε τα μεγαλύτερα αριστουργήματα στον κόσμο. Επιπλέον, απεχθανόταν υπερβολικά τον Εξπρεσιονισμό και την αφηρημένη τέχνη, τη θεωρούσε «έκφυλη. Ένα σύμπτωμα των εβραίων και μπολσεβίκων καλλιτεχνών». Τέτοιου είδους τέχνη είτε πωλούταν για να χρηματοδοτήσει το Γ΄Ράιχ, είτε ανταλλασσόταν για πιο κλασικά, παραστατικά έργα, ενώ σύμφωνα με μαρτυρίες, πολλές φορές ριχνόταν στην πυρά.
Τον Ιούνιο του 1939, για παράδειγμα, o Ελβετός έμπορος τέχνης Τέοντορ Φίσερ διοργάνωσε μια δημοπρασία στη Λουκέρνη με 126 «έκφυλα» έργα τέχνης εμβληματικών καλλιτεχνών όπως ο Ανρί Ματίς, ο Ζωρζ Μπρακ, ο Βίνσεντ βαν Γκογκ και ο Πάουλ Κλέε, όλα κατασχεμένα από τα εθνικά μουσεία της Γερμανίας. Συνολικά, υπολογίζεται ότι στην Ελβετία, την περίοδο από το 1937 έως το 1941, πωλήθηκαν από συνεργάτες εμπόρους τέχνης των Γερμανών περισσότερα από 8.700 αντικείμενα.
Η τύχη των κλοπιμαίων μετά τον πόλεμοΚατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σε μια μονάδα Βρετανών και Αμερικανών αξιωματικών, την Monuments, Fine Arts and Archives (MFAA) ανατέθηκε η φύλαξη και διάσωση σημαντικών μνημείων, ιστορικών κτιρίων και θησαυρών τέχνης από τις επιπτώσεις του πολέμου, καθώς και η αποκατάσταση τους όποτε αυτό καθίσταται δυνατό. Μετά την ήττα των Ναζί αποστολή της συγκεκριμένης μονάδας ήταν η αναζήτηση, η ταυτοποίηση και η επιστροφή της κλεμμένης τέχνης στους νόμιμους ιδιοκτήτες της.
Ωστόσο το μέγεθος της ληστρικής συμπεριφοράς των Ναζί ήταν τόσο μεγάλο που μέχρι σήμερα στη συλλογή αρκετών μουσείων βρίσκονται έργα τέχνης, των οποίων η προέλευση έχει αρκετά κενά, απόδειξη ότι κατά πάσα πιθανότητα ανήκουν σε εβραϊκές οικογένειες. Ενώ πολλά περισσότερα βρίσκονται σε ιδιωτικά «χέρια» και δεν θα μάθουμε ποτέ για την τύχη τους. Πολλοί από τους επιζήσαντες Εβραίους συλλέκτες προσπάθησαν να εντοπίσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία αυτά, επιλέγοντας πολλές φορές να τα αγοράσουν πίσω.
Καθώς, όμως, έπεφτε όλο και περισσότερο φως στις κτηνωδίες των Ναζί, η λεηλασία της τέχνης έμπαινε σε δεύτερη μοίρα, μοιάζοντας λιγότερο σημαντική. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, όταν και η Δυτική Γερμανία αποδεικνυόταν σημαντικός γεωπολιτικός σύμμαχος της Δύσης, το ζήτημα τέθηκε εντελώς στην άκρη.
Ένα καθοριστικό συνέδριοΤα πράγματα άλλαξαν, το 1994, με την έκδοση του βιβλίου «The Rape of Europa: The Fate of Europe’s Treasures in the Third Reich and the Second World War» της Λιν Χ. Νίκολας, η οποία κατάφερε να επαναφέρει το θέμα στην επικαιρότητα. Το 1998, το Συνέδριο της Ουάσινγκτον, προσπάθησε να δώσει απαντήσεις για την τύχη των αγαθών που αρπάχτηκαν κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος.
Στο συνέδριο, όπου συμμετείχαν περισσότερες από 44 χώρες, διατυπώθηκαν «Έντεκα Αρχές», σύμφωνα με τις οποίες, τα έργα τέχνης που κατασχέθηκαν από τους Ναζί και δεν έχουν επιστραφεί, πρέπει να ταυτοποιηθούν. Τα αρχεία πρέπει να ανοίξουν και οι λίστες να δημοσιοποιηθούν για να βρεθούν οι κληρονόμοι. Οι οικογένειες των προπολεμικών ιδιοκτητών ενθαρρύνθηκαν να διεκδικήσουν νομικά τις περιουσίες τους. Ωστόσο, οι αρχές αυτές αφορούσαν μόνο τις συλλογές των μουσείων και όχι τις ιδιωτικές συλλογές. Με τα μουσεία μάλιστα να παρουσιάζονται διστακτικά να εφαρμόσουν τη συμφωνία.
Η επιστροφή των έργων τέχνης στους ιδιοκτήτες τουςΤα τελευταία χρόνια έχει, όμως, παρατηρηθεί πρόοδος στο συγκεκριμένο ζήτημα, με όλο και περισσότερες περιπτώσεις επιστροφής κλεμμένων από τους Ναζί έργων τέχνης να βρίσκουν ευνοϊκή λύση. Για παράδειγμα ο πίνακας «Τριανταφυλλιές κάτω από τα δέντρα» του Γκούσταφ Κλιμτ, ο μοναδικός του σπουδαίου καλλιτέχνη που μέχρι πρότινος άνηκε στην Εθνική Συλλογή της Γαλλίας, επιστράφηκε το 2021, στους κληρονόμους της Nora Stiasny, μιας Εβραίας που εξαναγκάστηκε να τον πουλήσει, όταν και οι Γερμανοί προσάρτησαν την Αυστρία.
Το Μουσείο της Πόλης του Άμστερνταμ από τη μεριά του αποφάσισε, επίσης το 2021, να επιστρέψει τον πίνακα του Βασίλι Καντίνσκι «Painting With Houses» στους κληρονόμους του Εβραίου εμπόρου Emanuel Lewenstein, ο οποίος το 1940 κατέφυγε στις Ηνωμένες Πολιτείες για να γλιτώσει από τους Ναζί.