Στέκομαι απέναντι σε, περίπου, 20 γυναίκες. Το σύνολο της ομάδας της παράστασης αποτελείται από 24 γυναίκες, όλων των ηλικιών. Σχηματίστηκε αποκλειστικά από γυναίκες, μετά από συνειδητή επιλογή. Είναι μια θεατρική γυναικεία συλλογικότητα. Δουλεύουν για το νέο έργο τριών γυναικών συγγραφέων (Ελένης Ευθυμίου, Σοφίας Ευτυχιάδου, Νεφέλης Μαϊστράλη) που ανεβαίνει στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Ο τίτλος της, «Στο σώμα της» – αμιγώς γυναικείος (κι αυτός). Έτοιμες να μιλήσουν με δύναμη και περηφάνια για όσα συμβαίνουν και υπομένουν τα γυναικεία κορμιά: Από τον οργασμό μέχρι το βιασμό. Από την περίοδο μέχρι την εμμηνόπαυση. Από την ηδονή και την ενοχή μέχρι την ντροπή. Εκκλησιαστικοί και ακροδεξιοί κύκλοι στέλνουν πυρ σκοταδισμού πριν καν η παράσταση έρθει στο φως. Και σκέφτομαι, αν αυτό δεν είναι ένα σκηνικό μανιφέστο, τότε τι;
Ψυχικό μανιφέστοΗ ορολογία κινητοποιεί τις τρεις συγγραφείς του έργου με διαφορετικό τρόπο. Η Σοφία Ευτυχιάδου αντιστέκεται μεν στα μανιφέστα «αλλά σκέφτομαι πως μπορεί να είναι ένα ψυχικό μανιφέστο. Είμαστε όλες γυναίκες σημερινές, πολύ θυμωμένες, φέρουμε τραύματα, πληγές. Παρόλα αυτά, το θέατρο πρέπει να αποφεύγει την οδό της καταγγελίας». Η Ελένη Ευθυμίου, συν-συγγραφέας και σκηνοθέτρια της παράστασης, παρατηρεί πως το «Σώμα της» «θα έχει τη λειτουργία ενός μανιφέστου, χωρίς τα χαρακτηριστικά του. Τα πράγματα θα ειπωθούν με το όνομα τους, από γυναίκες που θα μιλήσουν ανοιχτά, δυνατές, μαζί, για όσα βιώνει το σώμα τους – το δικό τους σώμα».
Νεφέλη Μαϊστράλη: Ανοίγουν, τάχα μου, δημόσιες συζητήσεις για να ικανοποιηθεί ένα κομμάτι πολιτικής ορθότητας, αλλά βρισκόμαστε για τα καλά μέσα στη βιωμένη πατριαρχία
Η Νεφέλη Μαϊστράλη μεταχειρίζεται μια άλλη έννοια, αυτήν «της προσωπικής και συλλογικής ανύψωσης των γυναικών, χωρίς να είναι αναγκαστικά επικεντρωμένη στην πατριαρχία. Αυτή, μοιραία προκύπτει από το πώς μια γυναίκα καλείται να διαχειριστεί το κορμί της σήμερα. Και οι, όποιες, αντιδράσεις έχουν προκύψει, αντανακλούν την ίδια συντηρητικοποίηση της κοινωνίας. Ανοίγουν, τάχα μου, δημόσιες συζητήσεις για να ικανοποιηθεί ένα κομμάτι πολιτικής ορθότητας, αλλά βρισκόμαστε για τα καλά μέσα στη βιωμένη πατριαρχία: Διαρκώς γινόμαστε μάρτυρες γυναικοκτονιών, κακοποιήσεων, επιθέσεων».
Γυναικεία ομάδα, από την πρώτη έως την τελευταίαΗ πρωταγωνιστική ομάδα της παράστασης – Αλίκη Αλεξανδράκη, Φένια Αποστόλου, Ξένια Γκιουλεμέ, Αγγελική Δεληθανάση, Ίντρα Κέιν, Μαρία Κεχαγιόγλου, Ιωάννα Μαυρέα, Κατερίνα Παπανδρέου, Χάρις Σερδάρη, Νάνσυ Σιδέρη, Μαρία Σκουλά, Κωνσταντίνα Τάκαλου – ένας 12μελής Χορός, αυτά τα πρόσωπα με τις περισσότερες, τις λιγότερες ή τις καθόλου ρυτίδες, επεξεργάζονται το διάλογο που έχει ξεκινήσει και μοιάζει να έχει βγει από μια αίθουσα σεμιναρίου γυναικείας ενδυνάμωσης. Ίσως γιατί το εγχείρημα αυτό είναι υπαρξιακό, πόσο μάλλον όταν στο ξεκίνημα των προβών βρέθηκαν όλες να καταθέτουν πράγματα πολύ προσωπικά. «Η πρόβα έχει δείξει ότι η απόφαση να δημιουργηθεί μια κλειστή γυναικεία ομάδα ήταν σοφή. Ανοίχτηκαν μεταξύ τους τόσο γρήγορα, κάτι που δεν θα είχε συμβεί αν υπήρχε ένας άνδρας στην αίθουσα», παρατηρεί η Σοφία Ευτυχιάδου. Και σίγουρα αποτελεί μια δήλωση για την δυναμική της γυναικείας αλληλεγγύης και στον κοινωνικό χώρο – που και ιστορικά, αν το εξετάσει κανείς, έχει μόνο κατακτήσεις να επιδείξει.
Το θαύμα και το μυστήριο του γυναικείου σώματοςΞαφνικά, οι φωνές τους – όπως πολυφωνικό θα είναι και το forma της παράστασης – εκτοξεύονται στον αέρα. Η Αλίκη Αλεξανδράκη υποστηρίζει πως «ναι, είναι μανιφέστο από τη στιγμή που συμβαίνει». Η Κατερίνα Παπανδρέου θεωρεί την παράσταση μια προσωπική και συλλογική υπόθεση «αφού βλέπω κομμάτια της προσωπικής μου ιστορίας στα μάτια κάποιας άλλης γυναίκας». Η Αγγελική Δεληθανάση αισθάνεται πως «μοιάζει γραφικό να βγαίνεις στον 21ο αιώνα να βροντοφωνάζεις πως είσαι γυναίκα, αλλά πάντως ο αγώνας συνεχίζεται» ενώ η Νάνσυ Σιδέρη σκέφτεται πως η παράσταση αυτή «αξίζει να λειτουργήσει ενωτικά, ανεξάρτητα από την ταυτότητα ή το φύλο των θεατών». Η Μαρία Σκουλά θεωρεί πως το θέμα που κοινωνεί η παράσταση «είναι πολιτικό, εφόσον ξυπνάει μια κοινή μνήμη».
Σοφία Ευτυχιάδου: Η παράσταση παίρνει θέση απέναντι σε ζητήματα καταπίεσης, κακοποίησης, ανελευθερίας, αυτοδιάθεσης, χειραφέτησης
Το «Σώμα της», όπως εξηγεί η Σοφία Ευτυχιάδου, «παίρνει θέση απέναντι σε ζητήματα καταπίεσης, κακοποίησης, ανελευθερίας, αυτοδιάθεσης, χειραφέτησης». Επί το απλούστερο αναρωτιέται: Γιατί το σώμα μιας γυναίκας θεωρείται ακάθαρτο όταν έχει περίοδο ή γιατί μια γυναίκα κατηγορείται ως πόρνη όταν πέσει θύμα βιασμού; «Χωρίς να ρομαντικοποιούμε καταστάσεις, αλλά με ποιητική διάθεση, και μέσα από μια σπονδυλωτή αφήγηση, θα μιλήσουμε με ειλικρίνεια για το γυναικείο σώμα, ελπίζοντας ότι δεν θα χάσει τίποτα από το θαύμα και το μυστήριο που εκπροσωπεί ανά τους αιώνες», συνεχίζει η Ευτυχιάδου.
Οι «ιέρειες» αυτού του σκηνικού μυστηρίου καλούνται να μιλήσουν για το πόσο μακρινή είναι η κοινωνική κατάκτηση του ελεύθερου γυναικείου σώματος. «Πολύ μακριά, ρε γαμώτο. Και να νιώθω μέσα μου την ελευθερία, η κοινωνία δεν μπορεί να με δεχθεί. Θα πρέπει να υπομείνω τους περιορισμούς της», λέει αυθόρμητα η Ελένη Ευθυμίου. Η Κωνσταντίνα Τάκαλου ομολογεί απερίφραστα πως «το σώμα μου το νιώθω εγκλωβισμένο κι ό,τι αυτό εμπεριέχει. Ελευθερία σωματική αισθάνομαι μόνο στο θέατρο· όμως το κοινωνικό μου σώμα είναι φορτωμένο με συστολές, φόβους και ντροπή». Η Ιωάννα Μαυρέα αισθάνεται μπερδεμένη: «Αλλού πιστεύω πως έχω τον έλεγχο του σώματος μου, αλλά αν θελήσω να κάνω τόπλες – για παράδειγμα – δεν θα το κάνω με την σκέψη πως η κοινή αισθητική θέλει ένα στητό στήθος. Είναι πολλά τα μικρά και καθημερινά πράγματα που μας κάνουν θύματα κοινωνικών περιορισμών». Στο σωματότυπο της θα σταθεί και η νεαρή Ξένια Γκιουλεμέ αφού «με ορίζει στα μάτια των άλλων. Μια μικρόσωμη γυναίκα, όπως εγώ, λογίζεται ως ευάλωτη, διατρέχει κίνδυνο να δεχθεί οποιαδήποτε άσκηση εξουσίας πάνω της κι αυτό με κάνει να αισθάνομαι και μέσα μου μικρή», λέει φορτισμένη.
Κωνσταντίνα Τάκαλου: Το κοινωνικό μου σώμα είναι φορτωμένο με συστολές, φόβους και ντροπή
Η Κατερίνα Παπανδρέου προσθέτει: «Πόσο ελεύθερη να αισθάνομαι όταν πλησιάζω στο σπίτι μου, με τα κλειδιά στο χέρι; Θέλω να νιώθω ελεύθερη, πάντως». Η Ίντρα Κέιν παραδέχεται πως αισθανόταν απίστευτα καταπιεσμένη σε μικρότερη ηλικία ώστε «ένιωθα πως το σώμα μου είναι κάτι ξεχωριστό από μένα, δεν μου άρεσε, δεν το αγαπούσα. Αλλά η κοινωνία μου στερούσε και το δικαίωμα να αισθάνομαι εύθραυστη ως γυναίκα γ’ αυτό». Τρανς χορεύτρια και ηθοποιός η Φένια Αποστόλου προσφέρει μιαν άλλη διάσταση στη συζήτηση περί σωματικής ελευθερίας. Στην περίπτωση της, το γυναικείο σώμα ήταν ελευθερία: «Καταπιεζόμουν τρομερά στο παλιό μου σώμα. Στο νέο μου σώμα έχω τον πλήρη έλεγχο, δεν βάζω κανένα φρένο, αφήνω να αναδειχθούν όλες οι αρετές του κι αυτό με κάνει δυνατή και στα μάτια των άλλων», εξηγεί με παρρησία.
Από όλες αυτές τις γυναίκες – για τις οποίες το σώμα τους σηματοδοτεί «τον εαυτό μου», «το ναό μου», «την ευαισθησία μου», «το σπίτι μου», «το εργαλείο που με πάει στη ζωή» «τις ρωγμές μου» – ζητάω μιαν εξήγηση: Γιατί η γυναικεία φύση είναι, τελικά, τόσο υποτιμημένη;
«Θέλει και ερώτηση; Γιατί αυτό έχει επιβάλλει η πατριαρχία», απαντά ακαριαία η Ίντρα Κέιν με την Κωνσταντίνα Τάκαλου να προσθέτει στο εκρηκτικό μείγμα και το καπιταλιστικό σύστημα «που έχει χρησιμοποιήσει το γυναικείο σώμα ως προϊόν με κάθε τρόπο, το έχει διαστρεβλώσει, το έχει κάνει να απολογείται για τα πάντα». Με τη σειρά της, η Μαρία Σκουλά αναγνωρίζει «πως όσο κι αν συρρικνώνεται η γυναικεία φύση άλλο τόσο αντέχει να αναπνέει, παρά τις αντιξοότητες στο λιγότερο χώρο που της δίνεται. Πάντα αναζητά τη δύναμη της η γυναικεία φύση σε τούτον τον κόσμο κι αυτήν πρέπει να ενισχύσουμε όλοι, ανεξαρτήτως φύλου».
Η πρόβα «Στο σώμα της» δεν έχει ξεκινήσει, αλλά η συζήτηση εξακολουθεί φλεγόμενη. Ακόμα και ο τρόπος που συνομιλούν αυτές οι γυναίκες, με την ανεπίσημη αφορμή ενός δημοσιογραφικού κειμένου, εκπέμπει όλα τα σήματα που τις ενώνουν εκτός από τα οιστρογόνα και την προγεστερόνη, τα στήθη και τα αιδοία. Η Κωνσταντίνα Τάκαλου σκεπτόμενη οντολογικά λέει πως «ο κοινός μας άξονας είναι όσα μας συνδέουν και με τα θηλυκά ζώα. Έχουμε άλλη κοσμοθεωρία, άλλο ορμονικό σύστημα, άλλο ένστικτο – γίνουμε ή δεν γίνουμε μητέρες. Είμαστε φτιαγμένες από άλλο υλικό, πιο ποιητικό». Πιο αγωνιστική φωνή, η Ελένη Ευθυμίου θα πει πως «όλες έχουμε κάτι υποστεί ντροπή, βία, πίεση, κι όλα αυτά δεν είναι βιολογικά κληροδοτήματα αλλά κοινωνικές κατασκευές. Συνεπώς, η σκέψη αυτή πρέπει να μας κάνει πιο συνειδητές στην τοποθέτηση μας ως κοινωνικά πρόσωπα».
Ελένη Ευθυμίου: Και να νιώθω μέσα μου την ελευθερία, η κοινωνία δεν μπορεί να με δεχθεί. Θα πρέπει να υπομείνω τους περιορισμούς της
Η Μαρία Σκουλά ζει την ένωση στην διαφορετικότητα της ομάδας: «Αυτό νιώθω μας έχει φέρει πιο κοντά και προσωπικά μου έχει διδάξει πολλά, το πόσο διαφορετικές είμαστε», λέει. Η Ιωάννα Μαυρέα, με τη σειρά της, διακρίνει κάτι αισιόδοξο: Βλέπει στις νεότερες συμπρωταγωνίστριες της τη μικρή νίκη πάνω σε καθημερινά στερεότυπα που η ίδια δεν κατάφερε να τιθασεύσει στην ηλικία τους και μιλάει για το ενωτικό στοιχείο της «παρηγοριάς». «Όλες είμαστε μιας μητέρας κόρες», προσθέτει με γλυκιά με αθωότητα η Αγγελική Δεληθανάση.
Για όλους όσοι τις δίδαξαν να είναι γυναίκεςΕτοιμάζονται να ανέβουν στη σκηνή έχοντας κατά νου άλλη «τη γιαγιά της», άλλη «τη μαμά μου και τις φίλες της», άλλη τις συμπραγωνίστριες της – φιγούρες που τους δίδαξαν να είναι γυναίκες, ίσως και να αγωνίζονται γι’ αυτό.
«Στην οικογένεια μου είμαστε τρεις αδερφές και μεγαλώσαμε στην επαρχία. ΄Οταν γεννηθήκαμε, ο πατέρας μου το έφερε βαρέως· προβληματιζόταν τι θα έκανε με τόσα κορίτσια στο σπίτι και η τοπική κοινωνία τον αντιμετώπιζε με τον ίδιο τρόπο», ομολογεί η Κωνσταντίνα Τάκαλου. «Μεγαλώνοντας μας έλεγε πόσο ευλογημένος αισθανόταν που ήμασταν τα παιδιά του. Κι αυτό χρειάζονται οι άνθρωποι: Χρόνο να μας γνωρίσουν πριν μας κατατάξουν λόγω του φύλου μας».