Καταργώντας τις διαχωριστικές γραμμές και θολώνοντας τα όρια ανάμεσα στην αναπαράσταση και την αλληγορία, οι δύο καλλιτέχνες διατύπωσαν αλληλοσυμπληρούμενες και πολυδιάστατες ερμηνείες, προκειμένου να σκιαγραφήσουν το «τέρας» ως οντότητα που επιβιώνει στο συλλογικό αταβιστικό θυμικό της ανθρωπότητας. Παράλληλα, έπλασαν ένα τοπίο που συνυφαίνει το ανοιχτό αρχείο και τη θεατρικότητα, στο οποίο μπορούν να περιηγηθούν οι θεατές.
Όπως αναφέρει ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ, Ορέστης Ανδρεαδάκης στο επιμελητικό του σημείωμα: «Τα τέρατά τους είναι τα ασώματα όντα μιας μεταφυσικής ετερότητας, η άυλη αποτύπωση του θεμελιώδους εφιάλτη της ανθρώπινης ιστορίας. Είναι επίσης απέθαντα, όπως εξάλλου και τα φαντάσματα, και γι’ αυτό έρχονται να συμπληρώσουν τους προβληματισμούς και τις απορίες του κινηματογραφικού αφιερώματος και της εικαστικής έκθεσης του 65ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης».
Παίρνοντας τον λόγο ο Δαυίδ Σαμπεθάι σημείωσε: «Θέλαμε να φτιάξουμε μια κινηματογραφική διαδρομή και ο χώρος προσφέρεται για κάτι τέτοιο. Θέλαμε να υπάρχει μια κινηματογραφική ατμόσφαιρα ή να μοιάζει ο χώρος με ένα σετ κινηματογραφικό, το οποίο ενδεχομένως να μην έχει ολοκληρωθεί ακόμα. Αυτό που κάναμε με τις κουρτίνες και τα υφάσματα, θέλαμε να έχει μια αίσθηση παιχνιδιού. Θα μπορούσε να είναι κάτι που έχουν φτιάξει παιδάκια για το δωμάτιό τους. Επιχειρήσαμε μια εξερεύνηση του τέρατος μέσα από τον κινηματογράφο, στις διάφορες μορφές που έχει πάρει, ενώ μας απασχόλησε αρκετά και το κοινωνικό σκέλος που συνδέεται με την έννοια του τέρατος, το πώς ένας άνθρωπος πολύ εύκολα μπορεί να μεταμορφωθεί σε τέρας για διαφορετικούς λόγους, τόσο ιστορικά ως σύνολο όσο και ατομικά. Επομένως, πρόκειται για ένα παιχνίδι που όλα τα στοιχεία διαπλέκονται μεταξύ τους, ενώ εμείς από την πλευρά μας προσπαθήσαμε να συνδυάσουμε τις δουλειές, ώστε να να υπάρχει ένας διάλογος ανάμεσα στα δικά μου έργα και εκείνα της Μαλβίνας. Η ατμόσφαιρα είναι το πιο σημαντικό στοιχείο, να εισέρχεται ο θεατής σε μια διαφορετική διάσταση με το μπαίνει στον χώρο», ανέφερε ο Δαυίδ Σαμπεθάι.
«Δεν είναι μια κλασική, συμβατική έκθεση, αλλά μια αφήγηση που ξεδιπλώσαμε από κοινού οι δύο μας με έναν διαφορετικό τρόπο, με σκοπό να προσφέρουμε στον θεατή μια εμπειρία όπου τα έργα μας, μολονότι διακριτά και ξεχωριστά, βρίσκουν σημείο συνάντησης, ενσωματώνονται το ένα στο άλλο, μεταγράφονται με καινούργιους τρόπους. Θέλαμε να απεικονίσουμε αυτές τις πολιτισμικές μεταμορφώσεις της έννοιας του τέρατος είτε κοινωνικά είτε ανθρωπολογικά, με διαφορετικούς τρόπους. Θέλαμε να δημιουργήσουμε μια αίσθηση εμπειρίας σε αυτή την έκθεση, αλλά και να επαναδιατυπώσουμε ορισμένες έννοιες με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο, χρησιμοποιώντας απλά υλικά και μέσα», συμπλήρωσε η Μαλβίνα Παναγιωτίδη.
Η Μαλβίνα Παναγιωτίδη (Αθήνα, 1985) ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Art in Context» στο Universität der Künste του Βερολίνου. Έχει βραβευτεί με το Πρόγραμμα Υποστήριξης Καλλιτεχνών Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (2018) και με το Έπαθλο Σπυρόπουλου (2016). Η καλλιτεχνική πρακτική της επικεντρώνεται στα σημεία τομής του αποκρυφιστικού μοντερνισμού, της λειτουργίας του φαντασιακού και της ανοίκειας ανθρώπινης συμπεριφοράς σε διαφορετικές κοινωνικοπολιτικές συνθήκες. Έχει συμμετάσχει σε εκθέσεις σε ιδρύματα, μουσεία και χώρους τέχνης στην Ελλάδα, στη Γαλλία, στη Γερμανία και στην Τουρκία. Η Μαλβίνα Παναγιωτίδη εκπροσωπείται από την γκαλερί The Breeder.
Ο Δαυίδ Σαμπεθάι γεννήθηκε στην Αθήνα το 1989. Εκπροσωπείται από την Eleftheria Tseliou Gallery. Σπούδασε Painting & Printmaking στο Glasgow School of Art. Τρέχει τον ανεξάρτητο καλλιτεχνικό εκδοτικό οίκο Hideout Editions. Δουλεύει σε διαφορετικά πεδία, όπως η ζωγραφική, η γραφή, η μουσική και ο ήχος, η κεραμική, τα καλλιτεχνικά βιβλία και οι ταπισερί, πάντα όμως με τη ζωγραφική στο επίκεντρο και ως σημείο εκκίνησης. Αγαπά τη ζωγραφική περισσότερο γιατί πιστεύει πως είναι ο καλύτερος τρόπος να πεις κάτι που δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια. Έντονα συνειρμικός, συχνά με μεγάλες δόσεις μαύρου χιούμορ και καθοδηγούμενος από μια μεγάλη περιέργεια και ενσυναίσθηση, δημιουργεί κόσμους μέσα από πειραματικές φόρμες αφήγησης που θολώνουν τα όρια τεχνικών διήγησης διαφορετικών μέσων και ευνοούν μια παραγωγική χρονοκαθυστέρηση στην παρατήρηση και στο «κοίταγμα».
Τα έργα των δύο καλλιτεχνών θα παρουσιαστούν στο MOMus-Πειραματικό Κέντρο Τεχνών (Αποθήκη Β1, Λιμάνι Θεσσαλονίκης), σε επιμέλεια του Ορέστη Ανδρεαδάκη, στη διάρκεια του 65ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, με δωρεάν είσοδο για το κοινό. Η έκθεση θα παραμείνει ανοιχτή για το κοινό και μετά τη λήξη του Φεστιβάλ μέχρι τις 24 Νοεμβρίου.