«Σε μια γυναίκα 33 ετών έχει καρφωθεί μια τρελή ιδέα, ότι είναι στραβός ο γιαλός και άδικος ο κόσμος κι εκείνη η αδικοχαμένη ψυχή του Vincent Van Gogh που πήγε και της χώθηκε στο σώμα. Και μας καλεί να παλέψουμε τα τέρατα μαζί της, με κάθε μας απόκρυφο εαυτό, όσο είναι λέει γόνιμη ακόμα και τη νοιάζουν όλα αυτά. Στόχος είναι να διαλέξει τη ζωή.
Κι αυτή είμαι εγώ.Αυτά που θέλω να πω: Μην έχεις προσδοκίες. Μπορεί να μην περάσεις καλά. Μην περιμένεις κανένα κρυφό κείμενο. Δεν παίζω εγώ. Εσύ παίζεις. Και μπορεί να πέσεις από τα σύννεφα. Μην πεις πως δεν σου το είπα.
Δες τώρα τι γίνεται. Παλεύω με τα τέρατα μέσα μου και δεν τα κερδίζω ποτέ. Κάποιες φορές γίνομαι τέρας και πάλι κερδίζει η άλλη εγώ. Αυτή που δεν ξέρω ποια είναι. Λέει πως δεν είναι αυτή που πίστευε πως ήθελε να είναι. Εγώ πιστεύω πως δεν πειράζει και τόσο. Διαφωνεί. Ψάχνω έναν τρόπο να την νικήσω και δεν νικιέται με τίποτα. Τρέχω ασταμάτητα κι ας είμαι αγύμναστη και δεν κυνηγάω πλέον τον χρόνο, τώρα με κυνηγάει αυτός. Δεν με πιάνει. Δεν τα φυλάω, δεν ψάχνω, δεν περιμένω. Βρίσκω κρυψώνες και κρύβομαι τόσο καλά που ούτε εγώ δεν με βρίσκω. Δεν ντρέπομαι. Η μεγαλύτερη επιτυχία μου είναι πως έχω αποτύχει τελείως σε όλα όσα έπρεπε να έχω πετύχει.
Η Βαν / ο Βαν / το Βαν. Όλα μαζί. Μαθαίνω να μιλώ και Ρομανί στο σχολείο τα πρωινά. Τόσο όσο για να πω πως πεθαίνω για σένα. Δεν θέλω καθόλου να γράψω περίληψη και σημείωμα συγγραφέα και σκηνοθέτη. Για τη μέθοδο του θεάτρου της πραγματικότητας δεν θέλω να γράψω. Αν έχει Ντουέντε στ’ αλήθεια το νιώθεις. Θέλω μόνο να πω μια προφητεία: σ’ ένα σταροχώραφο που μοιάζει με ρινγκ, κάποια έναστρη νύχτα, ένα ηλιοτρόπιο θα ξεριζωθεί και θα γίνει κοράκι. Τότε, τα ασπρόμαυρα πέπλα θα γίνουνε μωβ κι ύστερα θα χαθούνε για πάντα. Οι γκρι καναπέδες θα πάρουν φωτιά και θα κάψουν ό,τι θυμίζει σιέστα. Γκρίζο δεν θα ‘χει ο κόσμος μας ούτε για δείγμα. Και δεν θα κάνουν οι άνθρωποι διάλειμμα, ούτε και παύση, ποτέ. Αυτό που καίει μέσα μας, θα βγει, θα ενωθεί, θα μας δροσίσει. Και θα είμαστε μαζί για πάντα. Διάφανοι κι ελεύθεροι. Κι ό,τι κατάλαβες.
Και κλάψε κι εσύ σαν μωρό, γέλα με την ψυχή σου, ούρλιαξε, πίστεψε, πάλεψε, γραπώσου και μάτωσε, χτύπα κεφάλι στον τοίχο, άσε τη γλώσσα να βγάλει μαλλιά και τράβα τα, ξερίζωσέ τα / με / μας, ό,τι θες, αρκεί να μη μείνει τίποτα ανείπωτο. Κι αν πιστέψουν πως είσαι τρελός, ευχήσου τους και στα δικά τους. Αυτά για τώρα. Είμαι τυλιγμένη σε ένα κροκί κάτι και σέρνω με αλυσίδες τους φόβους και τις αγάπες μου. Αν έρθεις, να έχεις έναν τρόπο να με ξυπνήσεις. Υπόσχομαι να κάνω το ίδιο. Να τα κάνουμε όλα λίμπα. Όχι επειδή πρέπει. Επειδή θέλω και θέλεις. Κι αν τολμάς, αγάπη μου, ανέβα στο ρινγκ κι εσύ».
Υπογραφή,
Β Α Ν ~ η μετεμψύχωση του Van Gogh