Επιλέγουν να καθίσουν γαλαρία. Στο τέρμα, στο λιγότερο φωτεινό σημείο της πλατείας του «Βέμπο» αφού από φώτα έχουν, μάλλον, χορτάσει. Ο Λάκης Λαζόπουλος και ο Γιάννης Μπέζος, δύο δημιουργοί με, κοντά, πέντε δεκαετίες παρουσίας (έκαστος) στη σκηνή, μοιράζονται πολλά κοινά – εκτός από τα δύο διπλανά βελούδινα καθίσματα του θεάτρου. Έχουν ξεκινήσει την καλλιτεχνική διαδρομή τους σχεδόν ταυτόχρονα (κάτι που αυτομάτως μεταφράζεται σε ανάλογη εμπειρία), έχουν και οι δύο εξαιρετική σχέση με αυτό που ονομάζεται «κωμωδία» και, όπως υπενθυμίζει ο Λάκης Λαζόπουλος, «έχουμε και οι δύο χιούμορ».
Από τις 25 Δεκεμβρίου μοιράζονται και κάτι ακόμα: την ερμηνεία ενός κλασικού ρόλου του ελληνικού ρεπερτορίου, του στρατηγού Δεκαβάλλα ή αλλιώς του «Ήρωα με παντούφλες». «Πάντα αγαπούσα τρομερά αυτό το έργο και αυτόν τον ρόλο. Γράφεται σε μια εποχή γκρεμίσματος της χώρας. Όταν γκρεμίζεται ένα σπίτι θέλεις να το ξαναχτίσεις. Ξεκινάς, λοιπόν, από τα θεμέλια – κι αυτό είναι ένα έργο θεμελιακό», συνεχίζει ο Λαζόπουλος που έχοντας δει το Γιάννη Μπέζο να φορά τη στολή του Δεκαβάλα σκέφτηκε πως «ο Γιάννης ήταν ιδανικός να με σκηνοθετήσει. Αγαπά πολύ τους ηθοποιούς, αγαπάει την κωμωδία και γνωρίζει τα τραγικά και κωμικά ίχνη του κειμένου».
Πάνε δέκα χρόνια από την παράσταση του Βρετάνια, όπου τότε ο Μπέζος ερμήνευε και σκηνοθετούσε την πικρή ηθογραφική κωμωδία των Αλέκου Σακελλάριου και Κώστα Γιαννακόπουλου. Ήρωας του ένας εν αποστρατία στρατηγός που, αποσυρμένος από το δημόσιο βίο, ζει αθόρυβα και φτωχικά με την οικογένεια του· μέχρι τη στιγμή που ένας ξάδερφός του τον επισκέπτεται για να τον ενημερώσει πως, σε αναγνώριση των ανδραγαθημάτων του, η «πατρίδα» θα τον τιμήσει στήνοντας του ανδριάντα. Γραμμένο το 1947 – εν μέσω δηλαδή του Εμφυλίου πολέμου – στηλιτεύει τους λυμεώνες του δημοσίου χρήματος, που συνήθως δρουν εις το όνομα της πατρίδας.
«Το έργο δεν επιτρέπει να το αλλοιώσεις, να φύγεις από την εποχή του γιατί χάνει το νόημα του. Ακριβώς επειδή είναι γραμμένο στη διάρκεια του Εμφυλίου θέτει σε αντιδιαστολή δύο αντίρροπες δυνάμεις: το υγιές κομμάτι της κοινωνίας που είναι ο Δεκαβάλας και τον περίγυρο των κομπιναδόρων, που δεν είναι παρά Χήτες. Στην εποχή τους, δεν ειπώθηκαν αυτά τα πράγματα, ούτε καν στην ταινία που γυρίστηκε το 1958. Εδώ θα φανεί η γελοιότητα των προσώπων μέσα στην Ιστορία. Το καταπληκτικό ή και το δυστυχές είναι πως μιλά για πράγματα που ισχύουν ακόμα. Γιατί ακόμα υπάρχει ένας περίγυρος ελεεινός, τον οποίο όχι μόνο δεν έχουμε κάνει κάτι για να τον θεραπεύσουμε, αλλά αντίθετα, τον έχουμε συνηθίσει. Να, λοιπόν, μια ευκαιρία γι’ αυτό το σπουδαίο έργο να αναδειχθεί γιατί είναι γραμμένο από συγγραφείς με ζεστή καρδιά, πολύ μυαλό που, σημειωτέον, υπήρξαν παιδιά του πολέμου: είχαν πολεμήσει στο μέτωπο. Δεν θα μπορούσαμε, δηλαδή, να δούμε ανάλογα έργα σήμερα. Μολονότι η εμπειρία που περιγράφει, μας είναι απολύτως οικεία», υπογραμμίζει ο Γιάννης Μπέζος.
Οικείος ήρωαςΚαι για τους δύο, η οικειότητα με τα παθήματα του ηρωϊκού στρατηγού αναπτύσσεται όχι μόνο εξαιτίας της διαχρονικά αναγνωρίσιμης εμπειρίας της κομπίνας, αλλά κυριολεκτικά μέσα από δικά τους πρόσωπα. «Το έργο αυτό με συνδέει με τη ζωή μου» ομολογεί ο Λάκης Λαζόπουλος. «Πολλές φορές συναντάω το πατέρα μου στο ρόλο, ο οποίος ήταν επίσης παιδί του πολέμου, είχε πολεμήσει στο Αλβανικό μέτωπο και εν συνεχεία είχε μείνει 14 χρόνια έφεδρος αξιωματικός. Σε όλες τις φωτογραφίες του στο πατρικό μας φοράει στολή. Φαντάζομαι πως έτσι τον ερωτεύτηκε και η μάνα μου! Ήταν ένας άνθρωπος, καλός και έντιμος, που έδινε ρεσιτάλ στη στενοχώρια και την απογοήτευση του αλλά έχοντας την αγωγή του στρατού μεταμορφωνόταν, ανά πάσα στιγμή, σε ένα πολύ πειθαρχημένο άτομο». Με αυτές τις οικείες προσλαμβάνουσες ο Λάκης Λαζόπουλος καλείται να ερμηνεύσει τον ήρωα που συναντά «πόλεμο μετά τον πόλεμο και πρέπει να γυαλίσει το ξίφος του. Αυτή τη φορά, ο πόλεμος είναι αλλιώτικος. Είχε μάθει να αναγνωρίζει τον εχθρό απέναντι, ενώ τώρα ο εχθρός κάθεται αναπαυτικά δίπλα του».
Γιάννης Μπέζος: Υπάρχει ένας μεγάλος κορμός σε τούτη εδώ τη χώρα που προσπαθεί, δίνει τις δικές του μάχες με σύνεση, κουράγιο, εντιμότητα. Είναι άνθρωποι που στέκονται το πρωί στη στάση του λεωφορείου και κανείς δεν τους παρατηρεί
Διόλου τυχαίο που ο Γιάννης Μπέζος έχει παρόμοιες αναμνήσεις από το δικό του πατέρα. «Ήταν εξίσου συντηρητικός κι ενώ συχνά δεν συμφωνούσα μαζί του, όταν έλεγε κάτι τον άκουγες. Είχε τη ματιά του ψηλά, ένας άνθρωπος αυστηρός αλλά ευγενής». Μοιράζονται και οι δύο προσωπικές εντυπώσεις, βέβαιοι πως είναι κι άλλοι πολλοί που εμπεριέχουν τις ποιότητες του Δεκαβάλα. «Απλώς δεν είναι πολύ της μόδας», σχολιάζει ο Μπέζος. Βαφτίζει ως «δεκαβαλέϊκη ιδιοσυγκρασία» τη στάση ζωής όλων εκείνων που «ενώ έχουν πολλά προβλήματα επιβίωσης, τα βγάζουν πέρα με μεγάλη αξιοπρέπεια. Ας σταματήσει αυτός ο ισχυρισμός πως όλοι στην Ελλάδα είναι χαμερπείς, ψάχνονται να βολευτούν και να κάνουν κομπίνες. Υπάρχει ένας μεγάλος κορμός σε τούτη εδώ τη χώρα που προσπαθεί, δίνει τις δικές του μάχες με σύνεση, κουράγιο, εντιμότητα. Είναι άνθρωποι που στέκονται το πρωί στη στάση του λεωφορείου και κανείς δεν τους παρατηρεί. Αυτός είναι ένας λόγος για να συνομιλούμε με τον Σακελλάριο και τον Γιαννακόπουλο· για να θυμόμαστε από που ερχόμαστε».
Με τα ανοιχτά τραύματα του ΕμφυλίουΣυμφωνούν πως ο «Ήρωας με παντούφλες» είναι ένα έργο που θα εκτιμήσουν περισσότερο όσοι θεατές αντλούν από την προσωπική τους μνήμη. Τι γίνεται, όμως, με τη συλλογική μνήμη; Εβδομήντα πέντε (και βάλε) χρόνια μετά, η εμφυλιακή περίοδος παραμένει μια άγνωστη χώρα για την πλειοψηφία των Ελλήνων. «Διαρκώς επικαλούμαστε τον Εμφύλιο αλλά δεν τον γνωρίζουμε. Ασφαλώς, ήταν σουρεαλιστικό αυτό που συνέβη. Εκεί που οι άλλες χώρες άρχισαν να παίρνουν μπροστά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο εμείς οδηγηθήκαμε εκουσίως πιο βαθιά στον πάτο – με ευθύνη φυσικά και του ακατάλληλου πολιτικού προσωπικού της χώρας και από τα δεξιά και από τα αριστερά. Γι’ αυτό είμαστε ακόμα εδώ. Δεν γνωρίσαμε την Ιστορία μας, δεν κάναμε την αυτοκριτική μας». Ο Λάκης Λαζόπουλος αποδίδει αυτή την εθνική φυγοπονία στην αδυναμία του Έλληνα να αντιμετωπίσει τον εαυτό του. «Τι να πω; Μπορεί να φταίει το κλίμα. Σε μια χώρα με λαμπερό ήλιο, βρισκόμαστε διαρκώς έξω, δεν συγκεντρωνόμαστε στον εαυτό μας. Αν περνούσαμε περισσότερο χρόνο στο χώρο μας θα είχαμε τη δυνατότητα να μελετήσουμε ποιοι είμαστε. Ενώ έξω υποδυόμαστε κάποιους άλλους. Στην Ελλάδα είμαστε, με έναν τρόπο, όλοι ηθοποιοί, υποκρινόμαστε – με την έννοια πως δεν κοιτάζουμε μέσα μας, στα τραύματα μας. Και το τραύμα δεν επουλώνεται, αν δεν πας στο νοσοκομείο. Να, λοιπόν, πως βρισκόμαστε σε μια αέναη συνάντηση με τις πληγές μας».
Λάκης Λαζόπουλος: Στα οργανωμένα κράτη δεν υπάρχουν ήρωες. Αντίθετα, στην Ελλάδα του χάους, κάποιος αναγκάζεται να πράξει ηρωϊκά. Γι’ αυτό και φοράει παντόφλες. Βγαίνει όπως είναι και αναλαμβάνει δράση
Αν ο Δεκαβάλας πολέμησε ηρωϊκά καβάλα στο άλογο του για να σώσει την πατρίδα από τον εχθρό, χρειάστηκε να το ξανακάνει αντιστεκόμενος στον εγχώριο αριβισμό και την πατριδοκαπηλία. Εκεί, κατά τον Γιάννη Μπέζο, ξαναξυπνάει ο ήρωας μέσα του. Ο Λάκης Λαζόπουλος αυτοσχεδιάζει πάνω στην ερμηνεία του Γιάννη Τσαρούχη για την πλούσια «παραγωγή» ηρώων στην Ελλάδα. «Αφού οι πολίτες δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους, κάποιος πρέπει να βγει μπροστά. Στα οργανωμένα κράτη δεν υπάρχουν ήρωες. Αντίθετα, στην Ελλάδα του χάους, κάποιος αναγκάζεται να πράξει ηρωϊκά. Γι’ αυτό και φοράει παντόφλες. Βγαίνει όπως είναι και αναλαμβάνει δράση».
Εννοείται πως σε κάθε εποχή, ηρωϊκή και αντι-ηρωϊκή, οι πατριδοκάπηλοι δεν έχουν λείψει. Ο Γιάννης Μπέζος επιμένει πως αν κατανοήσουμε τον ορισμό της πατρίδας, θα περιοριστούν κι εκείνοι που την λυμαίνονται. «Πατρίδα δεν είναι τα γεωγραφικά μας σύνορα. Πατρίδα είναι ένα κοινό ήθος, ένας τρόπος που συναποφασίζεις να ζεις. Με ποιο τρόπο θρηνούν οι Ελληνες τους νεκρούς τους, το έχετε σκεφτεί; Με ποιο τρόπο διασκεδάζουν, θυμώνουν; Η λέξη έθνος προέρχεται από ‘έθος’, δηλαδή της συνήθειας. Οπότε, αν φοβάσαι πως τα σύνορα σου απειλούνται από ξένους και θέλεις να βαράς τουφεκιές για να τα προστατεύσεις, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να μάθεις την ελληνική γλώσσα και την Ιστορία. Τότε θα πάψουν να σε φοβίζουν και οι βόρειοι και ανατολικοί γείτονες. Τότε θα σταματήσεις να πείθεσαι από εκείνους που σου λένε να περιχαρακωθούμε. Η πατρίδα έχει νόημα όταν είναι ανοιχτή στον κόσμο. Κι αυτό δεν θα αμβλύνει το πατριωτικό σου αίσθημα, ίσα που θα τονωθεί επειδή το γνωρίζεις».
Όσην ώρα κουβεντιάζουν, οι ξυλουργοί που κατασκευάζουν το σκηνικό (όπου θα πατήσει ο ήρωας με τις παντούφλες του) δεν σταματούν να καρφώνουν ξύλα. Συχνά ο ήχος καλύπτει τα λόγια τους. Και είναι δύο καλλιτέχνες που δεν έχουν διστάσει να θέσουν το δάχτυλο «εις τον τύπον των ήλων». Να κάτι ακόμα που συνδέει τους δυο τους. «Μετά από τόσα χρόνια, αισθάνομαι πως ο κόσμος δεν ακολουθεί τους ρόλους και τα έργα, αλλά τα πρόσωπα. Όταν έρχεται να με δει στο θέατρο το κάνει γιατί πιστεύει πως κάτι θα του πω. Όταν παρακολουθεί το Λαζόπουλο σημαίνει πως τον εμπιστεύεται. Οι θεατές δεν μας ανέδειξαν σε αυτή τη θέση για να μασάμε τα λόγια μας, αλλά για να μην τα μασάμε. Ασχέτως, αν ενοχλήσουν. Για να μην σας πω ότι όσοι ενοχλούνται μπορεί να σε εκτιμήσουν ακριβώς επειδή έχεις το θάρρος της γνώμης σου. Νομίζω ότι είμαστε υποχρεωμένοι να γινόμαστε έως και δυσάρεστοι. Αν εμείς κρυφτούμε στο καβούκι μας, οι άλλοι που δεν έχουν το βήμα τι θα κάνουν; Γι’ αυτό έρχονται στο θέατρο οι άνθρωποι: για όσα φανερώνονται», λέει με μια ανάσα ο Γιάννης Μπέζος την ώρα που ο Λάκης Λαζόπουλος κουνάει το κεφάλι του σε διαρκή κατάφαση. Υπάρχει άραγε κάτι θαρραλέο να παίρνεις την ευθύνη της άποψης σου; Ο Μπέζος ξαναπαίρνει το λόγο. «Η τέχνη είναι κάτι άπιαστο, σαν την πίστη αναφέρεται στον καθένα ξεχωριστά. Αυτό σημαίνει πως ‘πρέπει να είσαι έτοιμος, όπως έλεγε και ο Μολιέρος ‘και για τη δόξα και για τη χλεύη. Αν δεν είσαι κάνε άλλη δουλειά. Πάντως, εγώ αυτό δεν το ονομάζω θάρρος και ηρωισμό, το λέω απλώς επαγγελματισμό. Να κάνουμε καλά τη δουλειά μας».
Δουλεύοντας τους τελευταίους μήνες για το ανέβασμα της παράστασης στο «Βέμπο» είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν ο ένας τον άλλον σε επαγγελματικό επίπεδο. Να καταλάβουν τι κάνει ο άλλος καλά στο θέατρο. Ανταλλάσσουν πληροφορίες χωρίς διάθεση για αβρότητες. Ο Λάκης Λαζόπουλος θαυμάζει τον Γιάννη Μπέζο γιατί «έχει την κωμωδία τόσο πολύ μέσα του αλλά δεν είναι μόνο κωμικός ηθοποιός. Ό,τι και να κάνει αφήνει μια ρωγμή. Αλήθεια τον εκτιμώ, με κάθε τρόπο. Ξέρει την ελληνική γλώσσα, ξέρει τα έργα και τα είδη, δεν κάνει τίποτα στο περίπου. Και θέλει να σε δει να είσαι καλός πάνω στη σκηνή, χωρίς να φέρει κανένα κόμπλεξ». Με τη σειρά του, ο Γιάννης Μπέζος πιστώνει στο Λάκη Λαζόπουλο το ρίσκο. «Είναι ένας καλλιτέχνης που έχει έντονο αποτύπωμα στο θέατρο της σάτιρας, σκίζει στα εξωστρεφή θεάματα και παρόλα αυτά αποφασίζει να πάει αλλού, μπαίνει στην περιπέτεια της πρόζας από εσωτερική ανάγκη· από την ανάγκη θέλει να αναμετρηθεί με τον εαυτό του κι αυτό είναι λιγάκι ηρωϊκό. Μπαίνει στο φτωχόσπιτο του Δεκαβάλα γιατί θέλει να ανατρέξει σε μια πλευρά του κρυμμένη, που δεν μπορεί να την αποφύγει. Και είναι μαγικό ότι την καταθέτει», λέει.
Αισθάνονται πως η συνεργασία τους είναι ένα καλό παράδειγμα συνύπαρξης στο ελληνικό θέατρο, χωρίς διαχωρισμούς και ομαδοποιήσεις. Πιστεύουν πως έχει τελειώσει η εποχή που ο κάθε εδραιωμένος δημιουργός καθόταν αναπαυτικά στο θρόνο του. Θέλουν να υπενθυμίσουν στον εαυτό τους τον ενθουσιασμό που τους έφερε σε αυτή τη δουλειά πριν τον χάσουν – όπως πολλοί άλλοι της γενιάς τους. Αναγνωρίζουν πως η κοινωνική καταξίωση, το χρήμα, η μαρκίζα, η δημοφιλία μπορεί, ενίοτε, να τους αποπροσανατόλισε. Αλλά, όπως λέει, ο Γιάννης Μπέζος «όλα αυτά δεν φτάνουν. Πρέπει να είσαι έτοιμος ν’ ανακαλύψεις τους επόμενους που θα σε πετάξουν από το παράθυρο».
Η παράσταση “Ένας ήρωας με παντούφλες” ανεβαίνει στο θέατρο Βέμπο (Καρόλου 18).
Κείμενο: Αλέκος Σακελλάριος & Χρήστος Γιαννακόπουλος
Σκηνοθεσία: Γιάννης Μπέζος
Σκηνικά: Γιώργος Γαβαλάς
Κοστούμια: Κατερίνα Παπανικολάου
Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος
Μουσική Επιμέλεια: Γιάννης Μπέζος
Βοηθός Σκηνοθέτη : Στελίνα Καρασαββίδου
Παίζουν: Λάκης Λαζόπουλος, Παύλος Ορκόπουλος, Παρθένα Χοροζίδου, Τάσος Παλαντζίδης, Σταύρος Μαρκάλας, Κωνσταντίνος Τραφαλής, Θράσος Σταθόπουλος, Ιωάννα Ανεμογιάννη, Κωνσταντίνος Γιάννης, Φαίδρα Σκλήρη, Λαζάρια Σαζεΐδου
Παραστάσεις (εορταστικό πρόγραμμα): Παρασκευή 27/12, 21:00, Σάββατο 28/12 18:00 &, 21:00, Κυριακή 29/12, 19:00, Τετάρτη 1/1 21:00, Πέμπτη 2/1 στις 18:00 & 21:00, Παρασκευή 3/1 στις 21:00, Σάββατο 4/1 18:00 & 21:00, Κυριακή 5/1 στις 19:00, Δευτέρα 6/1 18:00
Παραστάσεις: Πέμπτη, 20:00, Παρασκευή, 21:00, Σάββατο, 18:00 & 21:00, Κυριακή, 19:00
Εισιτήρια: https://www.more.com/gr-el/tickets/theater/enas-iroas-me-pantoufles/