«Μέσα μου ουρλιάζω. Απ’ έξω μου χασμουριέμαι..». Αυτή η φράση θα μπορούσε να είναι η αρχή, ή το τέλος, της αυτοβιογραφίας κάθε θηλυκότητας εκεί έξω. Όχι μόνο τώρα, στις μέρες μας, αλλά κάθε περίοδο στον χρόνο. Απλά νομίζω πως τώρα μπορούμε να το πούμε και να “χασμουρηθούμε” όντως, χωρίς ντροπή ή δεύτερη σκέψη. Αυτό ακριβώς κάνει και η Μαρία Σολωμού στο Θέατρο Μικρό Χορν: χασμουριέται, κατουράει, βρίζει, τραγουδάει και αυτοκτονεί, χωρίς να ζητήσει την άδεια κανενός.
Η «Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α.» της Λένας Κιτσοπούλου, της Φρόσως Λύτρα αλλά και της Μαρίας Σολωμού, θέλει να είναι η ψυχοσύνθεση, η αίσθηση και η κάθαρση της περιπλοκότητας του όρου «γυναίκα». Ένα κείμενο που γράφτηκε για το Εθνικό Θέατρο από την Κιτσοπούλου το 2009, σε μια τελείως διαφορετική Ελλάδα, σε έναν τελείως διαφορετικό κόσμο και κυρίως για μια απολύτως διαφορετική «γυναίκα».
Δεκαέξι χρόνια μετά, η Λένα Κιτσοπούλου προσαρμόζει ή ξαναγράφει (όπως το βλέπει ο καθένας) την ίδια τη «Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α.» και τη στήνει πάνω στην κοινωνική περσόνα της Μαρίας Σολωμού – με όλα όσα αυτό συνεπάγεται.
Η Σολωμού εισβάλλει στο θέατρο από την πίσω πλευρά των παρασκηνίων, φορώντας μία πετσέτα γύρω από το σώμα της και κρατώντας μία λεκάνη για να μαζέψει τα ρούχα που είναι απλωμένα παντού στον χώρο. Μας προτρέπει να την βοηθήσουμε να τα μαζέψει. «Βάλτε ένα χεράκι, βρε παιδιά, να τελειώνουμε!». Και όντως βάλαμε όλοι. Τα μαζέψαμε όλα: τα άσπρα ρούχα της και κυρίως τα εσώρουχά της. Και μετά εκείνη στάθηκε στα σκαλοπάτια της σκηνής και μας είπε πως τώρα είναι η στιγμή να την φωτογραφίσουμε. «Βγάλτε όλοι έξω τα κινητά σας, τώρα μπορείτε να κάνετε όλα τα stories που θέλετε!». Οι μισοί είχαμε μείνει λίγο άναυδοι, οι άλλοι είχαμε κάπως πεθάνει στο γέλιο, και ενδιάμεσα όλοι είχαμε βγάλει εκείνο το βίντεο ή τη φωτογραφία για το Instagram. Στην πραγματικότητα η παράσταση είχε ήδη ξεκινήσει, απλά σχεδόν κανείς δεν το είχε καταλάβει, γιατί ήμασταν όλοι μέρος της. Αυτό που παρακολούθησα εκείνη τη Δευτέρα δεν ήταν μονόλογος· ήταν διάλογος, ανοιχτή συζήτηση. Ανάμεσα σε εμάς (το κοινό) και εκείνη. Ανάμεσα στον εαυτό της και εκείνη. Ανάμεσα στην κοινωνία και εκείνη. Και τέλος, ανάμεσα στον θάνατο και εκείνη.
«…Ο καφές μου αυτοκτονεί κάθε μέρα στο γκάζι. Πρήζεται και φουσκώνει σαν εξάνθημα μέσα στο μπρίκι μου και η κάθε του φουσκάλα σκάει σαν όνειρο. Και φοβάμαι μήπως χυθεί και δεν προλάβω να τον κατεβάσω από τη φωτιά. Και συντομεύω τα όνειρα μου για να προλάβω. Να μην χυθούν. Θα ‘ναι κρίμα να καώ από όνειρο…».
Για αυτά τα 90 λεπτά και κάτι, η πρωταγωνίστρια, μέσω του καυστικού χιούμορ και της ειρωνείας που τη χαρακτηρίζει και εκτός σκηνής, δεν αφήνει κανένα ζήτημα ανέγγιχτο. Από τις παροδικές σχέσεις, τα situationships, το σεξ σήμερα, την κατάθλιψη, τις σχέσεις γενικά με τους άλλους, και το τι στην πραγματικότητα συμβαίνει μεταξύ εκείνης και του Mente Fuerte (όχι δεν κάνω πλάκα). Αλλά κυρίως τη σχέση που παλεύει κάθε μέρα να κατακτήσει – εκείνη με τον εαυτό της.
Στη σκηνή, έχει πίσω της έναν καθρέφτη – που σκηνοθετικά είναι μία εξαιρετική επιλογή, καθώς είναι κυρτός, οπότε σε όλους εμάς την δείχνει και λίγο παραμορφωμένη. Κάπως έτσι νιώθεις παρακολουθώντας το συγκεκριμένο έργο. Κάποιες στιγμές κοιτάς τη Σολωμού, άλλες το είδωλό της στον καθρέφτη που εκείνη έχει επιλέξει, άλλες φορές εσένα και άλλες κάποιον που δεν αναγνωρίζεις.
Μέσω των λέξεων της Κιτσοπούλου, γίνεται μία προσπάθεια κάπως να χτιστεί η γυναικεία ψυχοσύνθεση και κάθε μικρό της παρακλάδι – μέχρι την κάθαρση: τον θάνατο, όπου και εκεί η σουρεαλιστικότητα του γυναικείου μυαλού και η ανάγκη για ψευδαίσθηση και έστω και υποτυπώδη καλοπέραση νικούν. Ειδικά τη στιγμή που η Μαρία Σολωμού, με φτερά και περούκα, μιμείται έναν τσακωμό με τον Τσιτσάνη και τραγουδάει παράλληλα. Αυτή η περιγραφή ίσως σας δώσει να καταλάβετε τι εννοώ – ίσως πάλι και όχι.
Ο τίτλος του έργου είναι «Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α.» και λειτουργεί τόσο ως ακρωνύμιο όσο και ως όνομα. Στην πραγματικότητα, σημαίνει «Μην Αντιστέκεσαι, Ισοπεδώσου, Ρίξε Ολοκληρωτικό Ύπνο, Λυτρώσου, Αυτοκτόνα». Είναι, μεταξύ άλλων, μία μικρή περίληψη του έργου που θα δείτε. Παράλληλα, αντιπροσωπεύει και το «θαυματουργό χάπι» που παίρνεις μια και τελειώνεις. Η λύση που αναζητά για αυτά τα 90 λεπτά, καθώς και οι απαντήσεις που ψάχνει στα 37 χρόνια της ζωής της. Μήπως τελικά αυτή είναι η απάντηση για όλα μας; Δεν ξέρω. Πάντως, πέρασα καλά βλέποντάς την να ψάχνει τις απαντήσεις. Γέλασα πολύ, και ίσως θα ήθελα να την ξαναδώ. Γιατί γενικά πιστεύω πως τα κείμενα της Κιτσοπούλου, αλλά και η «Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α.» της Σολωμού, έχουν παραπάνω από μία απαντήσεις να μου δώσουν – όποιο ερώτημα κι αν θέσω.
Η παράσταση Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α. της Λένας Κιτσοπούλου με την Μαρία Σολωμού.
Που: Θέατρο Μικρό Χορν, Αμερικής 10, Aθήνα. Τηλέφωνο: 211.182.6479
Πότε: Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00
Εισιτήρια εδώ.