Ένα βροχερό απόγευμα Κυριακής, η δημιουργική ομάδα της χορευτικής παράστασης La petite mort – οι χορεύτριες Ιωάννα Αποστόλου και Μαρία Φουντούλη, ο χορογράφος τους Νίκος Καλύβας και ο μουσικός Γιάννης Αγγελάκης – είναι μαζεμένη σε μια αίθουσα σχολής χορού για μια από τις τελευταίες πρόβες τους πριν την πρεμιέρα στο ΠΛΥΦΑ, στις 22 Ιανουαρίου.
Την ώρα που φτάνω γίνονται οι τελευταίες προετοιμασίες για την πρόβα: η Μαρία και η Ιωάννα φοράνε τα μικρόφωνά τους, κινητά στήνονται για να βιντεοσκοπήσουν, ανταλλάσσονται σημειώσεις και διορθώσεις. Ο Γιάννης Αγγελάκης με ενημερώνει ότι κάποια πράγματα είναι ακόμα ρευστά και ίσως στην παράσταση να τα δούμε διαφορετικά απ’ ότι τώρα. Στην ατμόσφαιρα είναι αισθητή η χημεία της ομάδας. Η Μαρία και η Ιωάννα ήταν συμφοιτήτριες στην Κρατική Σχολή Ορχηστρικής Τέχνης και τις συνδέει μια φιλία πολλών ετών. Παρά όμως την κοινή πορεία τους στη ζωή, σκηνικά έχουν να συναντηθούν από τα φοιτητικά τους χρόνια. Ήταν η ιδέα και η πρόσκληση του Νίκου Καλύβα που ήρθε να τις ενώσει για πρώτη φορά στην σκηνή, σε μια παράσταση που αφορά όλα αυτά που βιώνει ένας χορευτής στη μέση της καριέρας του.
Η πρόβα ξεκινάει.
Στην κινησιολογία των δυο σωμάτων βλέπουμε όλες τις συναισθηματικές μεταπτώσεις και εναλλαγές που περιλαμβάνει η πρόβα, η καριέρα, η ζωή ενός χορευτή. Ο ενθουσιασμός και η πόρωση, η εξάντληση, η παραίτηση και ξανά πάλι η προσπάθεια. Η Ιωάννα και η Μαρία είναι δυναμικές αλλά και ευαίσθητες, παλεύουν αλλά και αγκαλιάζονται. Τρέχουν, σταματάνε και πάλι τρέχουν σε έναν αγώνα δρόμου με τον χρόνο, σε μια αναμέτρηση με τις αντοχές τους, προκαλώντας και στον θεατή μια αγωνία για το αν θα φτάσουν ή αν θα πέσουν.
Η μουσική είναι πλήρως ενσωματωμένη στο σύνολο της παράστασης. Όπως έμαθα αργότερα, ο Γιάννης Αγγελάκης ήταν παρών σε όλη τη διάρκεια της δημιουργικής διαδικασίας, από τις πρώτες δραματουργικές πρόβες, και έτσι χορογραφία και μουσική αναπτύσσονταν παράλληλα και δεν μπορείς να διαχωρίσεις τη μια από την άλλη.
Στην κίνηση προστίθεται και λόγος. Ανάμεσα σε λαχανιασμένες ανάσες ακούγονται φράσεις βγαλμένες από τη ζωή ενός χορευτή: Πέντε, έξι, εφτά, οκτώ. Πονάω. Κοίτα. Πονάω. Πονάω. Ο ενθουσιασμός του “κοίτα τι καταφέρνω”, το παράπονο του “πονάω”, όλα εκφράζονται με τη συναισθηματική ένταση ενός ανθρώπου που τα γνωρίζει καλά.
Αυτή η ειλικρίνεια και ο αυθορμητισμός στο συναίσθημα προκύπτει από την βιωματική ταύτιση της Μαρίας και της Ιωάννας με το υλικό της παράστασης. Η Ιωάννα μου εξηγεί ότι το θέμα της παράστασης, η σωματική και ψυχική κούραση και το τραύμα του χορευτή είναι κάτι που απασχολεί αυτή τη στιγμή και τις δυο τους. “Το σώμα μας κουράζεται, μεγαλώνουμε οπότε είναι κάτι που μας αφορά σαν φάση ζωής και πορείας”.
Πού βρίσκεστε αυτή τη στιγμή καλλιτεχνικά;Μαρία: Είμαστε σε μια μεταβατική περίοδο στην οποία το σώμα ακόμα ανταποκρίνεται, αλλά υπάρχουν και πράγματα που νομίζουμε ότι μπορούμε να κάνουμε γιατί μπορούσαμε πριν, αλλά τελικά δεν τα κάνουμε και ίδια όπως παλιά. Το πώς αλλάζει η σωματικότητά μας δημιουργεί ένα άγχος για το τι φέρνει σε επαγγελματικό επίπεδο, στην παρουσία μας στη σκηνή, στο πώς θα διδάσκουμε και μέχρι πότε.
Ιωάννα: Είναι περίεργο. Εγώ πολύ συχνά τελευταία πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτομαι κινήσεις και να συνειδητοποιώ ότι το σώμα πια δεν μπορεί να τις κάνει. Δηλαδή ενώ τις ξέρω, ξέρω τον μηχανισμό τους, τις έχω κάνει 100 φορές, κάπως σιγά-σιγά νιώθω ότι το σώμα είναι κουρασμένο, είναι τραυματισμένο, δεν μπορεί να τις κάνει όπως τις έκανε. Οπότε λειτουργείς με μια ανάμνηση μιας μεγαλύτερης σωματικής ευκολίας που τώρα κάπως αρχίζει και αλλάζει. Είναι πολύ περίεργο σαν αίσθηση. Από την άλλη νιώθω ότι προσωπικά απομακρύνομαι έτσι κι αλλιώς. Η περίοδος της νιότης είναι πιο τεχνική, θέλεις να κάνεις πιο πολλά πράγματα, πιο εντυπωσιακά και αναμετριέσαι με μια σωματική αντοχή και μια τεχνική δυσκολία. Τώρα καλλιτεχνικά νιώθω ότι απομακρύνομαι από αυτό. Εννοείται πως θα μου άρεσε να τα κάνω (γελάει). Μακάρι να μπορούσα να τα κάνω για πάντα, αλλά το ενδιαφέρον μου μετατοπίζεται.
Μαρία: Εγώ νιώθω ότι τα τελευταία χρόνια βαθαίνω παραπάνω στις ποιότητες. Προσπαθώ να ξεπεράσω μανιέρες ή μνήμες σωματικές και να αναλογιστώ πιο πολύ την ουσία της κίνησης. Γιατί θέλω να κινηθώ; Τι θέλω να επικοινωνήσω με την κίνηση μου; Οπότε μερικές φορές λειτουργεί όμορφα αυτό.
Τι συναισθήματα σας προκαλεί αυτή η μεταβατική περίοδος;Μαρία: Υπάρχει κούραση, υπάρχει αγωνία, υπάρχει και ένα “δεν θα μπορώ για πολύ ακόμα οπότε τώρα που μπορώ ας το χαρώ”.
Ιωάννα: Υπάρχει σίγουρα αγωνία και άγχος για το τι γίνεται μετά, αλλά υπάρχει και κάτι το ακομπλεξάριστο. Ως πιο νέος έχεις αυτή την αγωνία “πω, πω είμαι καλός; Θα με δούνε, τι θα πουν”. Πάντα υπάρχει βέβαια αυτή η αγωνία όταν εκτίθεσαι αλλά τώρα πια μπαίνω μόνο σε δουλειές που μου προκαλούνε χαρά και μπαίνει ένα φίλτρο σε σχέση με το συναίσθημα και με το σώμα, να κρατηθεί η ουσία από όλο αυτό.
Ο τίτλος της παράστασης είναι La Petite Mort, δηλαδή Ένας Μικρός Θάνατος. Τι σημαίνει αυτό για εσάς προσωπικά;Ιωάννα: Ο “μικρός θάνατος” προσομοιάζει αυτό που ζούμε οι χορευτές σε πολλά επίπεδα. Δημιουργείς μια παράσταση, αυτή γεννιέται και μετά τελειώνει. Για εμένα ο χορός είναι μια τέχνη που έχει να κάνει πολύ με το παρόν. Είναι κάτι που το ζεις και τελειώνει. Ακόμα και στο θέατρο μένουνε τα κείμενα. Σε μια παράσταση χορού απλά μένει μια αίσθηση.
Μαρία: Είναι και το συναίσθημα που έχουμε αυτή τη στιγμή, μετά την πρόβα. Το σώμα έχει δώσει τα πάντα και έχει αδειάσει από ενέργεια, σαν να τελείωσε. Αλλά αύριο θα ξαναρχίσει. Ο χορός έχει αυτό το μαγικό. Είναι η απόλυτη εκτόνωση που στο τέλος ενώ έχεις αδειάσει νιώθεις πολύ γεμάτος.
Όταν τις ρωτάω σχετικά, συμφωνούν ότι αυτή η συνεχής απαίτηση από το σώμα να τα δώσει όλα και η μανία του χορευτή να ξεπερνάει συνεχώς τα όριά του ενέχει και κάτι το μαζοχιστικό. Ένα δυσβάσταχτο βάρος για το σώμα. Προσθέτουν όμως πως το βασικό πρόβλημα που προκαλεί την παραπάνω σωματική και κυρίως ψυχική κόπωση είναι οι συνθήκες εργασίας των χορευτών στην Ελλάδα.
Ιωάννα: Για να ασχολείσαι με τον χορό στην Ελλάδα και να ζεις από αυτό πρέπει το πρόγραμμα σου να είναι ότι ξυπνάς, πας στην πρόβα που είναι το λιγότερο 4 ώρες και μετά γυρνάς όλη την Αθήνα για να διδάξεις σε σχολές. Και αυτό είναι κάθε μέρα, πολύ συχνά και Σαββατοκύριακα και αργίες, χωρίς ρεπό. Μόνο και μόνο για να επιβιώσεις. Αν πληρωνόμασταν καλύτερα, αν υπήρχε στήριξη, αν υπήρχε από πίσω ένας μηχανισμός δεν θα ήμασταν τόσο καταπονημένοι. Ταυτόχρονα πρέπει να δίνεις συνέχεια χρήματα για μαθήματα για να γυμναστείς, χρήματα για φυσιοθεραπείες. Όλο το κάνεις μόνος σου. Δεν υπάρχει, όπως στο εξωτερικό, μια ομάδα που να μπορεί να σε απασχολήσει για κάποια χρόνια και να ξυπνάς το πρωί να κάνεις το μάθημα και την πρόβα σου και μετά από 8 ώρες να γυρνάς σπίτι σου.
Μαρία: Ουκ ολίγες φορές…
(γελάνε και οι δύο)
Το έχετε σκεφτεί δηλαδή στο παρελθόν να σταματήσετε;Μαρία: Και στο παρελθόν, και στο παρόν και στο μέλλον (γελάει). Το παραστασιακό κομμάτι έχει πάρα πολύ κόπο και πολύ σκόρπισμα. Πολλές πρόβες για ελάχιστες παραστάσεις. Καμιά φορά νιώθεις ότι «πωπω έχω χάσει τα Σαββατοκύριακα ενός χρόνου για να κάνω 5 παραστάσεις». Και έχει πολύ σωματικό κάματο και το κομμάτι της διδασκαλίας που ασχολούμαστε και οι δυο αρκετά και είναι το βασικό βιοποριστικό μέσο. Οπότε έχει ένα σκόρπισμα που είσαι συνεχώς από εδώ κι από εκεί, δίνεις δίνεις δίνεις και στο τέλος φτάνεις και μετράς τα λεφτά και δεν βγαίνεις κιόλας. Οπότε λες αξίζει;
Ιωάννα: Δεν ξέρω να σου πω ποιος ακριβώς είναι ο λόγος που μένουμε. Προφανώς κάτι βαθύτερο. Οι αντοχές ανανεώνονται πάρα πολύ και μέσα από τους ανθρώπους. Τα τελευταία χρόνια μου είναι πολύ σαφές αυτό. Η συνεργασία είναι από τα πιο όμορφα κομμάτια της δουλειάς. Φέρνει κάτι μαγικό. Δένεσαι με έναν τρόπο που δεν μπορείς να τον έχεις σε καμία άλλη δουλειά. Αναπτύσσεις δεσμούς που μπορεί να κρατήσουν για μια ζωή. Έρχεσαι πολύ κοντά, μοιράζεσαι προσωπικά πράγματα όχι με τις λέξεις αλλά με το σώμα σου.
Μαρία: Είναι μια κοινή εμπειρία, ένα κοινό βίωμα πάρα πολύ έντονο. Μπορεί να διαρκεί και λίγο αλλά είναι τόσο έντονο που σε δένει πολύ.
Στο τέλος της παράστασης λέτε στο κοινό ότι θα γίνει χαμός. Γιατί, λοιπόν, θα γίνει χαμός;Ιωάννα: Ο χαμός είναι η προσδοκία. Δημιουργούμε μια προσδοκία που την απευθύνουμε πια προς το κοινό. Θα γίνει ή δεν θα γίνει; Εμείς τόσο μπορούμε ή δεν μπορούμε. Έχει και μια υποβόσκουσα ειρωνεία. Ότι ίσως αυτός είναι ο χαμός που μπορούμε να κάνουμε.
Μαρία: Το “τώρα θα γίνει χαμός” είναι αυτό που όλοι περιμένουμε. Η προσδοκία και του καλλιτέχνη και του θεατή. Τώρα θα γίνει χαμός. Προσπαθείς να τον φέρεις με ό,τι δύναμη και αντοχή έχεις και δεν ξέρεις ποτέ αν έρχεται ή δεν έρχεται, αν τον κατάφερες ή όχι.
H Ιωάννα Αποστόλου και η Μαρία Φουντούλη παρουσιάζουν για τέσσερις μοναδικές βραδιές το «La petite mort» στο ΠΛΥΦΑ (Κορυτσάς 39, Βοτανικός).
Παραστάσεις: 22/1, 29/1, 3/2, 4/2 στις 21:30
Τιμές εισιτηρίων: Κανονικό 15€, Μειωμένο 10€, Ομαδικό 8€ *προπώληση εδώ.