Σε έναν μήνα από τώρα θα ξέρουμε εάν κέρδισε τελικά το “The Brutalist” το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας -ή και οποιοδήποτε άλλη από τις συνολικά 10 υποψηφιότητες που έχει λάβει. Η άκρως φιλόδοξη, νέα ταινία του Brady Corbet (“Vox Lux”, “The Childhood of a Leader”) είναι ένα επικό δράμα τοποθετημένο αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και έχει ήδη λάβει τρεις Χρυσές Σφαίρες (Καλύτερη Ταινία στην κατηγορία Δράμα, Καλύτερη Σκηνοθεσία και Α’ Ανδρικός Ρόλος σε Δραματική Ταινία για τον Adrien Brody) αλλά και τον Αργυρό Λέοντα Καλύτερης Σκηνοθεσίας στο 81ο Φεστιβάλ Βενετίας ενώ, το American Film Institute την ονόμασε μια από τις 10 καλύτερες ταινίες για το 2024.
Η ταινία, διάρκειας 3μιση ωρών -με ένα 15λεπτο διάλειμμα ενδιάμεσα, που το επέλεξαν παραγωγοί και σκηνοθέτης- έχει ήδη ανοδική πορεία. Όμως, η δημιουργία της αποδείχθηκε δύσκολη υπόθεση καθώς πέρασαν επτά χρόνια για να πραγματοποιηθεί, υπολογίζοντας τις δυσκολίες που έφερε η πανδημία, πέραν όλων των άλλων. Το μεγαλύτερο στοίχημα ήταν η απόφαση του σκηνοθέτη με τον διευθυντή φωτογραφίας, Lol Crawley, να γυρίσουν ολόκληρη την ταινία σε VistaVision, γεγονός που θα εκτόξευε το μπάτζετ της ταινίας και θα δημιουργούσε τεχνικές δυσκολίες αλλά, παράλληλα, θα έδινε μια αξεπέραστη ποιότητα στην εικόνα.
Τι είναι, λοιπόν, το VistaVision και γιατί η χρήση του κάνει το “The Brutalist” μια άχαστη επιλογή για την μεγάλη οθόνη; Ακολουθούν όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε λίγο πριν την έξοδο της ταινίας στους κινηματογράφους στις 6 Φεβρουαρίου από την Tanweer.
Σύνοψη: Έχοντας διασωθεί από στρατόπεδο συγκέντρωσης, ο πρωτοπόρος αρχιτέκτονας László Tóth (Adrien Brody), έχει αφήσει πίσω του τη μεταπολεμική Ευρώπη και φτάνει στην Αμερική για να χτίσει από την αρχή τη ζωή και την καριέρα του, περιμένοντας τη σύζυγο του Erzsébet (Felicity Jones), που αναγκάστηκε να αποχωριστεί κατά τη διάρκεια του πολέμου. Μόνος σε μία ξένη χώρα, ο László εγκαθίσταται στην Πενσιλβάνια, όπου ένας μεγιστάνας βιομήχανος (Guy Pearce) αναγνωρίζει το ταλέντο του και του αναθέτει ένα τεράστιο έργο. Αυτό που μοιάζει σαν χρυσή ευκαιρία για τον László, έρχεται με ένα μεγάλο τίμημα.
Πρωταγωνιστούν: Adrien Brody, Felicity Jones, Guy Pearce, Joe Alwyn, Raffey Cassidy, Stacy Martin, Emma Laird, Isaach de Bankolé και Alessandro Nivola.
Τη δεκαετία του 1950, η άνοδος της τηλεόρασης ως νέο μέσο, οδήγησε τον κινηματογράφο να εφεύρει νέους τρόπους για να επαναφέρει το κοινό στα σινεμά, δίνοντάς τους μεγαλύτερα και πιο εντυπωσιακά φορμάτ όπως το Cinerama και το CinemaScope. Το VistaVision εφευρέθηκε από την Paramount Pictures το 1954 και αποτελεί μια άλλη εκδοχή του ήδη γνωστού φορμάτ των 35 mm φιλμ. Ουσιαστικά, ειδικές κάμερες τρέχουν το φιλμ οριζόντια, αντί για κάθετα που συνέβαινε μέχρι τότε, δημιουργώντας μεγαλύτερη επιφάνεια για καταγραφή πάνω στο φιλμ, μιας και είχε οκτώ διατρήσεις αντί για τέσσερις. Πέραν του κάδρου που μεγάλωνε, το μεγάλο πλεονέκτημα ήταν η υψηλή ανάλυση και ποιότητα στην εικόνα, χωρίς κόκκο.
Η πρώτη ταινία που γυρίστηκε με VistaVision ήταν το “White Christmas” (1954) του Michael Curtiz και η τελευταία από την Paramount ήταν το “One-Eyed Jacks” (1961) με σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή τον Marlon Brando. Ενδιάμεσα σε αυτά τα επτά χρόνια της ευρείας χρήσης του υπήρξαν και κάποιες εμβληματικές ταινίες που γυρίστηκαν με VistaVision όπως το “Vertigo” (1958) και το “North by Northwest” (1959) του Alfred Hitchcock. Από τότε, δεν επιλέγεται για να γυριστούν ολόκληρες ταινίες παρά μόνο ορισμένες σεκάνς, κυρίως σε ταινίες με ειδικά εφέ όπως το “Star Wars: A New Hope” (1977) του George Lucas ή το “The Dark Knight” (2008) του Christopher Nolan, όπου οι λεπτομερείς εικόνες που καταγράφει, μπορούν να υποστούν επεξεργασία χωρίς απώλειες στην ποιότητα.
Η περιορισμένη χρήση του είναι αποτέλεσμα και του υψηλού κόστους καθώς οι VistaVision κάμερες δεν κατασκευάζονται πλέον κι άρα χρησιμοποιούνται οι κάμερες που είχαν κατασκευαστεί εκείνα τα χρόνια. Ακόμη, χρειάζεται το ειδικό φιλμ των 8 διατρήσεων σε μεγάλη ποσότητα, η επεξεργασία του λόγω της υψηλής ανάλυσης είναι κοστοβόρα ενώ, αντίστοιχα δαπανηρή είναι και η μετατροπή του φιλμ σε μετατροπή σε 35mm, 70mm ή ψηφιακό αρχείο προκειμένου να γίνει η προβολή του.
Γιατί το “The Brutalist” γυρίστηκε με VistaVision;Το “The Brutalist” αποτελεί μια σπάνια περίπτωση που το VistaVision χρησιμοποιείται σε ολόκληρη την ταινία πια. Αυτή η τολμηρή και φιλόδοξη επιλογή δεν θα μπορούσε να γίνει τυχαία. Καθώς η ιστορία της ταινίας διαδραματίζεται στη δεκαετία του 1950, τη δεκαετία που εφευρέθηκε το VistaVision, θα έδινε στην εικόνα ακριβώς την αισθητική της εποχής. Ένας ακόμη λόγος, σύμφωνα με τον σκηνοθέτη, είναι ότι το μεγαλύτερο κάδρο που προσφέρει το VistaVision φορμάτ τούς επέτρεπε να χωρέσουν στο κάδρο ολόκληρα κτίρια, το οποίο ήταν πολύ σημαντικό σε μια ταινία για την αρχιτεκτονική.
Ο Lol Crawley, ο οποίος ήταν διευθυντής φωτογραφίας και στις δύο προηγούμενες ταινίες του Brady Corbet, συμφώνησε μαζί του για την χρήση του VistaVision. Είχε βρεθεί στο παρελθόν να δουλεύει στο “Star Wars: Episode I – The Phantom Menace” (1999) του George Lucas, όπου χρησιμοποιήθηκε VistaVision κάμερα αλλά μέχρι εκεί. “Είναι αρκετά διαφορετική και πιο περίπλοκη από μια κανονική κάμερα. Μια φορά, την ανοίξαμε και άρχισε να μασάει το φιλμ συνεχόμενα” έχει δηλώσει.
Έχοντας για το “The Brutalist” μόνο μια τέτοια κάμερα (ελάχιστες σεκάνς γυρίστηκαν με άλλες κάμερες, κυρίως, για πρακτικούς λόγους), ζήτησε επιπλέον χρόνο για να την μάθει. Επιπλέον, χρειάστηκε έμπειρα άτομα στην ομάδα του κι έτσι, συμπεριλήφθηκαν άτομα που ήταν στην ομάδα του διευθυντή φωτογραφίας Robbie Ryan για το “Poor Things” του Γιώργου Λάνθιμου, όπου ορισμένα πλάνα γυρίστηκαν με αυτό το φορμάτ. “Ήταν πρόκληση από τεχνικής φύσεως” έχει πει ο Crawley. Και οι φιλοδοξίες του Corbet δεν σταμάτησαν καθώς ήθελε και χειριστή Steadicam, πράγμα δύσκολο αναλογιζόμενοι το βάρος της VistaVision κάμερας. Αλλά παρόλα αυτά, βγήκε κι αυτό εις πέρας!
Παρά τις προκλήσεις, ο Lol Crawley ενθουσιάστηκε με αυτή την ευκαιρία και στο μέλλον επιθυμεί να καταπιαστεί και με άλλα μεγάλα φορμάτ όπως το Imax. “Έχω δουλέψει με τον Brady σε τρεις ταινίες, όλες γυρισμένες με φιλμ αλλά όταν κάναμε αυτή, είδα πραγματικά τις προοπτικές, φωτογραφικά, αυτού του φορμάτ. Νομίζω ότι είναι ένα εκπληκτικό κινηματογραφικό έργο” όπως έχει δηλώσει.
Η μετατροπή σε φιλμ 70mm για προβολήΠέραν της ψηφιακής μετατροπής του φιλμ προκειμένου να παιχτεί στις σύγχρονες αίθουσες (που εξίσου κρατάει τα θετικά του VistaVision, όπως η υψηλή ποιότητα), ο Corbet ήθελε να γίνει και μετατροπή σε φιλμ των 70mm, το οποίο είναι η καλύτερη αναλογική επιλογή για να φανεί στην προβολή το αυθεντικό μέγεθος που τράβηξαν με το VistaVision και την αντίστοιχη ποιότητα στην εικόνα.
Φυσικά και μια τέτοια επιλογή ήταν δαπανηρή. Όσο σπάνια είναι η χρήση του VistaVision, άλλο τόσο είναι και η προβολή ταινιών σε φιλμ 70mm. Βέβαια έχει γίνει μια κάποια αναβίωση του τελευταίου μέσω των Christopher Nolan, Paul Thomas Anderson και Quentin Tarantino – ο τελευταίος έχει και δικό του Vista Theater στο Los Angeles. Όμως και πάλι ήταν μια παράτολμη απόφαση που ο Corbet την στήριξε μέχρι το τέλος.
Μάλιστα, ο Crawley μετέφερε τα λόγια του Corbet στον ίδιο: “Έλα, πας στο μπαλέτο. Κάθεσαι για 3-4 ώρες. Έχεις τρία διαλείμματα. Είναι μια βραδινή έξοδος. Γιατί συνεχώς απολογούμαστε για το μέγεθος μιας ταινίας; Γιατί να μην την κάνουμε μια κινηματογραφική εμπειρία ξανά; Γιατί να μη την κάνουμε VistaVision, 70mm, με διάλειμμα; Γιατί πρέπει διαρκώς να αρνούμαστε ότι το είδος της τέχνης μας -η τέχνη του σινεμά- μπορεί αποδεδειγμένα να σταθεί στα δυο της πόδια;”. Και ο Crawley συμπλήρωσε ότι αν δεν ήταν ο Corbet, δεν θα είχαν και την επιλογή της προβολής σε φιλμ 70mm.
Ακόμη κι αν χάνουμε την αναλογική προβολή της, η ψηφιακή είναι εξίσου εντυπωσιακή και, όπως το είπε ο Corbet, είναι μια κινηματογραφική εμπειρία. Ενδέχεται αυτή η ταινία να ξεκινήσει μια αναβίωση της ευρείας χρήσης του VistaVision -ήδη ο Paul Thomas Anderson γυρίζει την επερχόμενη ταινία του “One Battle After Another” σε VistaVision. Σε μια εποχή που κυριαρχούν το streaming και οι περιορισμένης διάρκειας κυκλοφορίες ταινιών στις αίθουσες, ίσως έχουμε ανάγκη από ό,τι είχε ανάγκη και το κοινό στα 50s για να ξεκολλήσει από την τηλεόραση και να πάει σινεμά. Αναμένουμε την συνέχεια…