Η πρώτη αναδρομική έκθεση του Μιχάλη Παπαδόπουλου στο Πολιτιστικό Κέντρο «Μελίνα»
Το Πολιτιστικό Κέντρο «Μελίνα» του Δήμου Αθηναίων φιλοξενεί την πρώτη αναδρομική έκθεση του ζωγράφου Μιχάλη Παπαδόπουλου. Η έκθεση περιλαμβάνει ζωγραφική και κατασκευές από τη δεκαετία του 1960 μέχρι σήμερα.

Ενώ όλοι νόμιζαν ότι τα πάντα είχαν τελειώσει,
ξάφνου μέσα από τα κατακαμένα φυλλοκάρδια του
ξεπρόβαλε ένα πλήθος
λευκότατες χοάνες, απ’ όπου έβγαιναν εξαίσιοι ήχοι,
κάτι σαν ήχο που κάνει ο αέρας
όταν περνάει ορμητικά
απ’ τις πευκοβελόνες…
Μιχάλης Παπαδόπουλος (1998)
Τα πρώιμα ζωγραφικά έργα του Μιχάλη Παπαδόπουλου μεταφέρουν ένα αίσθημα αποξένωσης, μια υπαρξιακή μοναξιά και αγωνία, τη σύγχρονη αλλοτρίωση που συναντάμε και στη Γλυκιά ζωή (1960) του Fellini. Η κατακερματισμένη πραγματικότητα και τα αδιέξοδα των ανθρώπων του θρυμματισμένου Δυτικού κόσμου συνθέτουν το σκηνικό –το κοινωνικό και αισθητικό πλαίσιο– μέσα στο οποίο δρουν οι ανώνυμοι ήρωες του Παπαδόπουλου, αλλά και ο ίδιος ο ζωγράφος. Οι μορφές στα έργα της πρώτης του έκθεσης, στην γκαλερί «Νέες Μορφές» το 1974, μοιάζουν μαρμαρωμένες, σαν απολιθωμένα ίχνη ανθρώπινων υπάρξεων, σαν θραύσματα μιας τοιχογραφίας που σε καλεί να την ανασυνθέσεις. Είναι φασματικές και άφυλες, τα κεφάλια τους παραπέμπουν σε κυκλαδικά ειδώλια. Τα περιγράμματα των μορφών δεν είναι ολοκληρωμένα, η μία μορφή εισέρχεται μέσα στην άλλη. Παρουσιάζονται κατά ομάδες και είναι ενωμένες, όπως οι αλυσοδεμένοι της αλληγορίας του σπηλαίου στην Πολιτεία του Πλάτωνα. Ζωγραφισμένα με ακρυλικά χρώματα σε καμβά και σε χαρτί, τα έργα του είναι φτιαγμένα με το υλικό των ονείρων. Είναι εικόνες διαποτισμένες από μια γλυκιά μελαγχολία, μια σιωπηλή αντίσταση. Η ζωγραφική του Παπαδόπουλου εκφράζει την ανάγκη αναπνοής σε μια ασφυκτική κοινωνία.

Χωρίς τίτλο, 1973, ακρυλικά σε καμβά, 45×60 cm
Μετά το 1974, στη Μεταπολίτευση, ο Παπαδόπουλος δημιουργεί κλειστοφοβικές εικόνες. Το γαλάζιο του ουρανού έχει χαθεί ανεπιστρεπτί. Οι φιγούρες παρουσιάζονται και πάλι κατά ομάδες, αλλά τώρα είναι πιο καλοσχηματισμένες, έχουν αποκτήσει όγκο και υπόσταση. Μοιάζουν να είναι εγκλωβισμένες ή φυλακισμένες σε έναν καφκικό κόσμο. Σχεδόν πάντα συνδιαλέγονται και συνυπάρχουν με ψηλά, απρόσωπα κτίρια, σκαλωσιές ή παράξενες αρχιτεκτονικές κατασκευές, που φέρνουν στο νου τον Πύργο της Βαβέλ. Τα μπρουταλιστικά οικοδομήματα που ζωγραφίζει δεν έχουν παράθυρα και πόρτες, θυμίζουν ταφικά μνημεία, γιαπιά, πολεμικά οχυρά ή ειδικά σχεδιασμένες φυλακές όπως το Πανοπτικό. Ο Παπαδόπουλος μας μιλάει για τα σύγχρονα, νεκροζώντανα υποκείμενα που ζουν στις μεγαλουπόλεις: για τον φόβο της επαφής και το σύνδρομο της αγέλης, για το πλήθος και την άγρια μοναξιά και ερημιά.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ζωγραφίζει πολυεπίπεδες χάρτινες κατασκευές, ανοιχτά κουτιά, τα οποία, βαλμένα το ένα πάνω στο άλλο, σχηματίζουν πύργους. Πάνω και μέσα σε αυτά τα κουτιά τοποθετεί φιγουρίνια, στρατιωτάκια και ξύλινες διακοσμητικές κούκλες. Σε κάποια έργα οι ζωγραφισμένες κατασκευές ακουμπούν σε μια επιφάνεια καλυμμένη από ελληνικές εφημερίδες. Σε άλλα, ο καλλιτέχνης σφηνώνει μέσα στα χαρτόκουτα χοάνες από φύλλα εφημερίδων ή ζωγραφίζει χάρτινα καραβάκια από το ίδιο υλικό. Όπως και στα έργα της δεκαετίας του ’70, φτιάχνει πολλά προπαρασκευαστικά σχέδια σε χαρτί –«κοσμικά» ή «αεροδυναμικά» τα ονομάζει– καθώς και παραλλαγές.

Μοντέλο 1, 1980-85, ακρυλικά σε χαρτί, 30×50 cm
Το επόμενο βήμα για τον Παπαδόπουλο ήταν να εγκαταλείψει τη ζωγραφική του τελάρου και να βγει στις τρεις διαστάσεις, δημιουργώντας επιτοίχιες κατασκευές με το ίδιο θέμα, αλλά και κάποια γλυπτά. Χρησιμοποιώντας ξύλο, αλουμίνιο, σύρμα, χαρτόνι και πολυεστέρα, σε συνδυασμό με ζωγραφική, φτιάχνει μια μεγάλη ενότητα έργων, πάνω στην οποία συνεχίζει να δουλεύει μέχρι σήμερα. Η χοάνη, η κυψέλη, το κουτί, η σκάλα-κλίμακα και οι ξύλινες διακοσμητικές φιγούρες αποτελούν τα κυρίαρχα μοτίβα, το λεξιλόγιο του καλλιτέχνη. Με τις κατασκευές αυτές, που παρουσιάζει στις δύο επόμενες ατομικές του εκθέσεις στην γκαλερί Titanium, το 1998 και το 2004, ο Παπαδόπουλος κατάφερε να αποδομήσει τον ζωγραφικό χώρο, να τον αναπαραγάγει και να τον πολλαπλασιάσει. Οι συνθέσεις με τις λευκές χοάνες, που θυμίζουν επίσης τους πειραματισμούς των Ρώσων κονστρουκτιβιστών, δημιουργούν αρνητικό χώρο, πολλά και διαφορετικά κενά. Για τον Παπαδόπουλο, το εικαστικό έργο τέχνης, σαν ένα μουσικό όργανο, παράγει «εξαίσιους ήχους», όχι όμως απαραίτητα αντιληπτούς. Μέσα από τις χοάνες του ακούγονται ψαλμοί, αλλά και ο ήχος της φύσης και του τοπίου.

Eπεισόδιο 2, από την έκθεση του 2004, σύρμα, λαμαρίνα, ακρυλικά, 77×73 cm
Ο Μιχάλης Στ. Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1933 στην Αθήνα, έχοντας καταγωγή από τα Περβόλια Ρεθύμνης και το Τσίμελι Σαμψούντας του Πόντου. Από μικρή ηλικία μαθαίνει την τέχνη της ραπτικής και, μετά την αποφοίτησή του από το 5ο Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών, ξεκινά να δουλεύει στην επιχείρηση του πατέρα του, Σταύρου Παπαδόπουλου, ενός από τους σημαντικότερους ράφτες στην Αθήνα της περιόδου 1910-1960. Από το 1949 ξεκινά να ασχολείται με τη ζωγραφική, ζωγραφίζοντας, κυρίως στην ύπαιθρο, τοπία της Αττικής.
Καλλιτέχνες που τον επηρέασαν αρχικά ήταν ο Van Gogh, ο Gauguin, ο Seurat, ο Picasso, ο Braque και ο Giorgio De Chirico. Από το 1955 αρχίζει να επισκέπτεται το Παρίσι, όπου ζει και εργάζεται ο αδερφός του, ο ζωγράφος Νώντας Παπαδόπουλος, γνωστός και ως NONDA (1922–2005), και έτσι έρχεται σε άμεση επαφή με τα έργα μεγάλων καλλιτεχνών. Την περίοδο 1963-65 παρακολουθεί μαθήματα σχεδίου στην Académie de la Grande Chaumière, στο Παρίσι. Συνεχίζει την επιχείρηση του πατέρα του μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’70 και έκτοτε επικεντρώνεται αποκλειστικά στη ζωγραφική. Από το ξεκίνημά του έως και την αρχή της δεκαετίας του ’80 τα έργα του είναι ζωγραφικά, ενώ σταδιακά αρχίζει να δημιουργεί και τρισδιάστατες κατασκευές από υλικά όπως ξύλο, λαμαρίνα, σύρμα και χαρτόνι, σε συνδυασμό με ζωγραφική, οι οποίες θα αποτελέσουν τον κυριότερο όγκο του έργου του τις επόμενες δεκαετίες έως και σήμερα. Τον Ιούλιο του 2018, η κατοικία του και το εργαστήριό του στον Νέο Βουτζά υπέστησαν ολοσχερή καταστροφή από την πυρκαγιά που έπληξε το Μάτι. Μεγάλος αριθμός έργων του καταστράφηκε και αρκετά υπέστησαν ζημιές. Συνεχίζει να εργάζεται και να ζει στην Αθήνα. Από το 1973 είναι μέλος του Καλλιτεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας. Έργα του βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές, όπως επίσης και στη συλλογή του ΜΙΕΤ.

Βζζννν… II, από την έκθεση του 1998, ξύλο, σύρμα, λαμαρίνα, 85x74x13 cm
Έχει πραγματοποιήσει πέντε ατομικές εκθέσεις: Γκαλερί «Νέες Μορφές», Αθήνα, 1974· Γκαλερί Κρεωνίδης, Αθήνα, 1979· Yiayiannos – Titanium Gallery, Αθήνα, 1998· Yiayiannos – Titanium Gallery, Αθήνα, 2004· Πολιτιστικό Κέντρο «Μελίνα» Δήμου Αθηναίων, Αθήνα, 2025.
Έχει συμμετάσχει σε πέντε πανελλήνιες εκθέσεις (1965, 1967, 1971, 1973 και 1975) και στις εξής ομαδικές: Συμπαράσταση στο Μεξικό, Μουσείο Βορρέ, Παιανία Αττικής, 1986· Σύγχρονη Ελληνική Τέχνη, Σόφια, 1987· Σύγχρονη Ελληνική Τέχνη, Μόσχα, 1988· Μεταπολίτευση, Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, Αθήνα, 2024. Επιλεκτική βιβλιογραφία: Λεξικό των Ελλήνων Ζωγράφων και Χαρακτών: Οι Έλληνες Ζωγράφοι, τόμος 4ος, Εκδόσεις Μέλισσα, 1974· Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών: Ζωγράφοι, Γλύπτες, Χαράκτες, 16ος–20ός αιώνας, τόμος Γ’, Εκδόσεις Μέλισσα, 1997· περιοδικό Ζυγός, τεύχος 33, Ιανουάριος – Φεβρουάριος 1979. Τηλεοπτικές συνεντεύξεις: εκπομπή Εικόνες με τη Μαρία Καραβία (ΕΡΤ, 1979) και εκπομπή Έχει Γούστο (ΕΡΤ, 2004).
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ


- Αθήνα