Θα μπορούσε να είναι ένας χώρος κατασκευής σκηνικών, ένα εργαστήριο ξυλουργικής, ένα μεγάλο γραφείο σχεδιασμού ή κάτι τέτοιο. Μόνο το φως του ήλιου, καθώς εισβάλλει από το ανοιχτό παράθυρο, σπάει το χρώμα της τέφρας του ξύλου που τον περιβάλλει. Ίσως να μην ήταν αυτή η πρόθεση του, αλλά ο Ρομέο Καστελούτσι μπορεί να ‘σκηνοθετήσει’ ακόμα και μια συνομιλία στο zoom meeting. Και να παράξει ατμόσφαιρες από το ελάχιστο.
Το διακρίνεις και στα λόγια του, αυτό το πρωί, που λειτουργούν σαν καρτ ποστάλ, βγαλμένες από τις (συνήθως) καθηλωτικές παραστάσεις του. Φαίνεται πως η συνεργασία με την Ιζαμπέλ Ιπέρ πάνω στην «Βερενίκη», την τραγωδία του Ρακίνα, έχει λειτουργήσει ως πυρσός έμπνευσης. ‘Μαζί’ θα βρεθούν για πέντε βράδια στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης (που συμμετέχει ως διεθνής συμπαραγωγός της παράστασης) σε ένα ήδη sold out ανέβασμα.
Ιπέρ, ένα ζωντανό μνημείο του θεάτρουΟι δυο τους γνωρίστηκαν πριν πολλά χρόνια, κάτι που ο Καστελούτσι ανακαλεί ως μια ευγενική επιθυμία συνεργασίας η οποία διατυπώθηκε χωρίς σαφήνεια. Όταν, όμως, αποφάσισε πως θα εμπλακεί με τον Ρακίνα ταύτισε την εικόνα της Βερενίκης με αυτήν της Ιπέρ. «Χωρίς την Ιζαμπέλ, η Βερενίκη δεν θα έβγαζε νόημα. Αν πρόκειται να αντιμετωπίσεις ένα τέτοιο μνημειώδες κείμενο, έχεις ανάγκη από ένα άλλο μνημείο και μια ανθρώπινη ύπαρξη. Πιστεύω πως η Ιζαμπέλ Ιπέρ είναι έξοχη ηθοποιός, κάτι που μπορεί να μεταδώσει και στην οθόνη· είναι ριζοσπαστική, γενναιόδωρη και διαθέσιμη να εκτεθεί χωρίς δίχτυ ασφαλείας».
Χωρίς την Ιζαμπέλ Ιπέρ, η Βερενίκη δεν θα έβγαζε νόημα. Αν πρόκειται να αντιμετωπίσεις ένα τέτοιο μνημειώδες κείμενο, έχεις ανάγκη από ένα άλλο μνημείο και μια ανθρώπινη ύπαρξη
Προχωρώντας στην κουβέντα, σχεδόν, αναθεωρεί: Δεν είναι σίγουρος αν τελικά προηγήθηκε η σκέψη να ανεβάσει τη «Βερενίκη» ή η ιδέα εμφανίστηκε μπροστά του ως «διπλό πορτρέτο»: «Από την μια η Βερενίκη, και από την άλλη η Ιπέρ σαν μια φλόγα, μια μεγάλη φωτιά που καίει στο κέντρο της σκηνής. Πίσω από την αξία ενός λογοτεχνικού κειμένου υπάρχει ένας άνθρωπος που φλέγεται και η Ιζαμπέλ είναι ένα τέτοιο παράδειγμα· αντιπροσωπεύει το θέατρο, τον σκληρό πυρήνα του θεάτρου», εξηγεί με ειλικρινή θαυμασμό για την πρωταγωνίστρια του – η οποία έχει αποσπάσει διθυραμβικά σχόλια κατά την παγκόσμια τουρνέ της παράστασης.
Η Ιζαμπέλ Ιπέρ υποδύεται την Βερενίκη, μια ηθοποιός που για τον Καστελούτσι αντιπροσωπεύει το θέατρο, τον σκληρό πυρήνα του θεάτρου
Φυσικά, ο Καστελούτσι δεν φτάνει τυχαία στα ίχνη του Ρακίνα. Η ακατάπαυστη έλξη του για την αρχαία ελληνική τραγωδία τον οδήγησε στο ματαιωμένο έρωτα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Τίτου για την πριγκίπισσα της Ιουδαίας αφού ο Ρακίνας «μέσα από τη Βερενίκη κάνει μια απόπειρα να ξαναχτίσει την αρχαία τραγωδία, παρότι γνώριζε πως ήταν αδύνατο εγχείρημα. Για μένα, ωστόσο, παραμένει μια συγκινητική χειρονομία αφού ειδικά η ‘Βερενίκη’ αντιπροσωπεύει τη ματαίωση του λόγου, της γλώσσας. Οι λέξεις χάνουν το νόημα τους, δεν σημαίνουν απολύτως τίποτα και όσο περισσότερο μιλάει η Βερενίκη τόσο πιο μόνη αποκαλύπτεται πως είναι. Σε αυτό το έργο, διακρίνεται η μοναξιά της γλώσσας, οι λέξεις μετατρέπονται σε έρημο. Ξέρετε, όσο περισσότερο μιλάμε, τόσο πιο μόνοι μοιάζουμε και αυτό – ακόμα και με όρους αρχαίας γραμματείας – είναι τραγικό».
Προσεγγίζει, λοιπόν, με σύγχρονο πνεύμα ένα υλικό «εκτός εποχής» αν και πιστεύει πως κάνοντας ένα βήμα πίσω, παίρνοντας απόσταση από τα πράγματα, «τότε μπορούμε να αναγνωρίσουμε, να κρίνουμε, να αποφασίσουμε, να επιλέξουμε το βίωμα μας και το έργο του Ρακίνα μας προσφέρει μια ιδανική ευκαιρία. Γιατί αυτή η μοναξιά αισθάνομαι πως απηχεί τη σύγχρονη εποχή, τη δική μας μοναξιά», παρατηρεί.
Παρεμβατικός στον ΡακίναΒασισμένος σε αυτήν την ερμηνεία, ο Ρομέο Καστελούτσι μετασχηματίζει το πρωτότυπο κείμενο σε μονόλογο. Διατηρεί αυτούσια, «κατά γράμμα», τα λόγια της Βερενίκης, εντούτοις διαγράφει τους ανδρικούς ρόλους από την δραματουργία. Κι ενώ επί σκηνής, στο πλευρό της Ιπέρ θα εμφανιστούν 14 άνδρες, θα παραμείνουν σιωπηλοί, αμέτοχοι μάρτυρες στο ψυχικό της κατακρήμνισμα. Η Βερενίκη του θα θρηνήσει τον έρωτα της σαν ηχώ. Θα την παρομοιάσει με «έρημο νησί» κι εκείνους με «φαντάσματα, οπτασίες».
Μολονότι, η επιλογή του να παρέμβει στον Ρακίνα συγκέντρωσε επικριτικά σχόλια, ο Ιταλός δημιουργός επικαλείται τη θεωρία ενός άλλου Γάλλου φιλοσόφου, του Ρολάν Μπαρτ «πως όλα γύρω από τη γλώσσα είναι ένα πεδίο μάχης». Κι έτσι, στην, κατά Καστελούτσι, «Βερενίκη» τα γεγονότα θα μοιάζουν με ομίχλη, ακόμα και ο συγγραφικός λόγος θα ακούγεται θολός. «Σέβομαι το ρυθμό και το μέτρο του πρωτότυπου, αλλά σταδιακά χάνεται ο έλεγχος του λόγου. Αυτό μου επέτρεψε να είμαι ανοιχτός στις αισθήσεις, στα ηχοτοπία (η πρωτότυπη μουσική είναι του Σκοτ Γκίμπονς) και να αντιμετωπίσω την παράσταση σαν ένα μεγάλο τραγούδι, όπου τίποτα δεν συμβαίνει, και όλα κυριαρχούνται από τη μοναξιά της ηρωίδας. Μοιάζει σαν να μην υπάρχει τίποτα να ειπωθεί, σαν να είναι πολύ αργά για το οτιδήποτε. Η Βερενίκη είναι ένα δράμα δίχως δράση, όπου οι χαρακτήρες έχουν παραλύσει» συνεχίζει, παραλληλίζοντας την τραγωδία του Ρακίνα με την ‘ακινησία’ των έργων του Σάμιουελ Μπέκετ και την Βερενίκη με μια άλλη Γουίνι από τις «Ευτυχισμένες μέρες».
“Μην με παρεξηγήσετε, πιστεύω στον ακτιβισμό του δρόμου, στην παρουσία στις διαδηλώσεις, στις συλλογικές διαμαρτυρίες, στη δράση εντός Κοινοβουλίου. Πιστεύω, όμως, πως αυτή η δράση δεν έχει θέση στην τέχνη” επαναλαμβάνει ο Ρομέο Καστελούτσι.
Στα χρόνια που μας επισκέπτεται στην Αθήνα, μοιάζει να είναι η μοναδική φορά που στο σκηνικό λεξιλόγιο του Καστελούτσι μπαίνει η θεματική του έρωτα. Ιστορικό πρόσωπο, η Βερενίκη υπήρξε πριγκίπισσα της Ιουδαίας, ενώ βρισκόταν υπό ρωμαϊκή κατοχή. Η εξέγερση των γηγενών καταπνίγηκε από τα ρωμαϊκά στρατεύματα των οποίων ηγούνταν ο Τίτος· ωστόσο, η Βερενίκη τον ερωτεύτηκε και τον ακολούθησε στη Ρώμη όταν εκείνος επέστρεψε θριαμβευτής και στέφθηκε αυτοκράτορας. Όμως, η Βερενίκη δεν έγινε ποτέ αποδεκτή από τους Ρωμαίους – δεν ήταν παρά μια ξένη.
Η εξουσία και η πολιτική διαλύουν την αγάπη. Αυτές είναι οι σκοτεινές καταστρεπτικές δυνάμεις σε κάθε εποχή. Η αγάπη είναι ενάντια στο κράτος, το κράτος είναι ενάντια στην αγάπη
Ο Ιταλός σκηνοθέτης δεν αφήνει ανέγγιχτο το θέμα της ξενοφοβίας – «αυτό το φριχτό συναίσθημα που ορίζει και την εποχή μας» σχολιάζει χαρακτηριστικά – επιτρέποντας τελικά στο πολιτικό στοιχείο να φανερωθεί πίσω από την ερωτική τραγωδία. «Το κρυμμένο είναι πιο εντυπωσιακό, γιατί εδώ βλέπουμε πως η εξουσία και η πολιτική διαλύουν την αγάπη. Αυτές είναι οι σκοτεινές καταστρεπτικές δυνάμεις σε κάθε εποχή· ποιό κράτος μπόρεσε ποτέ να κατανοήσει το νόμο της αγάπης; Η αγάπη είναι ενάντια στο κράτος, το κράτος είναι ενάντια στην αγάπη. Δεν υπάρχει, εξάλλου, ούτε ένα λογοτεχνικό έργο του δυτικού πολιτισμού όπου οι εραστές δεν είναι τα θύματα. Για κάποιο λάθος λόγο, στη δυτική λογοτεχνία ο έρωτας ταυτίζεται με την τρέλα, τη μανία, την απουσία ενός σκοπού. Η Βερενίκη αντιμετωπίζεται ως μια τρελή, ενώ στην πραγματικότητα είναι ο μόνος έντιμος χαρακτήρας απέναντι στο αίσθημα του. Είναι η μόνη που σε ένα προκαθορισμένο, ‘γεωμετρικό’ περιβάλλον αποδίδει την άβυσσο του ερωτισμού. Κάτω από το λόγο της, υπάρχει το ζωώδες ένστικτο. Είναι μια γυναίκα που μάχεται για την αγάπη και, θα έλεγα πως, για να αγαπήσουμε θα πρέπει να κατανοήσουμε την ψυχή μιας γυναίκας. Αυτή είναι η μοίρα της αγάπης, να δίνει μάχες. Και στην περίπτωση της Βερενίκης, η μάχη δίνεται με το κράτος της Ρώμης. Αυτός είναι ο Λεβιάθαν. Η Ρώμη δεν θα επιτρέψει το αίμα της να αναμειχθεί με ξένο αίμα. Μιλάμε, λοιπόν, για μια σύγκρουση ανάμεσα στο νόμο του κράτους και στο νόμο του έρωτα».
Τα κοστούμια της παράστασης υπογράφει η πολυβραβευμένη εικαστικός και σκηνογράφος Ιρις Βαν Έρπεν.
Η σύγκρουση οδηγεί στην εγκατάλειψη. Η Βερενίκη, βαθιά πληγωμένη, φεύγει από τη Ρώμη, «σαν πλοίο που εγκαταλείπει το λιμάνι με μεγάλο τίμημα» σχολιάζει ο Καστελούτσι. «Κατά τη γνώμη μου δίνει την σωστή απάντηση, επιλέγει έναν άλλο κόσμο, μιαν άλλη αντίληψη, μιαν άλλη ζωή, δεν παίζει με τους όρους της εξουσίας. Γιατί αν παίξεις με την εξουσία είσαι, εξ ορισμού, χαμένος».
Αυτό φυσικά, δεν καθιστά στα μάτια του λιγότερο πολιτική την αντίδραση της. Όπως φροντίζει να υπενθυμίζει, ο Ιταλός σκηνοθέτης – ακόμα και στις πιο μετωπικές πολιτικές του παραστάσεις όπως το «Bros» που, επίσης, είδαμε στη Στέγη το 2022 – δεν δίνει στην τέχνη το πρόσημο του πολιτικού ακτιβισμού. «Από την στιγμή που είσαι θεατής, είσαι μάρτυρας ενός συμβάντος. Εκείνη τη στιγμή παράγεται το βλέπειν, ένα καινούργιο ρήμα. Αυτή είναι η αρχή μιας πολιτικής πράξης, αυτή είναι η δράση που ενεργοποιεί το θέατρο. Μην με παρεξηγήσετε, πιστεύω στον ακτιβισμό του δρόμου, στην παρουσία στις διαδηλώσεις, στις συλλογικές διαμαρτυρίες, στη δράση εντός Κοινοβουλίου. Πιστεύω, όμως, πως αυτή η δράση δεν έχει θέση στην τέχνη. Η τέχνη είναι κάτι πιο προσωπικό. Αλλά και πάλι, αυτή είναι η προσωπική μου άποψη».
Ελεύθερα εμπνευσμένο από τη “Βερενίκη” του Ρακίνα
Ένας μονόλογος με την Isabelle Huppert
Με τη συμμετοχή των Cheikh Kébé και Giovanni Armando Romano
Σύλληψη & Σκηνοθεσία: Romeo Castellucci
Πρωτότυπη Μουσική: Scott Gibbons
Κοστούμια: Iris van Herpen
Βοηθός Σκηνοθέτη: Silvano Voltolina
Τεχνική Διεύθυνση: Eugenio Resta
Ενδυματολόγος: Chiara Venturini
Σχεδιασμός Κομμώσεων & Μακιγιάζ: Sylvie Cailler & Jocelyne Milazzo
Γλυπτά Σκηνής & Αυτοματισμοί: Plastikart Studio Amoroso & Zimmermann
Στέγη, Κεντρική Σκηνή
Παραστάσεις: 26 έως 30 Μαρτίου, Τετάρτη έως Σάββατο, 20:30, Κυριακή ματινέ, 14:00