MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΔΕΥΤΕΡΑ
17
ΜΑΡΤΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

«People, Gods and other Creatures»: Η Svetlana Strelnikova καταγράφει με την κάμερά της τη Γαύδο, τον τελευταίο παράδεισο της Ευρώπης

Με αφορμή την διεθνή πρεμιέρα του ντοκιμαντέρ της «Άνθρωποι, Θεοί και άλλα Πλάσματα» στο 27ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης μίλησα με την κινηματογραφίστρια Svetlana Strelnikova για την Γαύδο, τους ανθρώπους, τον παράδεισο που μονίμως ψάχνουμε και ίσως υπάρχει και την ανάγκη για αυθεντικότητα και μαγεία

Μαρία Βαλτζάκη | 17.03.2025

«Ποιο είναι το αγαπημένο σου μέρος στον κόσμο;». Για μένα, αυτή είναι μία εύκολη ερώτηση και η απάντηση είναι απλή. Όλοι έχουμε ένα μέρος στον κόσμο όπου πάντα θα επιστρέφουμε, όπου ο χρόνος σταματάει και η ευτυχία δεν είναι στιγμές, αλλά συνθήκη. Ένα νησί κάτω από την Κρήτη, «το νοτιότερο άκρο της Ευρώπης», η Γαύδος, είναι για μένα αυτό το μέρος. Όταν, λοιπόν, ανακάλυψα στο (τεράστιο) πρόγραμμα του 27ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης μία ταινία που εξερευνά τον αληθινό ή ψεύτικο «παράδεισο» του πιο αγαπημένου μου μέρους στον κόσμο, το εισιτήριο κλείστηκε στιγμιαία.

Το ντοκιμαντέρ «Άνθρωποι, Θεοί και άλλα Πλάσματα» προβλήθηκε στο 27ο ΦΝΘ στην ενότητα “Open Horizons”.

Πηγαίνοντας να δω το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ, δεν είχα προσδοκίες ούτε απαιτήσεις· δεν ήμουν σίγουρη τι θα δω. Ε, τελικά, κατέληξα να αναπολώ για 88 λεπτά τον ήλιο του Λιβυκού, τα παγωμένα νερά και να βλέπω γνώριμα σε μένα πρόσωπα στη μεγάλη οθόνη, να διηγούνται και να ζουν μία πραγματικότητα που ο περισσότερος κόσμος δεν γνωρίζει για τον αποκαλούμενο «τελευταίο επίγειο παράδεισο». Χειροκροτώντας τους συντελεστές, μία αίσθηση νοσταλγίας αλλά και θλίψης με κατέκλυσε, γιατί όσο κι αν θέλω να κρύψω αυτό το μέρος από τον χάρτη, οι αλλαγές και, κυρίως, η καθημερινότητα και οι καιροί θα το προλάβουν – και μαζί όλους τους ανθρώπους του.

Μου ήταν αδύνατο, λοιπόν, να μην ψάξω και να βρω τη δημιουργό εκείνου του ντοκιμαντέρ, που αργότερα έμαθα από την ίδια πως πέρασε 8 χρόνια – συγκεκριμένα 8 χειμώνες – σε εκείνο το νησί και, την τελευταία εκείνη περίοδο, εκεί, βρήκε τον έρωτα της ζωής της και παντρεύτηκε για πρώτη φορά στα 42! Η Svetlana ή Sveta Strelnikova μου φάνηκε ένας άνθρωπος που η γνώση και η εμπειρία δεν του είναι ποτέ αρκετές – αχόρταγος. Που ψάχνει τον παράδεισο και τα μικρά θαύματα, και όταν δεν τα βρίσκει, τα δημιουργεί ή τα αποθανατίζει με μία κάμερα. Μου αφιέρωσε, λοιπόν, αυτή η ταλαντούχα γυναίκα λίγο από τον χρόνο της και μου μίλησε για την ταινία της, το φεστιβάλ, τη σκληρή πραγματικότητα που αντέχουμε, το αγαπημένο μου μέρος, και τα θαύματα που, όπως μου λέει, τη βρίσκουν αρκετά συχνά – ίσως πάλι να τα βρίσκει και εκείνη.

Δεν ξέρω πολλά πράγματα για σένα, όποτε θα ήθελα να μου πεις ό,τι θέλεις εσύ για τον εαυτό σου.

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Μόσχα το 1981, στην ΕΣΣΔ. Ανήκω πιθανώς στην τελευταία γενιά που μπορεί να θυμάται πώς ήταν η ζωή στα τελευταία χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης. Η χώρα ήταν «κλειστή» (δεν μπορώ να πιστέψω ότι επιστρέφουμε πάλι σε αυτό), αλλά είχα τεράστιο ενδιαφέρον να γνωρίσω ανθρώπους από το εξωτερικό. Κοντά στην πολυκατοικία μας υπήρχε το Πανεπιστήμιο Φιλίας των Λαών, όπου σπουδαστές από την Αφρική, την Ινδία, τη Λατινική Αμερική και την Κίνα έρχονταν για να σπουδάσουν. Πολυκοσμία για τη σοβιετική εποχή! Δεν θυμάμαι να είχα γνωρίσει ανθρώπους από τη Δύση πριν από την πτώση της ΕΣΣΔ το 1991. Ίσως για τους Έλληνες να είναι δύσκολο να φανταστούν μια πραγματικότητα όπου δεν υπάρχουν ξένοι ή τουρίστες γύρω τους.

Αυτό είναι που αγαπώ στο ντοκιμαντέρ: βυθίζεσαι σε μια νέα πραγματικότητα και μαθαίνεις πολλά, τόσο για τους ανθρώπους όσο και για τον εαυτό σου.

Svetlana “Sveta” Strelnikova – «Ήθελα να δείξω και να κατανοήσω ανθρώπους που αποφάσισαν να θυσιάσουν τη ζωή τους για ιδανικά, για κάτι άυλο, ακόμα και παράξενο.»

Και η Ελλάδα, και συγκεκριμένα η Κρήτη, πώς προέκυψε;

Μάθαινα αγγλικά και γαλλικά και ήλπιζα κάποια μέρα να τα εξασκήσω. Και αυτή η μέρα ήρθε. Μπορούσαμε πλέον να ταξιδέψουμε και να δούμε τον κόσμο. Η Ρωσία ήθελε πραγματικά να γίνει μέρος της δυτικής προοδευτικής κοινωνίας. Το ίδιο κι εγώ—ταξίδεψα πολύ και τελικά βρέθηκα και στην Κρήτη το 2008.

Τι ήταν εκείνο που σε τράβηξε τόσο πολύ σε αυτό το νησί;

Πρώτα απ’ όλα, ερωτεύτηκα τη γλώσσα – οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν στην καθημερινότητά τους λέξεις που εμείς τις χρησιμοποιούσαμε μόνο στη φιλοσοφία και την επιστήμη. Αποφάσισα να μάθω τη γλώσσα (πιστεύω ότι πρέπει να την προωθήσουμε περισσότερο, είναι η βάση του δυτικού πολιτισμού) και να κατανοήσω καλύτερα την τοπική νοοτροπία. Έτσι, η Κρήτη με «κατάπιε» και έγινε το δεύτερο σπίτι μου.

Το αγαπημένο μου πράγμα είναι να παρατηρώ τη ζωή, τους ανθρώπους – έτσι μαθαίνω και εξελίσσομαι.

Και ο κινηματογράφος, προέκυψε όταν ήρθες εδώ;

Είχα ήδη ασχοληθεί με τον κινηματογράφο στη χώρα μου και είχα ολοκληρώσει τα γυρίσματα του πρώτου μου μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ,«Arrhythmia», το οποίο αφηγείται την ιστορία ενός νεαρού γιατρού που παλεύει ανάμεσα στην ιδέα μιας καλής ζωής/καλής οικονομικής κατάστασης και στην ηθική υποχρέωση να βοηθά τους ανθρώπους, όπως αναμένεται από τους γιατρούς. Είχα εξασφαλίσει κάποια χρήματα για το μοντάζ, οπότε πήρα το λάπτοπ μου και μετακόμισα στην Κρήτη. Σχεδίαζα να περάσω τους χειμερινούς μήνες δίπλα στη θάλασσα και μετά να επιστρέψω στη Μόσχα. Ωστόσο, εξεπλάγην τόσο πολύ από όσα ανακάλυψα στην Κρήτη μέσα στους πρώτους μήνες που ήθελα να εξερευνήσω περισσότερα και να κάνω μια ταινία γι’ αυτό.

Όταν ξεκινούσα το ταξίδι μου στο ντοκιμαντέρ, οι κάμερες προκαλούσαν ακόμα περιέργεια και οι άνθρωποι ένιωθαν περήφανοι που τους κινηματογραφούσαν.

Τι σημαίνει για σένα ο κινηματογράφος και το να κάνεις ταινίες;

Προσπαθώ να είμαι ανεξάρτητη όταν πρόκειται για τον κινηματογράφο και την τέχνη. Δεν θέλω να συμμετέχω σε προπαγάνδα (τα ντοκιμαντέρ χρησιμοποιούνται συχνά ως προπαγανδιστικά εργαλεία) και προσπαθώ να είμαι όσο πιο προσεκτική γίνεται με τους χαρακτήρες των ταινιών μου. Είναι πραγματικοί άνθρωποι που με αφήνουν να μπω στις ζωές τους με μια κάμερα. Δεν είναι εύκολο και το θεωρώ ένα τεράστιο δώρο. Γιατί το αγαπημένο μου πράγμα είναι να παρατηρώ τη ζωή, τους ανθρώπους – έτσι μαθαίνω και εξελίσσομαι. Αυτός είναι ο τρόπος που σκέφτομαι. Από παιδί είχα ερωτήματα όπως «Γιατί είμαστε έτσι;» και «Πώς μπορούμε να κάνουμε τον κόσμο ένα καλύτερο μέρος;». Προτιμώ το παρατηρητικό ντοκιμαντέρ, το οποίο είναι πολύ δημοφιλές στη Ρωσία και πολύ κοντά στην ανθρωπολογία. (Βέβαια) Όταν ξεκινούσα το ταξίδι μου στο ντοκιμαντέρ, οι κάμερες προκαλούσαν ακόμα περιέργεια και οι άνθρωποι ένιωθαν περήφανοι που τους κινηματογραφούσαν. Μέσα σε δέκα χρόνια, όμως, αυτό άλλαξε.

«Νομίζω πως εμείς, οι άνθρωποι, έχουμε ανάγκη αυτή την ιδέα του ιδανικού, του παραδείσου. Ποτέ δεν θα φτάσουμε τα “ιδανικά” μας, αλλά τα χρειαζόμαστε για να έχουμε μια «προοπτική» – έναν δρόμο προς τον οποίο να εξελιχθούμε.»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΟι πρώτες μέρες του 27ου ΦΝΘ ήταν γεμάτες ελπίδα, επανάσταση, γυναίκες και αλήθεια12.09.2018

Η ταινία σου, που στάθηκε αφορμή να μιλήσουμε, ήταν το ντοκιμαντέρ με τίτλο «Άνθρωποι, Θεοί και Άλλα Πλάσματα» που προβλήθηκε στο 27ο ΦΝΘ. Ήθελα να σε ρωτήσω, για σένα, ποιοι είναι οι «άνθρωποι», ποιοι οι «θεοί» και ποια τα «άλλα πλάσματα»;

Ο τίτλος προέκυψε από τα πολύ πρώιμα στάδια των γυρισμάτων (ταξίδευα εκεί σχεδόν κάθε χρόνο από το 2014 έως το 2018) , όταν ζούσα στην κοινότητα των λεγόμενων «Ρώσων» (μία κοινότητα πρώην-σοβιετικών επιστημόνων που μετανάστευσαν στην Γαύδο μετά το Τσερνόμπιλ) . Ήθελα να δείξω και να κατανοήσω ανθρώπους που αποφάσισαν να θυσιάσουν τη ζωή τους για ιδανικά, για κάτι άυλο, ακόμα και παράξενο. Αυτοί οι άνθρωποι ενδιαφέρονται περισσότερο για τον αόρατο κόσμο παρά για τον ορατό. Είχαν αποδείξεις – τουλάχιστον για τους ίδιους – ότι τα πιο σημαντικά πράγματα συμβαίνουν εκεί. Οι Ρώσοι χρησιμοποιούσαν αυτές τις τρεις λέξεις – άνθρωποι, θεοί και πλάσματα – στις συζητήσεις και στις μελέτες τους. Προσπαθούσαν να κατανοήσουν υπό την επιρροή ποιου θεού ή πνεύματος βρίσκεται ο κάθε άνθρωπος. Στη Γαύδο, μιλούν πολύ για ενέργειες· κάποιοι λένε ότι υπάρχει μια πύλη προς έναν άλλο κόσμο, άλλοι ότι κατάφεραν να βιώσουν την απουσία του χρόνου εκεί, ενώ κάποιοι ισχυρίζονται ότι είδαν τη σπηλιά της Καλυψώς. Όλες αυτές οι ιστορίες είναι τόσο εμπνευσμένες για εμάς τους κινηματογραφιστές. Θα ήταν υπέροχο ίσως να φτιάξω και μια ταινία μυθοπλασίας βασισμένη στις περιπέτειές μου εκεί.

Επίσης, πρέπει να διευκρινίσω ότι ο τίτλος έχει μια δόση ειρωνείας, οπότε μην τον παίρνετε πολύ σοβαρά (ξέρω ότι κάποιοι τον βρίσκουν πομπώδη, αλλά δεν ήταν αυτή η πρόθεση). Αν δεχτούμε την άποψη ότι ο καθένας μας βρίσκεται υπό την επιρροή διαφορετικών ενεργειών (μπορείς να τις αποκαλέσεις θεούς, πνεύματα, ενέργειες – δεν έχει σημασία) και ότι μεταδίδουμε αυτές τις ενέργειες στη Γη, τότε συνεχώς αλλάζουμε, όλα είναι προσωρινά, κ.λπ. Έτσι, το ίδιο άτομο μπορεί να είναι άνθρωπος, θεός ή οποιοδήποτε άλλο πλάσμα – ανάλογα με τις επιλογές του.

«Η παραγωγή του “People, Gods and Other Creatures” κράτησε πολύ περισσότερο απ’ ό,τι περίμενα. Μέσα σε αυτά τα χρόνια, άλλαξα εγώ, άλλαξε ο κόσμος, και τελικά ζούσαμε σε έναν παράδεισο που αποδείχθηκε ότι δεν ήταν παράδεισος.»

Ποιος ήταν ο στόχος σου φτιάχνοντας ένα ντοκιμαντέρ για το νοτιότερο μέρος της Ευρώπης;

Να μοιραστώ τις ανακαλύψεις που κάναμε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μας. Κάθε φορά που ξεκινώ ένα γύρισμα, έχω μια γενική ιδέα ή, ας πούμε, ένα «κάλεσμα» – ένα μέρος ή ένα θέμα με καλεί. Με τον καιρό, όμως, η οπτική μπορεί να αλλάξει, και αυτό είναι που αγαπώ στο ντοκιμαντέρ: βυθίζεσαι σε μια νέα πραγματικότητα και μαθαίνεις πολλά, τόσο για τους ανθρώπους όσο και για τον εαυτό σου. Η παραγωγή του “People, Gods and Other Creatures” κράτησε πολύ περισσότερο απ’ ό,τι περίμενα – 8 χρόνια γυρισμάτων και 2 χρόνια μοντάζ. Μέσα σε αυτά τα χρόνια, άλλαξα εγώ, άλλαξε ο κόσμος, και τελικά ζούσαμε σε έναν παράδεισο που αποδείχθηκε ότι δεν ήταν παράδεισος. Θυμήσου πώς ήταν η ζωή στην πανδημία, κι έπειτα ξεκίνησε ο πόλεμος. Ένιωσα μια μεγάλη απογοήτευση για τη δυτική κοινωνία. Έτσι, στην ταινία γίνεται μια έρευνα πάνω στο ερώτημα: Πότε και πώς σταματά ο παράδεισος να είναι παράδεισος; Ολόκληρος ο πλανήτης μας θα μπορούσε να είναι ένας παράδεισος. Δεν νομίζεις;

«Μαγικά πράγματα συνέβησαν στους περισσότερους που έζησαν τη Γαύδο. Πρέπει να είσαι αρκετά ευαίσθητος για να το νιώσεις.»

Γιατί η Γαύδος, ωστόσο; Πώς κατέληξες εκεί και τι ήταν το πιο συναρπαστικό σε ένα νησί σαν αυτό;

Η περιέργειά μου για τους «Ρώσους» και οι Κρητικοί φίλοι μου που μου έλεγαν πως η Γαύδος είναι ένας παραδεισένιος τόπος όπου οι άνθρωποι ζουν σε ειρήνη και αρμονία με ώθησαν προς το νησί. Και πρώτα απ’ όλα, η απουσία του πολιτισμού. Αυτό κάνει αυτόν τον τόπο ξεχωριστό και θα έλεγα πως δημιουργεί μια «καθαρή» ατμόσφαιρα σε σύγκριση με τα πολυσύχναστα μέρη. Σε βοηθά να ακούσεις τον εσωτερικό σου εαυτό, αν το επιθυμείς. Σε βοηθά να επιβραδύνεις και να ζήσεις τη στιγμή – δύο πράγματα που είναι πολυτέλεια στη σύγχρονη κοινωνία, όπου οι άνθρωποι απορροφώνται από τα smartphones τους και ζουν σε πολλές πραγματικότητες ταυτόχρονα. Οπότε, ναι, μέρη όπως η Γαύδος σου προσφέρουν την αληθινή πολυτέλεια.

Αν δεχτούμε την άποψη ότι ο καθένας μας βρίσκεται υπό την επιρροή διαφορετικών ενεργειών – έτσι, το ίδιο άτομο μπορεί να είναι άνθρωπος, θεός ή οποιοδήποτε άλλο πλάσμα – ανάλογα με τις επιλογές του.

Εκείνοι δηλαδή ήταν η αφορμή για το ντοκιμαντέρ που είδαμε;

Αρχικά, σκόπευα να κινηματογραφήσω μόνο αυτή την κοινότητα. Ομολογώ πως, με έναν τρόπο, οι Ρώσοι ήταν δάσκαλοί μου. Έμαθα πολλά από αυτούς, τόσο για τη ζωή όσο και για τον εαυτό μου. Εξάσκησα – και ακόμα εξασκώ – την «σκέψη έξω από τα καθιερωμένα». Πίστευα ότι ήταν σημαντικό να δείξω αυτούς τους ανθρώπους στον κόσμο. Την περίοδο εκείνη, η Ευρώπη βρισκόταν στην αρχή ενός μεγάλου πολέμου – κάτι που οι Ρώσοι είχαν προβλέψει και προσπάθησαν όσο μπορούσαν να αποτρέψουν. Πιστεύουν ότι οι σκέψεις και οι προθέσεις μας δημιουργούν το κοινό μας μέλλον, καθώς – όπως λένε – οι άνθρωποι είναι ένας μεγάλος ενιαίος οργανισμός. Έγραψαν ένα γράμμα προς τη Μέρκελ και μου το διάβασαν όταν τους επισκέφθηκα με την κάμερά μου για πρώτη φορά το 2014. Είχα μείνει άφωνη – «Είστε τρελοί; Πιστεύετε πραγματικά ότι η Άνγκελα Μέρκελ θα διαβάσει το γράμμα σας;». Στην πραγματικότητα, το γράμμα περιείχε μια ιδέα για το πώς να ξεπεράσουμε το πρόβλημα της έλλειψης ενέργειας (που είναι η αιτία πολλών πολέμων) και να επιτρέψουμε στους ανθρώπους να ζουν με ελεύθερη ενέργεια. Θα πεις – «ουτοπία». Είναι, αλλά φυσικά είναι και εφικτό. Όμως, η ανθρώπινη φύση δεν θα μας αφήσει να χτίσουμε έναν καλύτερο κόσμο. Με γοήτευε η ιδέα να αφηγηθώ μια ιστορία όπου οι άνθρωποι μπορούν να ζήσουν χωρίς την παρέμβαση της κυβέρνησης. Αυτό μου φάνηκε ένας ακόμα συναρπαστικός τομέας εξερεύνησης.

«Μην ξεχνάς ότι δεν τραβάμε συνεντεύξεις – διεισδύουμε στις ζωές των χαρακτήρων μας και περνάμε πολύ χρόνο μαζί τους. Θα το παρομοίαζα με μια ιστορία αγάπης.»

Πώς νιώθεις γενικά για τους ανθρώπους εκεί;

Στην αρχή του ταξιδιού μου ήμουν απόλυτα ενθουσιασμένη. Το νησί μου φαινόταν τόσο αγνό και φρέσκο, με ηρεμούσε. Ένιωθα σαν να ήμουν μέσα στην κοιλιά της μητέρας μου. Αλλά όταν έγινε η καθημερινότητά μου, όλα άλλαξαν. Δεν περίμενα τόσες συγκρούσεις σε αυτό το μικροσκοπικό – και, ας το πούμε, φτωχό – μέρος. Για παράδειγμα, υπάρχουν οικογένειες που δεν μιλούν μεταξύ τους εδώ και πάνω από 30 χρόνια. Έγινα μάρτυρας «αναρχικών» που τσακώνονταν για το ποιος θα μείνει κάτω από τον κέδρο που προσέφερε σκιά. Ο ένας έλεγε «είναι δικό μου, ήρθα πρώτος» και ο άλλος «εγώ έχω την ιδιοκτησία της σκιάς». Επίσης, υπήρξαν άνθρωποι που πέθαναν από ατυχήματα, και αυτό με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι στην πραγματικότητα παίρνεις ένα ρίσκο όταν επιλέγεις να ζήσεις σε ένα τόσο απομακρυσμένο μέρος. Αν ήσουν στην πόλη, θα σε έσωζαν, αλλά εδώ μπορεί να πεθάνεις επειδή δεν υπάρχει γιατρός ή εξειδικευμένη περίθαλψη. Η φύση είναι όμορφη, αλλά μπορεί και να γίνει επικίνδυνη.

Μου πήρε καιρό να καταλάβω ότι το νησί δεν είναι ένα μαγικό μέρος – είναι απλώς ένας καθρέφτης της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας.

Αν έπρεπε να διαλέξεις, τι ήταν εκείνο που σου έκανε την μεγαλύτερη εντύπωση;

Με εξέπληξε, το πόσο έντονες ήταν οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων στη Γαύδο. Ο πληθυσμός ήταν πολύ ποικιλόμορφος, και οι άνθρωποι που έμεναν εκεί το έκαναν για διαφορετικούς λόγους – δεν μοιράζονταν τις ίδιες αξίες. Μέτρησα τουλάχιστον πέντε κοινωνικές τάξεις να συνυπάρχουν στο νησί. Έμοιαζε με παρωδία. Αλλά συχνά η αλήθεια κρύβεται στην ειρωνεία. Το νησί είχε όλα τα χαρακτηριστικά της ευρωπαϊκής κοινωνίας και όλες τις κοινωνικές διαστρωματώσεις: πλούσιους, φτωχούς, τοξικομανείς, κλασικές οικογένειες, την ορθόδοξη εκκλησία, ερημίτες, επιχειρηματίες, δασκάλους κ.λπ. Ακόμα και οι μυστηριώδεις Ρώσοι εκπροσωπούσαν μια ξεχωριστή κατηγορία ανθρώπων – τους αναζητητές της αλήθειας, τους πειραματιστές που προσπάθησαν να ζήσουν συνειδητά και σύμφωνα με τους δικούς τους κανόνες. Πήγα εκεί για να ανακαλύψω κάτι εναλλακτικό σε σχέση με τον λεγόμενο «μεγάλο κόσμο». Και τι είδα; Το ίδιο. Οι ίδιες κοινωνικές νόρμες κυβερνούσαν και τη μικρή κοινωνία της Γαύδου. Μου πήρε καιρό να καταλάβω ότι το νησί δεν είναι ένα μαγικό μέρος – είναι απλώς ένας καθρέφτης της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας. Είναι σαν ένας τεράστιος καθρέφτης που κάποιος έβαλε στην άκρη της Ευρώπης, ώστε να μπορούμε να δούμε όλη την εικόνα. Και ήταν τόσο σουρεαλιστικό.

“H Έφη Γιωργάκα, η σύζυγος του βοσκού Νίκου και μητέρα τριών παιδιών, μας δέχτηκε πλήρως. Δεν μου είπε ποτέ: «Μην τραβήξεις αυτό» ή «Σβήσε την κάμερα».”

Ήταν δύσκολο να συνδεθείς με τους ανθρώπους και να τους κάνεις να ανοιχτούν; Υπήρχαν κάποιοι που δεν ήθελαν να μιλήσουν;

Εξαρτάται από τον άνθρωπο. Μην ξεχνάς ότι δεν τραβάμε συνεντεύξεις – διεισδύουμε στις ζωές των χαρακτήρων μας και περνάμε πολύ χρόνο μαζί τους, ώστε να ξεχάσουν την ύπαρξη της κάμερας. Αυτό απαιτεί χρόνο και προσπάθεια. Θα το παρομοίαζα με μια ιστορία αγάπης. Ωστόσο, είναι πολύ πιο δύσκολο να γυρίσεις ταινίες στη Γαύδο απ’ ό,τι σε μια μεγάλη πόλη, όπου μπορείς εύκολα να παραμείνεις αόρατος και κανείς δεν ασχολείται. Στη Γαύδο όμως ασχολούνται: “Ποιος είσαι, ξένε; Τι θα μας φέρεις;” Κάποιοι πίστευαν ότι ήμασταν δημοσιογράφοι της τηλεόρασης που ήρθαν να ξεσκεπάσουν παράνομες δραστηριότητες και να τους κρίνουν. Στην πραγματικότητα, η δημοσιογραφία δεν έχει καμία σχέση με το παρατηρητικό ντοκιμαντέρ. Αλλά ποιος το ξέρει αυτό; Μόνο οι επαγγελματίες. Η τηλεόραση και το YouTube έκαναν τη ζωή μας πιο δύσκολη ως δημιουργοί ντοκιμαντέρ. Από ό,τι κατάλαβα, στην Ελλάδα, αν κρατάς κάμερα, σημαίνει ότι δουλεύεις για το κράτος. Αλλά στη Γαύδο δεν συμπαθούν το κράτος. Έτσι, είναι αλήθεια ότι δεν ήταν εύκολο να συνδεθούμε με πολλούς ανθρώπους στη Γαύδο, και αυτό με στεναχωρεί. Για παράδειγμα, ξεκινήσαμε να γυρίζουμε την ιστορία του Μάρκου Χαροτού (ένας εξαιρετικός χαρακτήρας, πολύ κινηματογραφικός), αλλά κάποιοι από τους πελάτες και φίλους του (κυρίως από την κοινότητα της παραλίας) τον προειδοποίησαν ότι δεν θα ξαναέρθουν αν υπάρχει κάμερα. Αναγκαστήκαμε να σταματήσουμε τα γυρίσματα για να μην βλάψουμε τη φήμη του. Ήταν πολύ στενάχωρο για μένα. Ήταν αδύνατον να εξηγήσουμε σε όλους στο νησί ότι δεν ήμασταν δημοσιογράφοι. Αντίθετα, η Έφη Γιωργάκα, η σύζυγος του βοσκού Νίκου και μητέρα τριών παιδιών, μας δέχτηκε πλήρως. Δεν μου είπε ποτέ: «Μην τραβήξεις αυτό» ή «Σβήσε την κάμερα».

«Από ό,τι κατάλαβα, στην Ελλάδα, αν κρατάς κάμερα, σημαίνει ότι δουλεύεις για το κράτος. Αλλά στη Γαύδο δεν συμπαθούν το κράτος.¬

Πώς βλέπεις το νησί σήμερα; Φοβάσαι ότι μπορεί να χάσει την ταυτότητά του με τόσο τουρισμό;

Ανησυχώ γενικά για την Ελλάδα. Είναι λυπηρό που η χώρα έχει γίνει προορισμός μαζικού τουρισμού. Οτιδήποτε αγγίζει ο μαζικός τουρισμός μετατρέπεται σε προϊόν, πεθαίνει και γίνεται απλώς ένα προϊόν. Κοίτα τη Σαντορίνη… πραγματικά θλιβερό. Όπως είπαμε, η Γαύδος είναι ένας καθρέφτης – αντανακλά την κατάσταση του κόσμου. Αγαπώ πολύ αυτή τη χώρα και θα ήθελα να διατηρήσει την ποικιλομορφία και την ταυτότητά της. Αλλά το ερώτημα είναι μεγάλο: πώς μπορούμε να τη βοηθήσουμε να διατηρηθεί χωρίς καταστροφικές αλλαγές; Ή μήπως πρέπει να περάσουμε μέσα από αυτές τις αλλαγές, γιατί αυτό είναι το πνεύμα της εποχής μας; Θα ήταν υπέροχο να αναπτυχθούν κι άλλες βιομηχανίες στην Ελλάδα. Είναι επικίνδυνο μια οικονομία να εξαρτάται τόσο πολύ από τον τουρισμό. Θα ήταν εξαιρετικό να αναπτυχθεί περισσότερο η κινηματογραφική βιομηχανία εδώ.

Μακάρι! Ωστόσο, πώς ήταν η εμπειρία σου στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης;

Ήταν υπέροχη! Είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω ελληνικά ντοκιμαντέρ και να γνωρίσω ανθρώπους από τη βιομηχανία του ελληνικού κινηματογράφου. Το φεστιβάλ είναι εξαιρετικά οργανωμένο. Γνωρίζω πόση δουλειά έχει γίνει, και θέλω να πω ένα τεράστιο ευχαριστώ στους διοργανωτές. Αυτοί οι άνθρωποι φέρνουν τις ταινίες μας στο κοινό, και κάθε κινηματογραφιστής ξέρει πόσο σημαντικό είναι αυτό. Μετά από 10 χρόνια δημιουργίας γεμάτα εμπόδια και δυσκολίες, ήμουν πολύ χαρούμενη που το «παιδί» μας επιλέχθηκε για προβολή σε ένα ελληνικό φεστιβάλ. Είναι η πρώτη μου ταινία στην ελληνική γλώσσα και είναι πολύ σημαντικό για μένα να ακούσω την άποψη του ελληνικού κοινού. Και σε ευχαριστώ και προσωπικά για την πρόθεσή σου να βοηθήσεις στη διάδοση του “People, Gods and Other Creatures”!

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑAI and ART experience powered by TELEKOM: Η COSMOTE στο 27ο ΦΝΘ με τέχνη, masterclass και τεχνητή νοημοσύνη12.09.2018

Υπάρχει κάποιο σχέδιο να δούμε την ταινία στην τηλεόραση ή σε κάποια πλατφόρμα;

Το ελπίζω! Αυτή τη στιγμή δεν έχουμε sales agent. Στην πραγματικότητα, η ταινία δεν είναι σε τυπικό format και θα είναι δύσκολο να την προωθήσουμε, αλλά θα κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε. Μόλις ολοκληρωθεί ο κύκλος των φεστιβάλ, θα προσπαθήσουμε να οργανώσουμε κάποιες κινηματογραφικές προβολές στην Αθήνα και την Κρήτη. (Αυτή η ταινία είναι φτιαγμένη για να τη δει κανείς σε μεγάλη οθόνη.) Θα σε ενημερώσω μόλις έχουμε νεότερα!

«Η απουσία του πολιτισμού. Αυτό κάνει αυτόν τον τόπο ξεχωριστό και θα έλεγα πως δημιουργεί μια «καθαρή» ατμόσφαιρα»

Έχεις σκεφτεί το μέλλον; Θα ήθελες να επιστρέψεις στη Γαύδο για να γυρίσεις κάτι άλλο ή έχεις άλλα σχέδια στο μυαλό σου;

Αυτή τη στιγμή έχω δύο κινηματογραφικά πρότζεκτ στην Κρήτη, όπου ζω. Ελπίζω να μην χρειαστούν 10 χρόνια για να ολοκληρωθούν! (γελάει) Χαίρομαι στην ιδέα να επιστρέψω στη Γαύδο ως απλός επισκέπτης, χωρίς το βάρος της κάμερας. Ωστόσο… έχω υλικό με την Κέλλυ και τον Νικόλα, τα παιδιά της Έφης, που έχουν περάσει όλη τους τη ζωή στη Γαύδο. Τα κινηματογραφώ από τότε που ήταν 5 και 6 ετών, και σύντομα θα είναι ενήλικες. Αναρωτιέμαι πώς θα νιώσουν αν φύγουν από το νησί και πώς θα προσαρμοστούν στον σύγχρονο κόσμο. Όπως καταλαβαίνεις, η παιδική τους ηλικία ήταν μοναδική… Σίγουρα, είναι κάτι που αξίζει να το σκεφτώ.

Πότε και πώς σταματά ο παράδεισος να είναι παράδεισος; Ολόκληρος ο πλανήτης μας θα μπορούσε να είναι ένας παράδεισος. Δεν νομίζεις;

Στην ταινία, ακούμε πολλούς να λένε ότι αυτό το μέρος έχει κάτι “μαγικό”. Το πιστεύεις;

Ναι, το πιστεύω. Μαγικά πράγματα συνέβησαν στους περισσότερους που έζησαν τη Γαύδο. Πρέπει να είσαι αρκετά ευαίσθητος για να το νιώσεις.

Πιστεύεις ότι υπάρχει παράδεισος στη Γη; Και αν ναι, είναι ο ίδιος για όλους;

Θα ήταν υπέροχο να ορίσουμε πρώτα την έννοια του «παραδείσου», αλλά αυτό απαιτεί πολλή ανάλυση – και στην πραγματικότητα, είναι κάτι που θα ήταν καλύτερο να το συζητήσουμε μαζί. (χαμογελάει) Νομίζω πως εμείς, οι άνθρωποι, έχουμε ανάγκη αυτή την ιδέα του ιδανικού, του παραδείσου. Ποτέ δεν θα φτάσουμε τα “ιδανικά” μας, αλλά τα χρειαζόμαστε για να έχουμε μια «προοπτική» – έναν δρόμο προς τον οποίο να εξελιχθούμε.

Για μένα, το πιο όμορφο και ασφαλές μέρος στη γη είναι η Γαύδος. Ποιο είναι το δικό σου;

Παραμένω πιστή στην Κρήτη (χαμογελάει).. Την αγαπώ και είμαι χαρούμενη που έχω την ευκαιρία να ζω εδώ.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Μπορείτε να δείτε το ντοκιμαντέρ της Svetlana Strelnikova, «People,Gods and other Creatures» στα online screenings του 27ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.

Περισσότερα από Cine News