MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΣΑΒΒΑΤΟ
22
ΜΑΡΤΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΑΦΙΕΡΩΜΑ

«Την άνοιξη αν δεν τη βρεις τη φτιάχνεις»: Όταν η Άνοιξη συνάντησε την ποίηση

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, αλλά και την πρώτη επίσημη μέρα της Άνοιξης, θυμόμαστε εκείνα τα έργα νεοελλήνων ποιητών, που ‘μυρίζουν’ άνοιξη.

| Φωτογραφία εξωφύλλου: Unplash/ TOMOKO UJI
author-image Μιλένα Αργυροπούλου

Για πολλούς αποτελεί την ωραιότερη εποχή του χρόνου. Και ανάμεσα σε αυτούς συγκαταλέγεται και η λογοτεχνία, όπου η Άνοιξη είναι το συνώνυμο της ομορφιάς, της δημιουργίας, του φωτός, της αναγέννησης, της αισιοδοξίας. Ολάκερη η φύση ‘ξαναγεννιέται’, τα άνθη μοσχοβολούν και όλα τα ζωντανά πλάσματα βρίσκονται στην πιο γόνιμη και δημιουργική περίοδό τους. Μια τέτοια συνθήκη λοιπόν δεν θα μπορούσε παρά να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για τους ποιητές μας, οι οποίοι εκτός από να εξυμνούν την ομορφιά της, καθιστούν συχνά την Άνοιξη χρονικό σημείο στις αναμνήσεις και τη νοσταλγική τους διάθεση.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΤο ελληνικό “χανάμι”: Οι ανθισμένες ροδακινιές της Βέροιας σηματοδοτούν την έναρξη της άνοιξης12.09.2018

1. «Άνοιξη»- Κώστας Καρυωτάκης (Εφηβικοί Στίχοι, 1913-1916)

Έφτασ’ η ώρια Άνοιξη —το λεν τα χελιδόνια—
κι ο σκυθρωπός Χειμώνας εκίνησε να φύγει·
του στέλνει κείνη λούλουδα, αυτός τής ρίχνει χιόνια,
και με τ’ αθώο γέλιο της τα δάκρυά του σμίγει.

Στο γαλανό παλάτι του ο Φοίβος τριγυρίζει
και, χύνοντας, αφόβιστα ολόχρυσες αχτίδες,
σ’ ό,τι στο δρόμο του βρεθεί το χρώμα του χαρίζει
κι αφήνει πίσω του χαρά και άσβεστες ελπίδες.

Τα δέντρα πρασινίσανε και γιόμισαν λουλούδια·
του πιστικού ακούγεται η γέρικη φλογέρα
να σιγολέει άφταστα κάθε πρωί τραγούδια,
και τα πουλιά να κελαηδούν τον ύμνο τους στη μέρα.

Παντού ξεχύνετ’ η χαρά. Μόνον εσύ, μικρή μου,
βλέπεις τις τόσες ομορφιές με μάτια δακρυσμένα.

Έλα να βρεις παρηγοριά στ’ ολόθερμο φιλί μου!
Επρόβαλε η Άνοιξη! Ξέχνα τα περασμένα!

Ο Καρυωτάκης βιώνει με αισιόδοξη διάθεση τον ερχομό της Άνοιξης και τον θέτει ως αφορμή για νέες και χαρούμενες εμπειρίες. Όσο περίεργο κι αν μας μοιάζει αυτό για το γενικότερο ποιητικό του ύφος, δικαιολογείται εύκολα, καθώς βρίσκεται στα νεανικά του χρόνια και ο πεσιμισμός δεν τον έχει ακόμη καταβάλει.

2. Όνειρο Καλοκαιρινού Μεσημεριού (απόσπασμα)- Γιάννης Ρίτσος (Δοκιμασία, 1935-1943)

Χριστέ μου, γιατί φόρεσες αυτό μακρύ πένθιμο φουστάνι κι
αυτά τ’ αγκάθια στο κεφάλι σου; Χάθηκαν τα λουλούδια;
Ή τάχατε, αν φορούσες παπαρούνες πάνου στ’ αχτένιστα μαλλιά
δε θα σ’ την πόρτα του ουρανού;

Μη χαμογελάς που ‘χω κ’ εγώ δεμένο το κεφάλι.
Είναι που γλίστρησα προχτές μέσα στα βάτα κυνηγώντας πεταλούδες.
Έλα να πιαστούμε από το χέρι σαν παιδιά και να πάμε
στους αγρούς να σε μάθω φλογέρα.

Πάμε να σου κόψω τα λυπημένα μαλλιά σου με το ίδιο
μεγάλο ψαλίδι που κουρεύουν τα προβατάκια.
Και να δεις, ο Θεός θα μας αγαπήσει, θα μας βάλει να κάτσουμε
στα πόδια του και θα χαμογελάει γλυκά καθώς εμείς θα
στολίζουμε τα μακριά τα μακριά μουστάκια του με μαργαρίτες.

Κι όταν βραδιάσει θα ζέψουμε το μικρό του τ’ αμάξι που το
σέρνουν οι γρύλλοι και θα περάσουμε στη μέση του παραδείσου
ενώ οι άγγελοι θ’ ανάβουν τ’ αστέρια για να φωτίζουν
τ’ άλλα παιδάκια που μείνανε κάτου στον κάμπο…”

Οι αναφορές στα λουλούδια, τις πεταλούδες και τους αγρούς καθιστούν φανερό πως ο Ρίτσος περιγράφει μια καθαρά ανοιξιάτικη εικόνα, στην οποία μάλιστα σπεύδει να παραπέμψει και στη θυσία του Χριστού και την πασχαλινή γιορτή, που είναι συνυφασμένη με την Άνοιξη.

3. «Ασυμβίβαστα»- Κική Δημουλά (Ερήμην, 1958)

Όλα τα ποιήματά μου για την άνοιξη
ατέλειωτα μένουν.

Φταίει που πάντα βιάζεται η άνοιξη,
φταίει που πάντα αργεί η διάθεσή μου.

Γι’ αυτό αναγκάζομαι
κάθε σχεδόν ποίημά μου για την άνοιξη
με μια εποχή φθινοπώρου
ν’ αποτελειώνω.

Ανέκαθεν η Κική Δημουλά διαπνεόταν από έναν διάχυτο πεσιμισμό στα έργα της. Έτσι κι εδώ δεν τολμά να παρασυρθεί από την ομορφιά της Άνοιξης, αντίθετα οι σκέψεις της πάντοτε καταλήγουν σε μια μελαγχολική, φθινοπωρινή αύρα.

4. «Καντάτα» (απόσπασμα)- Τάσος Λειβαδίτης (από την ομώνυμη συλλογή του 1960)

Πες μου, α, πες μου, λοιπόν, πού πήγε όλη εκείνη η άνοιξη,
τα χωρατά των σπουργιτιών, σγουρά γέλια των θάμνων,
οι παπαρούνες σα γλυκά κόκκινα στόματα, ρυάκια μου ασυλλόγιστα, πού πάτε;

Σαν ένας γρύλλος που ξεχάστηκε στη μέρα το ξύλινο
μαγγανοπήγαδο μακριά,
πλάι στο πηγάδι ο παπούς παίζοντας την κιθάρα του,
«μακριά, σα θα φύγω, μάνα, στην ξενιτιά»,
ένα κλωνί βασιλικός μες στα χοντρά ρουθούνια του
να ευωδιάζουν τα πλεμόνια του απ’ τις στερνές ομορφιές της γης,
πουλιά πετούσαν στα κλαδιά, σα να πηγαίνανε χαρούμενα μηνύματα
από κόσμο σε κόσμο.

Απρόοπτα, ξαφνιασμένα πρωινά
και μεγάλα, μακρόσυρτα σούρουπα με τ’ άστρα να τρέμουν μακριά σαν ανοιξιάτικα μουσκεμένα βλέφαρα,
έκθαμβες ώρες, βαρειές απ’ όλο το γιγάντιο Αόριστο
που έφτανε ως τον πόνο.

Αίσθηση αβέβαιη όλων των μυστικών της ζωής
που διαπερνούσαν σα ρίγη, πέρα, κει κάτου, κει κάτου, μακριά,
τους βραδυνούς ορίζοντες.

Ο ποιητής νοσταλγεί ανοιξιάτικες θυμήσεις, που παραπέμπουν σε προσωπικά του βιώματα. Όπως είναι αναμενόμενο, οι εικόνες του φυσικού τοπίου είναι κυρίαρχες.

5. «Η πληγωμένη Άνοιξη»- Μίλτος Σαχτούρης (Παραλογαίς, 1948)

Η πληγωμένη Άνοιξη τεντώνει τα λουλούδια της
οι βραδινές καμπάνες την κραυγή τους
κι η κάτασπρη κοπέλα μέσα στα γαρίφαλα
συνάζει στάλα-στάλα το αίμα
απ’ όλες τις σημαίες που πονέσανε
από τα κυπαρίσσια που σφάχτηκαν
για να χτιστεί ένα πύργος κατακόκκινος
μ’ ένα ρολόγι και δυο μαύρους δείχτες
κι οι δείχτες σα σταυρώνουν θά ‘ρχεται ένα σύννεφο
κι οι δείχτες σα σταυρώνουν θά ‘ρχεται ένα ξίφος
το σύννεφο θ’ ανάβει τα γαρίφαλα
το ξίφος θα θερίζει το κορμί της

Ο Μίλτος Σαχτούρης προβαίνει στην αναφορά της Άνοιξης, για να καταφύγει σε μια αντίθεση. Στο ποίημά του-που προφανώς παραπέμπει σε κάποια πολεμική σύρραξη-η ζωή και η ομορφιά που ταυτίζονται με την άνοιξη επισκιάζονται από το σκοτάδι και τη σκιά του θανάτου, που αναπόφευκτα αποφέρει μία αιματηρή σύγκρουση.

Φωτογραφία: Unsplash/ Anton Darius

6. «Άνοιξη σ’ αγαπώ»- Νικηφόρος Βρεττάκος

Άνοιξη σ’ αγαπώ
Μοιάζεις με την ειρήνη.
Μοιάζεις με τις μητέρες
που θήλασαν τα βρέφη
στις εικόνες του Ραφαήλ.
Μοιάζεις με το χαμόγελο
μέσα στη μουσική.
Μου θυμίζεις το Θεό
που γράφει για την αγάπη
σε μεγάλα κατεβατά
σελίδων με αστέρια
στροφές ποταμών
και ποιήματα.

Σε αντίθεση με τον Μίλτο Σαχτούρη, ο Νικηφόρος Βρεττάκος ‘υποκλίνεται’ στο μεγαλείο της Άνοιξης και την παρομοιάζει με τη ζωή, τη δημιουργία και την απέραντη θεϊκή αγάπη.

7. «Άνοιξη μ. Χ.»-Γιώργος Σεφέρης (Ημερολόγιο Καταστρώματος Α’, 1940)

Πάλι με την άνοιξη
φόρεσε χρώματα ανοιχτά
και με περπάτημα αλαφρύ
πάλι με την άνοιξη
πάλι το καλοκαίρι
χαμογελούσε.

Μέσα στους φρέσκους ροδαμούς
στήθος γυμνό ως τις φλέβες
πέρα απ’ τη νύχτα τη στεγνή
πέρα απ’ τους άσπρους γέροντες
που συζητούσαν σιγανά
τί θά ‘τανε καλύτερο
να παραδώσουν τα κλειδιά
ή να τραβήξουν το σκοινί
να κρεμαστούνε στη θηλιά
ν’ αφήσουν άδεια σώματα
κει που οι ψυχές δεν άντεχαν
εκεί που ο νους δεν πρόφταινε
και λύγιζαν τα γόνατα.

Με τους καινούργιους ροδαμούς
οι γέροντες αστόχησαν
κι όλα τα παραδώσανε
αγγόνια και δισέγγονα
και τα χωράφια τα βαθιά
και τα βουνά τα πράσινα
και την αγάπη και το βιός
τη σπλάχνιση και τη σκεπή
και ποταμούς και θάλασσα∙
και φύγαν σαν αγάλματα
κι άφησαν πίσω τους σιγή
που δεν την έκοψε το σπαθί
που δεν την πήρε καλπασμός
μήτε η φωνή των άγουρων∙
κι ήρθε η μεγάλη μοναξιά
κι ήρθε η μεγάλη στέρηση
μαζί μ’ αυτή την άνοιξη
και κάθισε κι απλώθηκε
ωσάν την πάχνη της αυγής
και πιάστη απ’ τ’ αψηλά κλαδιά
μέσ’ απ’ τα δέντρα γλίστρησε
και την ψυχή μας τύλιξε.

Μα εκείνη χαμογέλασε
φορώντας χρώματα ανοιχτά
σαν ανθισμένη αμυγδαλιά
μέσα σε φλόγες κίτρινες
και περπατούσε ανάλαφρα
ανοίγοντας παράθυρα
στον ουρανό που χαίρονταν
χωρίς εμάς τους άμοιρους.
Κι είδα το στήθος της γυμνό
τη μέση και το γόνατο
πώς βγαίνει από την παιδωμή
να πάει στα επουράνια
ο μάρτυρας ανέγγιχτος
ανέγγιχτος και καθαρός,
έξω απ’ τα ψιθυρίσματα
του λαού τ’ αξεδιάλυτα
στον τσίρκο τον απέραντο
έξω απ’ το μαύρο μορφασμό
τον ιδρωμένο τράχηλο
του δήμιου π’ αγανάχτησε
χτυπώντας ανωφέλευτα.

Έγινε λίμνη η μοναξιά
έγινε λίμνη η στέρηση
ανέγγιχτη κι αχάραχτη.

16 Μαρτίου 1939

Όπως πολλοί ποιητές, έτσι και εδώ ο Γιώργος Σεφέρης αντιμετωπίζει την Άνοιξη ως χρονικό σημείο και προχωρά σε μια εξιστόρηση γεγονότων και προσωπικών αναμνήσεων που συντελέστηκαν κατά τη διάρκειά της.

8. «Όταν μιαν άνοιξη» – Μανόλης Αναγνωστάκης

Όταν μιαν άνοιξη χαμογελάσει
θα ντυθείς μια καινούργια φορεσιά
και θα ‘ρθεις να σφίξεις τα χέρια μου
παλιέ μου φίλε

Κι ίσως κανείς δε σε προσμένει να γυρίσεις
μα εγώ νιώθω τους χτύπους της καρδιάς σου
κι ένα άνθος φυτρωμένο στην ώριμη, πικραμένη σου μνήμη

Κάποιο τρένο, τη νύχτα, σφυρίζοντας,
ή ένα πλοίο, μακρινό κι απροσδόκητο
θα σε φέρει μαζί με τη νιότη μας
και τα όνειρά μας

Κι ίσως τίποτα, αλήθεια, δεν ξέχασες
μα ο γυρισμός πάντα αξίζει περισσότερο
από κάθε μου αγάπη κι αγάπη σου
παλιέ μου φίλε

Ο Μανόλης Αναγνωστάκης ελπίζει και προσμένει την Άνοιξη ως την εποχή που με τον ερχομό της θα φέρει μαζί της όλα τα όμορφα που εκείνος κάποτε έζησε.

9. «Την άνοιξη αν δεν τη βρεις την φτιάχνεις»- Οδυσσέας Ελύτης (Εκ του πλησίον, 1998)

Την άνοιξη αν δεν την βρεις την φτιάχνεις
Ναι την φτιάχνεις.
Κάθε φορά από την αρχή.
Όλο και πιο ζωντανή.
Όλο και πιο ποτισμένη.

Ναι την φτιάχνεις.
Με εκείνα τα χρώματα που σημαίνουν αρμονία.
Και με εκείνες τις λέξεις που δηλώνουν αρχή.

Ναι την φτιάχνεις.
Με εκείνο το φως, που μπορεί να σου δώσει Παράδεισο.
Και με εκείνα τα λουλούδια που μυρίζουν ζωή.

Ναι την φτιάχνεις.
Με εκείνο το άρωμα της αθάνατης, Ελπίδας.
Και με εκείνη την Πίστη που θα σε κάνει να μην φοβηθείς.

Ναι την φτιάχνεις λοιπόν.
Με υλικά αγνά για την ψυχή σου.
Και με στιγμές απλές που χαρίζουν αιώνιες χαρές
Που σε ακούν στην σιωπή.
Και δεν έχουν ανάγκη τα λόγια για εξηγήσεις.

Ναι την φτιάχνεις.
Με εκείνα τα όνειρα που θα σε γεμίσουν υποσχέσεις.
Και με εκείνα τα χαμόγελα που θα σου δείξουν πως πρέπει να ζεις.
Διότι, αν δεν κουβαλάς την Άνοιξη μέσα σου, πρέπει να μάθεις να την χτίζεις.
Από το χειρότερο σκοτάδι στο πιο λαμπερό φως.

Μην την αφήσεις ποτέ να φύγει.
Διότι, όσο πιο δυνατά μπαίνει αυτή, τόσο πιο εύκολα διώχνει τους χειμώνες από την καρδιά σου.

Να την αγαπάς την Άνοιξη.
Όχι μόνο για τα όμορφα και τα ανάλαφρα ρούχα που φοράς.
Μήτε για τους καταγάλανους ουρανούς που σου δωρίζει.
Αλλά για την Αναγέννηση που σε κάνει να ζεις.
Εκείνον τον γλυκό αέρα που δροσίζει την ψυχή σου.
Και εκείνον τον ήλιο που σου χαρίζει ζεστασιά.

Να της δίνεις γεύση λοιπόν.
Σαν εκείνη την βαριά και γλυκιά, που μόνο ο Έρωτας μπορεί να δώσει.
Και μην στεναχωριέσαι αν ξαφνικά χαθεί ή απλά δεν σου έρθει.
Διότι, την Άνοιξη αν δεν την βρεις, την φτιάχνεις.

Ίσως το πιο ρεαλιστικό και ταυτόχρονα αισιόδοξο ανοιξιάτικο ποίημα. Ο Ελύτης έχει συναίσθηση ότι η καθημερινότητα συχνά δεν ‘μυρίζει’ Άνοιξη, αλλά χειμώνα, μελαγχολία, απαισιοδοξία, κι εκεί είναι που καλεί τον αναγνώστη να γίνει ο ίδιος ο δημιουργός της προσωπικής του άνοιξης.

10. «Ανεμώνες στον άνεμο»-Λάμπρος Πορφύρας (Σκιές, 1920)

Τότε που σ’είδα να’ρχεσαι με τ’ άγια χελιδόνια,
Τότε που μόλις ένιωσα για ποια χαρά μιλούσαν
Μέσα στα φύλλα τα πουλιά, τα πνεύματα στα κλώνια
Κι οι πεταλούδες που στο φως νεογέννητες ξυπνούσαν.

Το μονοπάτι εδιάβαινες κι είχες μια λάμψη τόση,
Μια τέτοιαν άνθινη ομορφιά στο νοτισμένο χώμα,
Που δίχως άλλο η άνοιξη θα σ’ είχεν ανταμώσει
Και κάτω απ’ τις μυγδαλιές σ’ εφίλησε στο στόμα.

Η Άνοιξη για τον Λάμπρο Πορφύρα έχει τέτοια ομορφιά και λάμψη, που μπορεί να αναζωογονήσει και να ‘μεταμορφώσει’ τα πάντα στο πέρασμά της, όπως και το αγαπημένο πρόσωπο που ο ποιητής λαχταρά να ανταμώσει.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΦεστιβάλ της Άνοιξης 2025: Μεγάλοι ερμηνευτές, διεθνή σχήματα, μουσική και χορός στην καθιερωμένη γιορτή του Μεγάρου12.09.2018

Περισσότερα από Αφιέρωμα