Το «Τρίτο Στεφάνι» του Κώστα Ταχτσή ανήκει στην κατηγορία εκείνων των μυθιστορημάτων που η αναγνώριση της τεράστιας λογοτεχνικής τους αξίας και η δημοφιλία τους με το ελληνικό αναγνωστικό κοινό πήγαν χέρι χέρι, ακόμη και αν χρειάστηκε σχεδόν μια δεκαετία από την πρώτη του (αυτό)έκδοση (1962), για να πάρει σιγά σιγά τη θέση που του αξίζει, ως ένα μυθιστόρημα – τομή για την ελληνική μεταπολεμική λογοτεχνία.
Μέσα από τη ματιά δύο γυναικών, της Νίνας και της Εκάβης, ζωντανεύουν ιστορίες από την περιπετειώδη ζωή τους και την καθημερινότητα της Ελλάδας του μεσοπολέμου, της κατοχής και του εμφυλίου. Και είναι τόσες πολλές και τόσο συναρπαστικές αυτές οι «μικροϊστορίες», οι πάντα επίκαιρες στον τρόπο που αντικατοπτρίζουν τις διαχρονικές αντιφάσεις του νεοέλληνα, με τον γλωσσικό πλούτο, τη ζωντάνια και τη χειμαρρώδη αφήγηση που εγείρουν τη φαντασία των αναγνωστών, ώστε δεν απορούμε, όταν ο σκηνοθέτης Μίλτος Νίκας μάς εξομολογείται πως η σημαντικότερη πρόκληση που αντιμετώπισε, αναφορικά με την πρόσφατη σκηνική μεταφορά του εμβληματικού μυθιστορήματος από τον ίδιο, ήταν η υποχρέωση -λόγω οικονομίας χρόνου της παράστασης- να αποχωριστεί έναν μεγάλο αριθμό αυτών των ιστοριών.
Μαρία Παπαλάμπρου και Νικολέττα Βλαβιανού πρωταγωνιστούν στην παράσταση «Το Τρίτο Στεφάνι – Εγώ η Εκάβη» που παρουσιάζεται στο Μικρό Γκλόρια σε σκηνοθεσία-διασκευή Μίλτου Νίκα | Φωτογραφία: Ζώης Τριανταφύλλου Σφακιανάκης
Δεν είναι η πρώτη φορά που το «Τρίτο Στεφάνι» του Κώστα Ταχτσή διασκευάζεται για το θέατρο. Ο Μίλτος Νίκας φέρνει, ωστόσο, στη σκηνή, μια νέα θεατρική προσέγγιση με τίτλο «Το Τρίτο Στεφάνι – Εγώ η Εκάβη». Επίκεντρο η ομώνυμη ηρωίδα. Επί σκηνής η Εκάβη συνομιλεί με τον νεαρό εαυτό της και μαζί, τα δύο πρόσωπα, αφηγούνται και συνθέτουν τα κομμάτια της πολυτάραχης ζωής της με φόντο την εξίσου πολυτάραχη ζωή της Ελλάδας. Τις δύο αυτές γυναικείες φιγούρες υποδύονται η Νικολέττα Βλαβιανού και η Μαρία Παπαλάμπρου.
Η παράσταση, σε σκηνοθεσία-διασκευή Μίλτου Νίκα, έκανε πρεμιέρα τέλη Μαρτίου στο θέατρο Επίκεντρο+ της Πάτρας και συνεχίζει το ταξίδι της στην Αθήνα, όπου και παρουσιάζεται, από τις 26 Απριλίου, στο Θέατρο Μικρό Γκλόρια.
Με αφορμή την αθηναϊκή πρεμιέρα ο Μίλτος Νίκας μοιράστηκε μαζί μας την εμπειρία δραματοποίησης ενός τόσο εμβληματικού μυθιστορήματος, τη νέα οπτική του πάνω στο έργο και τις προκλήσεις που ενέχει ένα τέτοιο εγχείρημα.
«Πάντα το βασικό κίνητρο μου είναι να πω μια δυνατή ιστορία και να μιλήσω μέσα από την ιστορία για κάτι που με αφορά», σχολιάζει ο Μίλτος Νίκας | Φωτογραφία: Ζώης Τριανταφύλλου Σφακιανάκης
Το συγκεκριμένο έργο δεν το επέλεξα εγώ αρχικά. Είχε χρόνια όνειρο να πει την ιστορία της Εκάβης η Νικολέττα Βλαβιανού. Είδε παράσταση που είχα σκηνοθετήσει στην Πάτρα και είχε την φαεινή ιδέα να μου προτείνει να συνεργαστούμε. Το μυθιστόρημα το είχα διαβάσει πριν χρόνια, όταν το ξαναδιάβασα με την προοπτική της θεατρικής του απόδοσης άρχισα να το φαντάζομαι στην σκηνή. Και πια δεν γινόταν να μην το κάνω, ναι, όταν άρχισα να το φαντάζομαι τότε το επέλεξα.
Η νέα σας διασκευή τιτλοφορείται «Το Τρίτο Στεφάνι – Εγώ η Εκάβη» και εστιάζει στη ζωή της ηρωίδας Εκάβης. Πώς μεταφέρεται η πλοκή του βιβλίου στη σκηνή μέσα από αυτή τη νέα οπτική;Επέλεξα να εστιάσω μόνο στην ιστορία της Εκάβης και της οικογένειας της. Αυτονομείται η Εκάβη από την υπόλοιπη πλοκή και έτσι έρχεται σε πρώτο πλάνο και φωτίζεται η πολυτάραχη ζωή της: Βαλκανικοί και Παγκόσμιοι πόλεμοι, η ιστορία της Ελλάδας και μαζί η Εκάβη σε Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Αθήνα, ο έρωτας, η προδοσία, οι περιπέτειες των παιδιών της, όλα παίρνουν μια άλλη διάσταση μέσα από αυτή την εστίαση που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον της συναρπαστικής της ιστορίας.
Ποια ήταν τα βασικά σας κίνητρα και οι ιδέες πίσω από αυτή τη δραματουργική επιλογή; Πώς δομήσατε την παράσταση γύρω από δύο μόνο χαρακτήρες και γιατί επιλέξατε να φωτίσετε ειδικά την Εκάβη;Πάντα το βασικό κίνητρο μου είναι να πω μια δυνατή ιστορία και να μιλήσω μέσα από την ιστορία για κάτι που με αφορά. Προσπαθώ πάντα να μην προδώσω το νόημα του έργου και τον συγγραφέα και να δημιουργήσω ένα ζωτικό χώρο που το έργο θα συναντήσει τους ηθοποιούς και τους συντελεστές της παράστασης αλλά και τον θεατή που θα μπορεί να φτιάξει στο μυαλό του την δική του εκδοχή της ιστορίας. Για να συμβεί αυτό προσπαθώ να βρω και να επιλέξω, ειδικά σε περίπτωση σαν αυτή που είναι μια διασκευή ενός σπουδαίου μυθιστορήματος, τα πιο δυνατά στοιχεία της ιστορίας. Για να πω την ιστορία της Εκάβης έφτιαξα μια συνθήκη όπου η Εκάβη σε μεγάλη ηλικία βλέπει στον ύπνο της τον εαυτόν της όπως ήταν νέα. Ξυπνώντας η αίσθηση του νέου της εαυτού είναι ακόμα παρούσα και αρχίζει να συνομιλεί και να θυμάται μαζί του τα γεγονότα της ζωής τους.
Τι είναι, κατά τη γνώμη σας, εκείνο που καθιστά το έργο του Ταχτσή διαχρονικό; Με ποιον τρόπο θεωρείτε ότι συνομιλεί με τη σημερινή εποχή και τι έχει να μας πει για τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία;«Oι άνθρωποι τότε και τώρα τα ίδια ποθούν στην ζωή τους, να έχουν ουσιαστική σχέση με τους ανθρώπους τους, να αγαπήσουν και να αγαπηθούν».
Το έργο αυτό διαδραματίζεται στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα αλλά μέσα από τον γλωσσικό πλούτο του Ταχτσή και την ζωντάνια της ιστορίας και των προσώπων του εξακολουθεί να μαγεύει τους αναγνώστες. Ταυτόχρονα μας μεταφέρει σε μια εποχή και μια Ελλάδα του παρελθόντος αλλά και σε συμπεριφορές και πρόσωπα που τα νοιώθουμε οικεία. Με τις περιπέτειες των προσώπων και τις λεπτές συναισθηματικές αποχρώσεις των όσων βιώνουν, και που τόσο αριστοτεχνικά περιγράφει ο Ταχτσής, το έργο μας κάνει να αντιληφθούμε ότι η βασική δομή των σχέσεων δεν έχει αλλάξει και οι άνθρωποι τότε και τώρα τα ίδια ποθούν στην ζωή τους, να έχουν ουσιαστική σχέση με τους ανθρώπους τους, να αγαπήσουν και να αγαπηθούν.
Πολλά με γοητεύουν σε αυτό το μυθιστόρημα, αν έπρεπε να διαλέξω θα έλεγα οι τόσο λεπτομερείς και ολοζώντανες εικόνες που σου γεννά καθώς το διαβάζεις, επίσης οι λέξεις που χρησιμοποιεί ο Ταχτσής και η διαδοχή τους το ταίριασμα των λέξεων που σου γεννά έντονες εικόνες και συναισθήματα που σε οδηγούν να συμπονάς τα πρόσωπα αυτά.
«Για να πω την ιστορία της Εκάβης έφτιαξα μια συνθήκη όπου η Εκάβη σε μεγάλη ηλικία βλέπει στον ύπνο της τον εαυτόν της όπως ήταν νέα. Ξυπνώντας η αίσθηση του νέου της εαυτού είναι ακόμα παρούσα και αρχίζει να συνομιλεί και να θυμάται μαζί του τα γεγονότα της ζωής τους», εξηγεί ο Μίλτος Νίκας για την παράσταση του | Φωτογραφία: Ζώης Τριανταφύλλου Σφακιανάκης
Η σημαντικότερη πρόκληση ήταν να διαλέξω, για την οικονομία του χρόνου της παράστασης, ανάμεσα σε τόσες πολλές και τόσο ωραίες ιστορίες. Αναγκαστικά και με λύπη μου δεν μπόρεσα να κρατήσω έναν μεγάλο αριθμό από αυτές. Εκ του αποτελέσματος ξέρω ότι έκανα το σωστό αλλά ακόμα και τώρα τις σκέφτομαι τις ιστορίες που δεν θα ειπωθούν.
«Το θέατρο είναι από τους ελάχιστους χώρους που μπορεί να ξυπνήσει την σπουδαία ικανότητα του ανθρώπου, την φαντασία».
Το πατρινό κοινό μας τίμησε με την παρουσία του και γέμισε σε όλες τις παραστάσεις το θέατρο, η παράσταση συζητήθηκε πολύ. Οι άνθρωποι μου μίλησαν με ενθουσιασμό για την παράσταση, για τις δύο εξαιρετικές ηθοποιούς μας και για αυτό που τους εντυπωσίασε στους εαυτούς τους, που ήταν πως «είδαν» όλα όσα περιέγραφαν οι δύο Εκάβες. Και αυτό είναι το πιο σημαντικό και το θέατρο είναι από τους ελάχιστους χώρους που μπορεί να το προσφέρει, το να σου ξυπνήσει την σπουδαία ικανότητα του ανθρώπου, την φαντασία.
Είμαι ευτυχής με αυτή την συνεργασία. Γνώρισα δύο εξαιρετικά ταλαντούχες ηθοποιούς και ωραίους ανθρώπους. Με εντυπωσίασε η αγάπη και η γενναιοδωρία που έχουν μεταξύ τους και η σύνδεση τους επί σκηνής. Τις ευχαριστώ για όλα.
«Το Τρίτο Στεφάνι – Εγώ η Εκάβη» στο Μικρό Γκλόρια
Συγγραφέας: Κώστας Ταχτσής
Σκηνοθεσία – Διασκευή: Μίλτος Νίκας
Παίζουν: Νικολέττα Βλαβιανού, Μαρία Παπαλάμπρου
Παραστάσεις: Σάββατο 26 Απριλίου, 21:00, Κυριακή 27 Απριλίου, 20:00, Τετάρτη 30 Απριλίου, 20:00, Σάββατο 3 Μαΐου, 21:00, Κυριακή 4 Μαΐου, 20:00, Τετάρτη 7 Μαΐου, 20:00, Σάββατο 10 Μαΐου, 21:00, Κυριακή 11 Μαΐου, 20:00.
Εισιτήρια: 18€ κανονικό, 15€ φοιτητικό/ανέργων/ΑΜΕΑ
Προπώληση: ticketservices.gr
Θέατρο Μικρό Γκλόρια, Ιπποκράτους 7, Αθήνα. Τηλέφωνο: 21 0360 0832