Καθίσαμε οκλαδόν, η μια απέναντι στην άλλη, πάνω στη βαλίτσα της Μπλανς Ντυμπουά που περίμενε παρατημένη στη σκηνή του θεάτρου να επιβιβαστεί μαζί με την κάτοχο στο “Λεωφορείο ο Πόθος” για ένα ακόμα ταξίδι. Το βλέμμα μου έπεσε χαμηλά, στα άδεια βελούδινα μπλε καθίσματα που απλώνονταν αμφιθεατρικά στα πόδια μας. Τα φαντάστηκα καμιά ώρα αργότερα γεμάτα από ανυπόμονα μάτια που περιμένουν να γεμίσουν συναισθήματα και για μερικά λεπτά μου κόπηκαν τα πόδια. Την ίδια στιγμή, την προσοχή της πρωταγωνίστριας της παράστασης κεντρίζουν τα δικά μου επαγγελματικά «εργαλεία» και -εντυπωσιασμένη από το ψηφιακό μου μαγνητοφωνάκι- με ρωτάει που θα βρει κι αυτή ένα τέτοιο και πόσο κάνει. Απόρησα κι έτσι μου αποκάλυψε έτσι τη δημοσιογραφική πλευρά της όλο ενθουσιασμό: «Μ’ αρέσει να γυρνάω στο δρόμο , ν’ ακούω ήχους, να γράφω, να ρωτάω, ξέρεις. Το ‘χω κάνει κατά κόρον πριν από δέκα χρόνια, σε ένα project για τη μετανάστευση μαζί με τον άντρα μου τον Κυριάκο τον Κατσουράκη. Ήμασταν τρία χρόνια τότε με κασετοφωνάκια και μηχανούλες στο δρόμο και τα αγαπώ πολύ!». Συνειρμικά το συνδύασα αμέσως με τις πρόσφατες δηλώσεις της στη συνέντευξη τύπου για τους μετανάστες απεργούς πείνας, αλλά και με το έργο φυσικά... Συνέντευξη στην Ειρήνη Ντέλλα